Στο Τατόϊ η χαριστική βολή κατά της Δημοκρατίας και κατά των ελεύθερων Θεσμών.

μετανάστες

Του Ανδρέα Αναγνωστάκη Ποινικολόγου*

*Μηνυτή της Χούντας των Συνταγματαρχών, εκ μέρους της Ενωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας.

————

Περί την πρώτη μεταμεσονύκτια ώρα της 21ης Απριλίου 1967, οι συνωμότες Συνταγματάρχες κατέβασαν τα Άρματα Μάχης, οργανωμένα και πειθαρχημένα στους δρόμους της Αθήνας. Σκοπός τους ήταν να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες ώστε ν’ απέχουν κάθε αντίδρασης, για όσα επρόκειτο να επακολουθήσουν.

Σχεδόν ταυτόχρονα, Ένοπλες Ομάδες Στασιαστών, με επικεφαλής Λοχαγούς και Ταγματάρχες, εισέβαλαν βίαια στα σπίτια των Πολιτικών και των Ανωτέρων Αξιωματικών Ξηράς, Ναυτικού και Αεροπορίας, τους συνελάμβαναν και τους οδηγούσαν υπό περιορισμούς στο Πεντάγωνο. Τους “Κομμουνιστές” οδηγούσαν στον Ιππόδρομο και σε άλλα παρόμοια Απομονωτήρια.

Περί την 5.30 πρωϊνή ώρα της ίδιας ημερομηνίας, οι επικεφαλής των Στασιαστών, Στυλιανός Παττακός, Γεώργιος Παπαδόπουλος και Νικόλαος Μακαρέζος, εμφανίστηκαν στα εξοχικά Ανάκτορα του Τατοΐου. Ζήτησαν συνάντηση, με τον Βασιλιά.

Η Φρουρά, τους αξίωσε να αφήσουν έξω τα όπλα τους. Εκείνοι με δυσφορία υπάκουσαν. Τους οδήγησαν στην αίθουσα της Βιβλιοθήκης. Εκεί τους δέχτηκε ο Βασιλιάς οπλοφορών με στολή Εκστρατείας.

Όταν τους είδε, φέρεται να αιφνιδιάστηκε. Γιατί όπως ακούγονταν τότε, ετοίμαζε υψηλότερο Πραξικόπημα με τους Στρατηγούς.

Ο Παπαδόπουλος πήρε τον λόγο. Του είπε, ότι οι Κομμουνιστές, ήταν έτοιμοι να καταλάβουν την εξουσία. Να επιβάλλουν τον Κομμουνισμό στον τόπο. Να εκθρονίσουν τον ίδιο. Και να καταργήσουν την Βασιλεία.

Τον διαβεβαίωνε πως ο Στρατός, είχε προλάβει και έσωσε την Ελλάδα. Και τον θρόνο του. Του ζήτησε επίμονα χωρίς καθυστέρηση να υπογράψει Διάταγμα για ισχύ του Νόμου, “περί κατάστασης πολιορκίας”. Εκείνος, την ώρα εκείνη φέρονταν να το σκέπτεται.

Οι τρείς Συνωμότες, φέρεται να διαπίστωσαν πως έλαβαν “σιγή” την συγκατάθεση του Βασιλιά, για την επιβολή του Πραξικοπήματος.

Ο Βασιλιάς έφυγε στην συνέχεια και πήγε στην Κηφισιά στην κατοικία της μητέρας του, να δει εάν ήταν καλά..!

Στην συνέχεια, μετέβη στα Ανάκτορα των Αθηνών. Και ύστερα στο Πεντάγωνο.

Εκεί ήταν φωνασκούντες οπαδοί των Στασιαστών, Λοχαγοί και άλλοι κατώτεροι οι οποίοι στην θέα του, τον θεώρησαν Αρχηγό της συνωμοσίας και τον χειροκροτούσαν.

Ο Βασιλιάς συνάντησε τον Πρωθυπουργό Παναγιώτη Κανελλόπουλο και άλλους Πολιτικούς που είχαν συλληφθεί. Και τους Ανώτερους Αξιωματικούς τους οποίους είχαν συλλάβει οι κατώτεροι.

Ο Πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος τον συμβούλευσε να βγει έξω και να διατάξει τους φωνασκούντες κατώτερους, να καταθέσουν τα όπλα. Να συλλάβει τους επικεφαλής. Και να τους φυλακίσει.

Αυτός έντρομος του απάντησε: “Δεν γνωρίζω ούτε ελέγχω κανέναν απ’αυτούς. Πως θα τους συλλάβω;”

Ο Πρωθυπουργός του απάντησε: “Δεν έχεις άλλη λύση”. Εγώ σε αυτήν μόνο την περίπτωση, θα σε υποστηρίξω. Αλλοιώς φεύγω και θα ξαναπάω στο “Aπομονωτήριο”.

Ούτε ο ίδιος όμως βγήκε έξω, να τους διατάξει ως Πρωθυπουργός να καταθέσουν τα όπλα.

Ούτε ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Παναγιώτης Παπαληγούρας, το έκανε.

Κάποια στιγμή, μαζεύτηκαν οι Ανώτεροι Αξιωματικοί το Στρατού, του Ναυτικού και της Αεροπορίας, από τον βαθμό του Ταξίαρχου και πάνω -χωρίς τον Παττακό- στην Αίθουσα Συσκέψεων του Πενταγώνου.

Ο Βασιλιάς τους είπε πως απευθύνεται σ’ αυτούς ως “Αρχιστράτηγος των Ενόπλων δυνάμεων”. Πως είναι απόλυτα αντίθετος με το Πραξικόπημα. Και πως θέλει να ξέρει σε ποιόν μπορεί να βασιστεί.

“Σε όποιον μπορώ να στηριχθώ, είπε ο Βασιλιάς, παρακαλώ να σταθεί όρθιος.”

Σηκώθηκαν όλοι όρθιοι.

Απευθυνόμενος σε όλους, ζήτησε να τους δει έναν-έναν στο Γραφείο όπου είχε εγκατασταθεί.

Εκεί τους ζήτησε να διατυπώνουν αναλυτικά, την γνώμη τους. Έτσι και γίνονταν. Ολοι ήταν θετικοί, για την ανατροπή του Πραξικοπήματος.

Καθ’ όλη την διάρκεια των Ακροάσεων, έμπαιναν στο γραφείο οι τρείς επικεφαλής των Πραξικοπηματιών και τον πίεζαν να υπογράψει σύντομα, το Διάταγμα περί “αναστολής των Διατάξεων του Συντάγματος”. Και να σχηματίσει και να ορκίσει την Κυβέρνησή τους. Γιατί, “από στιγμή σε στιγμή οι Κομμουνιστές, θα καταλάμβαναν την εξουσία”.

Ο Ναύαρχος Κωνσταντίνος Εγκολφόπουλος, κατάθεσε αργότερα στο Δικαστήριο πως ο Βασιλιάς τότε, βρίσκονταν σε κατάσταση “τρικυμίας εν κρανίω”.

Άλλοι κατέθεσαν πως έμπαινε στην Τουαλέτα και έκανε εμετό.

Τελικά, ανακοίνωσε στους Πραξικοπηματίες, πως θ’ αναθέσει την εντολή Σχηματισμού Κυβέρνησης στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνο Κόλλια.

Αυτός ήταν γνωστός από την εμπλοκή του στην Ανάκριση, για την δολοφονία του Γρηγορίου Λαμπράκη, όταν Ανακριτής ήταν ο Χρήστος Σαρτζετάκης. Και για την επιβολή σ’ αυτόν, ποινών Αργίας από τον τότε Υπουργό δικαιοσύνης Πολυχρόνη Πολυχρονίδη, την περίοδο που εγώ ήμουν Γραμματέας του στο Υπουργείο.

Οι Πραξικοπηματίες δέχτηκαν τον Πρωθυπουργό και ο Βασιλιάς υπέγραψε το υπ’ αριθ’ 280/21 Απριλίου 1967 Βασιλικό Διάταγμα, “περί καταστάσεως πολιορκίας της χώρας”.

Οι Πραξικοπηματίες σχημάτισαν Κυβέρνηση με εικονικό Πρωθυπουργό τον Εισαγγελέα Κόλλια και Υπουργούς τους Πραξικοπηματίες. Και άρχισαν “διαγγέλματα” στο όνομα του Βασιλιά και δήθεν της Κυβέρνησης, εξαπατώντας Στρατό και Λαό.

Από την στιγμή εκείνη, αποστρατεύτηκαν όλοι οι αντίθετοι Αξιωματικοί. Γέμισε η Γυάρος και τα άλλα νησιά, από “αντιφρονούντες”. Καταλύθηκε η Ελληνική Δημοκρατία.

Και επιβλήθηκε από τους πραξικοπηματίες ειδεχθής Δικτατορία, με όσα δεινά αυτό συνεπάγεται.

Η επιβολή της Δικτατορίας, άρχισε να συζητείται δειλά από ορισμένους, ένεκα της τότε μεγάλης πολιτικής αστάθειας της εποχής, των ακροτήτων και των ανεπαρκειών της πολιτικής ζωής της χώρας.

Όμως η Δημοκρατία, δέχτηκε την χαριστική βολή στα Ανάκτορα του Τατοΐου και στο Πεντάγωνο, τις πρώτες ώρες της 21ης Απριλίου 1967.

Οι καταλυτικές της Δημοκρατίας πράξεις και παραλείψεις του Βασιλιά, περιληπτικά είναι οι ακόλουθες:

1. Δεν συνέλαβε στο Τατόϊ δια της Φρουράς που διαθέτε, τους τρείς αφοπλισμένους Πρωταίτιους του Πραξικοπήματος και να τους απομονώσει.

2. Φοβήθηκε, πως αν αποτύγχανε θα τον κήρυσσαν έκπτωτο.

Όμως τέτοια περίπτωση αποτυχίας δεν συνέτρεχε.

Διότι, οι Πρωταίτιοι και οι Συνεργάτες τους, είχαν πείσει τους υφιστάμενους Στρατιωτικούς που έλαβαν μέρος πως: “το Κίνημα τo κάνει ο Βασιλιάς”.

Ενδεικτικά, παραθέτω πως, το Πλήρωμα ενός Άρματος στην Κηφισιά, όταν βεβαιώθηκε πως, δεν έκανε το Πραξικόπημα ο Βασιλιάς, αυτοτοποθετήθηκε εκτός των εντολών των Πραξικοπηματιών.

Αλλά ακόμη και αν συνελάμβαναν εκεί τον Βασιλιά και τον κρατούσαν ή τον κακοποιούσαν, το Πραξικόπημα πάλι δεν θα επικρατούσε, διότι δεν θα υπέγραφε την “αναστολή των Συνταγματικών Διατάξεων. Και δεν θ’ ανέθετε τον σχηματισμό Κυβέρνησης σε κανέναν”.

Επίσης, ο Βασιλιάς δεν άκουσε τον Πρωθυπουργό στο Πεντάγωνο, τους Υπουργούς και τους Ανώτερους Αξιωματικούς, να βγεί προσωπικά στον Εξώστη και να διατάξει τους επικεφαλής, τους φωνασκούντες και τους αλληλοαπειλούμενους να παραδώσουν τα όπλα. Και να μεταβούν στους Στρατώνες.

Ούτε στην περίπτωση αυτή θα επικρατούσε το Πραξικόπημα.

Διότι, κάποια στιγμή ακόμη και ο Παπαδόπουλος άρχισε να αμφιβάλλει για την δυνατότητα συνέχειας της επιβολής της Δικτατορίας.

Τον ενίσχυσε και ο Παττακός, απειλώντας τον πως και “μόνος του θα κατεβάσει τ’ Άρματα μάχης στους δρόμους της Αθήνας και ότι θέλει ας γίνει”.

Ακόμη ο Βασιλιάς παρέλειψε να διατάξει τα Στρατεύματα της Βόρειας Ελλάδας, να κινηθούν προς την Αθήνα και ν’ αποτρέψουν το Πραξικόπημα. Είχε δυνατότητα επικοινωνίας μ’ αυτά ακόμη και τηλεφωνικά, μέχρις της 10ης πρωϊνής ώρας που του έκοψαν τα τηλέφωνα στο Τατόϊ.

Ακόμη απέτρεψε τον Ναύαρχο Σπανίδη να βγάλει έξω τον Στόλο, να τον οδηγήσει στην Κρήτη και να σχηματιστεί εκεί Νόμιμη Κυβέρνηση.

Σε κάθε περίπτωση, ο Βασιλιάς δεν έδρασε ως Ανώτατος Αρχοντας ή υπερασπιστής της ελευθερίας και της Δημοκρατίας για να θυμίσει βασιλιάδες σαν τον Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Και τον Παλαιολόγο, στην Κερκόπορτα του Φρουρίου της Κωνσταντινούπολης.

Οι φοβίες, οι δειλίες, τα ερωτοτροπήματα με τους συνωμότες και οι ύποπτες παραλείψεις του Βασιλιά, είχαν σαν αποτέλεσμα, να μην συγκροτούνται ούτε νομικά τ’ αδικήματα της Στάσης και της Εσχάτης Προδοσίας. Παρά την πληρότητα της Μήνυσης της Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων, που υπέβαλα εγώ μαζί με άλλους δύο συναδέλφους μου τον Φοίβο Κούτσικα, τον Γρηγόρη Κασιμάτη. Και βέβαια, τον Πρόεδρο της Ένωσης Ευάγγελο Γιαννόπουλο.

Κατά το αδίκημα της Στάσης, πρέπει τρείς τουλάχιστον στρατιώτες ενωμένοι, να πάρουν τα όπλα και να δημιουργούν αναταραχές. Οι Ανώτεροι να τους διατάξουν, να καταθέσουν τα όπλα και αυτοί ν’ αρνηθούν.

Χωρίς διαταγή Ανωτέρου, δεν συγκροτείται το αδίκημα της Στάσης.

Στην Εσχάτη Προδοσία, πρέπει οι Συνωμότες να μετέβαλαν το Πολίτευμα της χώρας (π.χ. από Δημοκρατία σε δικτατορία), χρησιμοποιώντας σωματική βία ή απειλές.

Χωρίς την βία και την απειλή, το αδίκημα της Εσχάτης Προδοσίας δεν πληρούται.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση, ο Βασιλιάς, ούτε σωματική βία είχε, ή επικαλέστηκε. Ούτε απειλές.

Ούτε είχε, ούτε επικαλέστηκε Διαταγή του προς τους Συνωμότες, να μεταβούν στους στρατώνες τους.

Γι’ αυτές τις ελλείψεις, ενώ είχε εκδοθεί Βούλευμα παραπομπής των Συνωμοτών στο Ακροατήριο, η Δικογραφία γύρισε στην Ανάκριση για συμπληρώσεις και διευκρινίσεις.

Τόσο στην Προανάκριση όσο και στο Ακροατήριο του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, που διεξάγονταν η “Δίκη του Αιώνα”, εμείς οι Μηνυτές, ισχυριστήκαμε παραδεκτά, πως σωματική βία αποτελούσε, η σύλληψη των Ανωτέρων, η οποία καταργούσε κάθε δυνατότητα του συλλαμβανόμενου, να δώσει εντολές στον δράστη κατάθεσης των Όπλων.

Τα “συμβάντα” ενώπιον του Βασιλιά, έμειναν στην κυρία ανάκριση, χωρίς ενδιαφέρον Στάσης και Εσχάτης Προδοσίας.

Δεν κλήθηκε καν ούτε προσήλθε για μάρτυρας στο Ακροατήριο “ο Αρχιστράτηγος των Ενόπλων Δυνάμεων”.

Έμεινε ύποπτα και άνανδρα στην “σπηλιά”, τόσο κατά την επιβολή της Δικτατορίας όσο και κατά την Δίκη των Πρωταιτίων.

Στην συνέχεια μάλιστα συνεργάστηκε μ’ αυτούς. Ακόμη και τον κατάλογο των Χουντικών Υπουργών συνέταξε. Και τα Τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη δέχτηκε ν’ απαγορευτούν, γιατί δήθεν αποτελούσαν μέσο επικοινωνίας μεταξύ των Κομμουνιστών..!

Το Πραξικόπημα, όπως διαπιστώθηε αργότερα, το ήθελε. Αλλά παρεξηγήθηκε στην αρχή, γιατί δεν τον ενημέρωσαν από πριν!

Τελικά δίκαια θεωρήθηκε Άμεσος συνεργός και στην επικράτηση και στην διατήρηση της Επταετούς νύχτας.

Μετά απ’ αυτά αναβιώνει το βασικό δίδαγμα, πως ο Ανώτατος Άρχοντας δεν μπορεί να είναι, ούτε ο εγκαθιστάμενος κληρονομικά.

Ούτε ο επιλεγόμενος από δύο ή τρείς τυχαίους πολιτικάντηδες, που φραστικά αλληλοσπαράζονται δημόσια και πίσω από την Κουρτίνα έχουν τους ίδιους πάτρωνες και υποβάλλονται στις εντολές τους, σε βάρος του Τόπου και του Λαού.

Ο Ανώτατος Άρχοντας πρέπει να επιλέγεται απ’ ευθείας από τον Λαό!..

Γίνετε συνδρομητές στο «Δικαστικό Ρεπορτάζ», το κορυφαίο μηνιαίο περιοδικό για τη Δικαιοσύνη. Για περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ.

Ακολουθήστε μας στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλες τις ειδήσεις