Ο Ιωάννης Κοντός επανεξελέγη πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Κέρκυρας

Ιωάννης Κοντός, Κοντός

Δεύτερη συνεχόμενη θητεία για τον Ιωάννη Κοντό στον προεδρικό θώκο του Δικηγορικού Συλλόγου Κέρκυρας. Παρά το γεγονός ότι είχε να αντιμετωπίσει δύο συνυποψηφίους, κατάφερε να επικρατήσει με ξεκάθαρη διαφορά σε ψήφους και ποσοστό.

Τα αριθμητικά δεδομένα των εκλογών στο ΔΣΚ:

Με το 100% των ψήφων να έχουν καταμετρηθεί, το αποτέλεσμα κρίθηκε από την επιλογή 264 ψηφοφόρων, σε σύνολο 308 εγγεγραμμένων, με το ποσοστό συμμετοχής να διαμορφώνεται στο 85,71%.

Τα έγκυρα ψηφοδέλτια ήταν 253, με 1 άκυρο και 10 λευκά.

Όσον αφορά τη μάχη των υποψηφίων προέδρων, η “κούρσα” έληξε με τα εξής δεδομένα:

ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ                                                                          ΠΟΣΟΣΤΟ        ΨΗΦΟΙ 

ΚΟΝΤΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ του ΜΙΧΑΗΛ
58.89% 149
ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ του ΣΩΚΡΑΤΗ
22.92% 58
ΚΑΛΟΥΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ του ΝΙΚΟΛΑΟΥ
18.18% 46

 


Όσον αφορά τους συμβούλους που θα στελεχώσουν το ΔΣ του ΔΣΚ, η λίστα διαμορφώθηκε ως εξής:

 

ΕΝΙΑΙΟ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΟ
ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΣΤΑΥΡΟΙ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΚΛΟΓΗ
ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ του ΝΙΚΟΛΑΟΥ 181 74.18% ΝΑΙ
ΔΑΓΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ του ΓΕΩΡΓΙΟΥ 160 65.57% ΝΑΙ
ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ του ΘΕΟΔΩΡΟΥ 133 54.51% ΝΑΙ
ΜΙΧΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ του ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ 123 50.41% ΝΑΙ
ΛΥΚΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ 107 43.85% ΝΑΙ
ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ 90 36.89% ΝΑΙ
ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ ΧΡΙΣΤΙΝΑ του ΙΩΑΝΝΗ 90 36.89% ΝΑΙ
ΚΡΑΪΑΣ ΜΙΧΑΗΛ του ΓΕΩΡΓΙΟΥ 89 36.48% ΝΑΙ
ΠΑΤΡΙΚΗ ΕΛΕΝΗ του ΙΩΑΝΝΗ 89 36.48% ΝΑΙ
ΣΑΡΑΪΔΑΡΗΣ ΣΤΕΡΓΙΟΣ του ΘΕΟΧΑΡΗ 89 36.48% ΝΑΙ

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Σέρρες: Ο Παναγιώτης Καρύπογλου εξελέγη πρόεδρος για τέταρτη φορά

 

To τελευταίο μήνυμα του Προέδρου Δ. Βερβεσού: Ζητάει μαζική συμμετοχή και ισχυρή εντολή

Βερβεσός

Στην τελευταία του -εκτός απροόπτου- δημόσια δήλωση με την ιδιότητα του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών προέβη σήμερα ο Δημήτρης Βερβεσός.

Η ανάρτησή του: 

«ΕΚΛΟΓΕΣ ΔΣΑ 2025

Αγαπητές/οί συνάδελφοι

Στις εκλογές του ΔΣΑ στις 30 Νοεμβρίου και 1 Δεκεμβρίου 2025 υπάρχει ένα κυρίαρχο διακύβευμα, στο οποίο ο κάθε συνάδελφος θα πρέπει να απαντήσει :

* Τι Σύλλογο επιθυμούμε να έχουμε, ενόψει της κρισιμότητας των καιρών και των προκλήσεων που το δικηγορικό σώμα αντιμετωπίζει;

– Να συνεχίσει ο Σύλλογος την ανεξάρτητη, διεκδικητική, αμιγώς δικηγορική του πορεία, που έχει χαράξει τα τελευταία χρόνια και ιδίως στην κατεύθυνση της επίλυσης των καθημερινών μας προβλημάτων, της διεκδίκησης των μεγάλων αιτημάτων του κλάδου (ΦΠΑ, υποχρεωτική παράσταση στα συμβόλαια, αύξηση γραμματίων, κατάργηση τεκμαρτής φορολόγησης, ψηφιακή θυρίδα δίκης/ηλεκτρονική Δικαιοσύνη, ασυμβίβαστα, νέος Κώδικας Δικηγόρων, Τεχνητή Νοημοσύνη, διαρκής επιστημονική κατάρτιση ,Διαιτησία- Διαμεσολάβηση κοκ) και της προάσπισης της αξιοπρέπειας, του κύρους και της βιωσιμότητας των δικηγόρων από μέτρα που η εξουσία επιθυμεί να εφαρμόσει (8 Πρωτοδικεία στην Αττική από 16/9/26, ψηφιακό πελατολόγιο, υποχρεωτική ασφάλιση επαγγελματικού κινδύνου κοκ);

{Και αυτά σε μια στιγμή που η η ΕνΔΕ ζητά την αφαίρεση της πειθαρχικής διαδικασίας και η Πολιτεία θέλει να πάρει την άσκηση των Δικηγόρων και την προαγωγική εξέλιξή τους με κινδυνο οι ΔΣ να μετατραπουν σε οιονεί αστικά σωματεία}

– Ή να μεταλλαχθεί από το μέχρι σήμερα διεκδικητικό και αποτελεσματικό χαρακτήρα του και να γίνει παθητικός θεατής/ αποδέκτης των όποιων κυβερνητικών επιλογών ή φαινομένων δικαστικής αυθαιρεσίας στη δικηγορία και στη Δικαιοσύνη;

* Απαντώντας το προφανές για μένα, σας καλώ

Να συμμετάσχετε μαζικά στις εκλογές. Η μαζική συμμετοχή ενισχύει τη δημοκρατική λειτουργία, την αντιπροσωπευτικότητα και τον διεκδικητικό ρόλο του Συλλόγου και να στηρίξετε όσους συνέβαλαν στο θετικό πρόσημο για τη δικηγορία και τους δικηγόρους, που αποτυπώνεται στον απολογισμό δράσης του ΔΣΑ και το οποίο, άλλωστε, όλες/οι, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, είδαμε και βιώσαμε στην καθημερινότητά μας.

– Για ένα ΔΣΑ που ανήκει στα μέλη του και σε καμία εξουσία .

– Για ένα ΔΣΑ που θα αντιστέκεται στην κάθε λογής κυβερνητική και δικαστική αυθαιρεσία.

– Για ένα ΔΣΑ υπερασπιστή του Κράτους δικαίου , των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των κοινωνικών ελευθεριών.

– Για ένα ΔΣΑ συνεχιστή των παραδόσεων και του θεσμικού του ρόλου

– Για ένα ΔΣΑ που στέκεται δίπλα στα μέλη του και διεκδικεί με επιμονή τα δίκαια αιτήματά τους.

ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ

Ας δοθεί ισχυρή εντολή για να συνεχιστεί το έργο που ξεκινήσαμε μαζί για τη δικηγορία που μας αξίζει και θέλουμε. Αυτή, που δεν την ονειρευόμαστε μόνο, αλλά, ήδη έχουμε αρχίσει να τη ζούμε.»

 

Γ. Φλωρίδης: «Τα χρέη κληρονομιάς αποπληρώνονται μέχρι την αξία που έχει η κληρονομική περιουσία»

Φλωρίδης, ΕνΔΕ

Τις βασικές κατευθύνσεις του νέου νομοσχεδίου για την αναθεώρηση του κληρονομικού δικαίου ανέλυσε ο Υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης τονίζοντας ότι «στόχος μας είναι ένα κληρονομικό δίκαιο που ανταποκρίνεται στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα» και ότι «οι αλλαγές αυτές λύνουν προβλήματα δεκαετιών και προστατεύουν πραγματικά τον πολίτη».

Ο κ. Φλωρίδης εξήγησε (ΕΡΤ) ότι με τις νέες ρυθμίσεις «ο κληρονόμος δεν θα κινδυνεύει πλέον να χάσει την περιουσία του από χρέη τρίτων», ενώ υπογράμμισε πως «η αληθινή βούληση του διαθέτη πρέπει να γίνεται σεβαστή με θεσμικές εγγυήσεις».

Μεγάλη τομή αποτελεί ο διαχωρισμός της κληρονομιαίας περιουσίας από την ατομική περιουσία του κληρονόμου: εφεξής, τα χρέη του κληρονομουμένου θα εξοφλούνται από την ίδια την κληρονομία και όχι από την προσωπική περιουσία όσων κληρονομούν, καταργώντας ένα καθεστώς που συχνά οδηγούσε σε αναγκαστικές αποποιήσεις.

Το νομοσχέδιο καταργεί επίσης θεσμούς που έχουν περιπέσει σε αχρησία – όπως η νέμηση ανιόντος, η εκποίηση κληρονομίας και οι έκτακτες διαθήκες – και εκσυγχρονίζει συνολικά το κληρονομικό πλαίσιο με στόχο να γίνει πιο λειτουργικό για δικηγόρους και πολίτες. Η συνολική επεξεργασία των προτεινόμενων αλλαγών έγινε από ειδική επιτροπή υψηλού κύρους υπό τον ομότιμο καθηγητή του ΕΚΠΑ και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Απόστολο Γεωργιάδη.

Οι δηλώσεις του Υπουργού

Ο υπουργός τόνισε σήμερα ότι «έχουν αλλάξει οι κοινωνικές οικονομικές συνθήκες, πρέπει να κάνουμε προσαρμογές τέτοιες που να διευκολύνουν και την ζωή των ανθρώπων και την λειτουργία της οικονομίας».

Σε ό,τι αφορά τα χρέη της κληρονομιάς, ο κ. Φλωρίδης εξήγησε ότι «με το καθεστώς που ισχύει μέχρι σήμερα, δηλαδή εδώ και ογδόντα χρόνια, από τότε που ίσχυσε ο Αστικός Κώδικας και το Κληρονομικό δίκαιο, που είναι κεφάλαιο του Αστικού Κώδικα, εάν παρέλθουν κάποιες προθεσμίες ή με κάποιο τρόπο έχει γίνει αποδοχή της κληρονομιάς η οποία βαρύνεται με πολλά χρέη, το σημερινό καθεστώς λέει ότι σε αυτές τις περιπτώσεις τα βάρη πέφτουν και στην περιουσία που έχουν φτιάξει οι κληρονόμοι οι ίδιοι. Αυτό το λύνουμε πια μετά από τόσα χρόνια λέγοντας ότι τα χρέη της κληρονομιάς αποπληρώνονται μέχρι την αξία που έχει η κληρονομική περιουσία. Μέχρι εκεί. (…) H περιουσία που αποκτήθηκε από τους ανθρώπους που κληρονομούν μία άλλη περιουσία δεν θίγεται. Aν έχει βάρη η κληρονομιά, αυτά θα εξυπηρετηθούν από την αξία της ίδιας της κληρονομιάς, της περιουσίας δηλαδή που κληρονομείται. Μέχρι εκεί. Μπαίνει η φραγή για να μην συγχωνεύονται οι δύο περιουσίες και τελικά έχουμε επιβάρυνση των κληρονόμων με την περιουσία που οι ίδιοι απέκτησαν».

Σε περίπτωση που το χρέος είναι μεγαλύτερο από την κληρονομιά, ο υπουργός τόνισε ότι «αυτό είναι αδιάφορο. Ό, τι είναι η κληρονομιά. Μέχρι εκεί». Αντίστοιχα, για την αποποίηση κληρονομιάς λόγω χρεών, «η αποποίηση γινόταν ακριβώς για να μην συμβεί αυτό που σας περιγράφω, δηλαδή το να συγχωνευτούν οι δύο περιουσίες, η κληρονομιά μαζί με την περιουσία του κληρονόμου και μετά να επιβαρύνεται η περιουσία του ανθρώπου αυτού που έχει κληρονομήσει. Γι’ αυτό γινόταν η αποποίηση. Τώρα, είπαμε ότι σε κάθε περίπτωση τα χρέη μίας κληρονομιάς βαρύνουν την αξία της ιδίας κληρονομιάς και έως εκεί».

Ο υπουργός εξήγησε επίσης την κατανομή στον επιζώντα σύζυγο και τα τέκνα: «Εάν δεν υπάρχει διαθήκη, το σύνολο της κληρονομιάς μοιράζεται στο 1/4 στον επιζώντα σύζυγο άνδρα, γυναίκα και τα 3/4 στα παιδιά. Αυτό που κάνουμε τώρα εμείς είναι ότι όταν υπάρχει μόνο ένα παιδί, ο επιζών σύζυγος, άνδρας και γυναίκα, αντί για το 1/4 παίρνει το 1/3. (…) Σε μια οικογένεια που είναι ο επιζών σύζυγος και τα παιδιά είναι πάνω από ένα, τότε θεωρήθηκε ότι θα πρέπει να παραμείνει η ρύθμιση που ισχύει εδώ και πολλά χρόνια. Αυτό που αλλάζουμε είναι όταν είναι ένα παιδί μόνο».

Σχετικά με τη νόμιμη μοίρα, ο κ. Φλωρίδης τόνισε: «Η νόμιμη μοίρα ως ποσοστό δεν αλλάζει. Για να εξηγήσουμε στον κόσμο τι είναι η νόμιμη μοίρα, η νόμιμη μοίρα είναι το μισό του βασικού δικαιώματος. Δηλαδή μια περιουσία κληρονομείται στο 100% από τους κληρονόμους, δηλαδή σύζυγο ή παιδιά ή αν υπάρχουν μόνο παιδιά, μόνο από τα παιδιά, στο 100%. Όταν έχουμε περιορισμό στη νόμιμη μοίρα, διότι έτσι αποφάσισε αυτός που αφήνει την περιουσία, τότε η νόμιμη μοίρα είναι το μισό από αυτό που θα δικαιούσουν. Άρα, λοιπόν η νόμιμη μοίρα παραμένει ως ρύθμιση. Τι αλλάζει; Αλλάζει αυτό το ζήτημα, το οποίο μπλοκάρισε πάρα πολλές κληρονομιές, περιουσίες όπως επιχειρήσεις, ακίνητα, όπου η νόμιμη μοίρα σε καθιστούσε συνιδιοκτήτη, συνκύριο με τους άλλους κληρονόμους. Τώρα λέμε ότι οι άλλοι στους οποίους έχει δοθεί η κληρονομιά την έχουν κανονικά ως απόλυτοι ιδιοκτήτες και εσύ που έχεις νόμιμη μοίρα δικαιούσαι την αξία της, αλλά σε χρήματα. Δηλαδή, να μην μπλοκάρονται επιχειρήσεις και ακίνητα. Δεν χάνεται το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας. Προστατεύεται απολύτως. Απλώς αλλάζει η φύση του δικαιώματος. Δηλαδή, για όσους είναι νομικοί, το δικαίωμα είναι εμπράγματο που οδηγεί σε συνιδιοκτησία τώρα και αυτό γίνεται ενοχικό, δηλαδή σε μια απαίτηση αποζημίωσης, η οποία διασφαλίζεται».

Σχετικά με τις ιδιόχειρες διαθήκες, ο υπουργός υπογράμμισε ότι «θεωρούνται άκυρες οι ιδιόχειρες διαθήκες από ανθρώπους που είναι σε ιδρύματα, δηλαδή σε οίκους ευγηρίας όταν με τις διαθήκες αυτές τις ιδιόχειρες εμφανίζονται να έχουν τιμηθεί από τον διαθέτη εργαζόμενοι εκεί ή η διοίκηση του ιδρύματος. Αυτές θεωρούνται άκυρες. Εκεί μπορεί να υπάρξει διαθήκη, αλλά αυτή πρέπει να είναι μόνο συμβολαιογραφική γιατί μπορεί να υπάρχει εκμετάλλευση».

Για ζευγάρια εκτός γάμου ή συμφώνου συμβίωσης, ο κ. Φλωρίδης δήλωσε: «Όμως υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων, δηλαδή ζευγαριών, άνδρα, γυναίκα, οι οποίοι ζουν μαζί ως μια οικογένεια, χρόνια αλλά δεν έχουν κάνει ένα σύμφωνο συμβίωσης. Λέμε λοιπόν εκεί ότι πρέπει να υπάρξει μια προστασία για τον έναν από τους δύο που ζει μετά το θάνατο του άλλου. Τώρα δεν υπάρχει καμία προστασία. Δεν υπάρχει τίποτα, δηλαδή μετά το θάνατο, μένουν σε ένα σπίτι, έρχονται οι άλλοι συγγενείς και τους πετάνε απέξω. Εκεί λοιπόν υπάρχει μια τέτοια προστασία. Όπως μπορεί και κάποιος που φροντίζει έναν ηλικιωμένο και αυτός να δικαιωθεί κάτι με συγκεκριμένες προϋποθέσεις που βάζουμε εκεί».

Ο υπουργός εξήγησε ότι «και η μεγάλη βέβαια αλλαγή που φέρνουμε, γιατί αυτά που σας περιγράφω τώρα είναι σε υφιστάμενο καθεστώς, πώς το αλλάζουμε, εκεί που είναι το καινούργιο είναι οι κληρονομικές συμβάσεις οι οποίες εισάγονται στο δίκαιο της Ελλάδος πια. Κληρονομική σύμβαση είναι, αυτό γίνεται εν ζωή από αυτόν που πρόκειται να αφήσει την περιουσία του, ισχύει μετά θάνατον, που καλεί τους κληρονόμους και τους λέει ότι εγώ επιθυμώ να μοιράσω την περιουσία μου έτσι, κάποιος που τα καταφέρνει καλύτερα στην επιχείρηση μπορεί να πάρει την επιχείρηση, κάποιοι άλλοι να πάρουν ακίνητα ή να πάρουν χρήματα ή οτιδήποτε άλλο. Αυτό λοιπόν, εφόσον συμφωνούν, οδηγεί σε ένα συμβολαιογραφικό συμβόλαιο το οποίο μετά δεν ανακαλείται. Που σημαίνει δηλαδή ότι μετά το θάνατο δεν υπάρχουν συγκρούσεις και τα οικονομικά στοιχεία μπορούν και λειτουργούν και η επιχείρηση μπορεί και λειτουργεί και τα ακίνητα μπορούν να αξιοποιούνται και όλοι να είναι μια χαρά. Δεν έχουμε δηλαδή τις τρομακτικές διαμάχες των κληρονόμων».

Τέλος, αναφορικά με τη δημόσια διαβούλευση και πιθανές αλλαγές στο νομοσχέδιο, ο κ. Φλωρίδης σημείωσε: «Είναι προφανές ότι θα προκληθούν συζητήσεις. Δηλαδή οι φορείς οργανωμένοι, τα Επιμελητήρια ας πούμε, που το περιμένουν πώς και πώς, ο κόσμος ο απλός, οι πολίτες θα πάρουν μέρος, θα πουν τις απόψεις τους. (…) Η δημόσια διαβούλευση αυτή δεν είναι; Είναι για να μπορείς να ακούσεις πράγματα που δεν τα έχεις σκεφτεί. Η ομάδα των καθηγητών και των δικαστών και των δικηγόρων που συνέταξε αυτό το νέο κληρονομικό δίκαιο είναι πάρα πολύ υψηλού επιπέδου. Όμως, όσο υψηλού επιπέδου και να είναι, ενδεχομένως κάποια κοινωνική διαδικασία να της έχει διαφύγει. Επειδή οι άνθρωποι ακούγοντας αυτά θα τους δημιουργούνται πολλά ερωτήματα, εμείς θα προσπαθήσουμε τις επόμενες ημέρες να εξηγήσουμε, αλλά επειδή επαναλαμβάνω θα διαρκέσει η δημόσια διαβούλευση σημαντικό χρονικό διάστημα, εκεί όλοι μπορούν να συμμετάσχουν, να καταθέσουν τα ερωτήματά τους, τις απορίες τους, τις προτάσεις τους και βεβαίως, όταν θα το πάμε το νομοσχέδιο στη Βουλή είναι σίγουρο ότι θα είναι πιο βελτιωμένο. Εκεί που πραγματικά θα είναι άξια λόγου θα τα συμπεριλάβουμε».

Ο υπουργός πρόσθεσε ότι «θα γίνεται μόνο με συμβολαιογραφική επίσημη διαθήκη» στις περιπτώσεις όπου ηλικιωμένοι κινδυνεύουν από εκμετάλλευση, ενώ ενισχύεται η θέση του επιζώντος συζύγου σε περιπτώσεις άτεκνων ζευγαριών χωρίς διαθήκη.

Καθυστερούν οι εκδικάσεις στο Πρωτοδικείο Αθηνών λόγω κακοκαιρίας

Η κακοκαιρία Adel έρχεται να επηρεάσει -εκτός από την κίνηση στους δρόμους – και τη Δικαιοσύνη. Σύμφωνα με ενημέρωση του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δημήτρη Βερβεσού, οι πολιτικές και ποινικές δίκες που διεξάγονται σήμερα Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025 αναμένεται να ξεκινήσουν στις 9:30.

Η ενημέρωση του Δημήτρη Βερβεσού

«Μετά από συννενόηση με τον Προϊστάμενο του Πρωτοδικείου Αθηνών ενημερώνουμε ότι οι όλες οι πολιτικές και ποινικές συνεδριάσεις θα ξεκινήσουν σήμερα στις 9.30πμ λόγω της νεροποντής».

Δίκη Ψωμιάδη για τα «45ρια»: Ξεκινά μετά από 7 αναβολές και 20 χρόνια μετά τις αρχικές καταγγελίες

ψΩΜΙΆΔΗς

Αν κάποιος ήθελε πραγματικά να δείξει τι σημαίνει ελληνική Δικαιοσύνη και καθυστέρηση, τότε η πολύκροτη υπόθεση με τα «45αρια» με κατηγορούμενους τον άλλοτε νομάρχη Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Ψωμιάδη τον αδελφό του Διονύση και ακόμη έξι πρόσωπα, είναι η επιτομή της καθυστέρησης.


Ρεπορτάζ: Βαγγέλης Τριάντης


Πρόκειται για 456 έργα της πρώην Νομαρχίας Θεσσαλονίκης της περιόδου 2005 – 2019, την περίοδο που στο «τιμόνι» της Νομαρχίας ήταν ο Παναγιώτης Ψωμιάδης και τα οποία φέρονται να κατατμήθηκαν προκειμένου να ανατεθούν με απευθείας αναθέσεις σε εργολάβους της περιοχής, με τη ζημιά για το ελληνικό Δημόσιο να υπερβαίνει τα 4 εκατ. ευρώ.

Αν και η υπόθεση απασχολεί τη Δικαιοσύνη από το 2008, εντούτοις ακόμη και σήμερα δεν έχει ξεκινήσει η εκδίκασή της, με τις καθυστερήσεις που έχουν σημειωθεί να είναι κραυγαλέες.

Η ανακοίνωση Τρεμόπουλου

Σύμφωνα με ανακοίνωση του πρώην Νομαρχιακού Συμβούλου Μιχάλη Τρεμόπουλου η δίκη αναμένεται να ξεκινήσει αύριο Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025 μετά από αλλεπάλληλες αναβολές, επτά στον αριθμό. Σε σημείο που να εγείρονται ερωτήματα εάν οι καθυστερήσεις στην εκδίκαση της υπόθεσης γίνονται σκόπιμα με στόχο να οδηγηθούν τα αδικήματα σε παραγραφή.

Διαβάστε αναλυτικά την ανακοίνωση Τρεμόπουλου:

«Ξεκινά επιτέλους αύριο Παρασκευή 28.11.2025, μετά από μια εικοσαετία από τις πρώτες καταγγελίες, η μεγάλη δίκη του συστήματος Ψωμιάδη, που αφορά τα γνωστά «45άρια», δηλαδή κακουργήματα στην εκτέλεση 456 δημοσίων έργων και μισθώσεις με σύμβαση έργου, με προκληθείσα ζημία στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης που φτάνουν τα 6,5 εκατομμύρια ευρώ.

Η δίκη γίνεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, στις 9 πμ, στο υπόγειο 1 του Δικαστικού μεγάρου, ύστερα από οκτώ αναβολές, πέρας του ωραρίου κτλ. Στην ίδια αίθουσα και από το ίδιο δικαστήριο με άλλη σύνθεση είχε κριθεί την περασμένη Παρασκευή ένοχος ο Παναγιώτης Ψωμιάδης και του επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξης 8 ετών για απιστία και υπογραφή ψευδών βεβαιώσεων σε υπόθεση που αφορούσε άλλες 8 συμβάσεις με 81 μισθώσεις ανύπαρκτου έργου υπαλλήλων, ενταγμένων στον μηχανισμό του χωρίς διαφάνεια.

Η ποινική δίωξη κατά των αδελφών Ψωμιάδη και άλλων στελεχών της διοίκησής τους για κακουργήματα και ηθική αυτουργία, με βάση τον νόμο περί καταχραστών του Δημοσίου, είχε ασκηθεί μετά τις καταγγελίες του Δημοτικού Συμβούλου Μιχάλη Τρεμόπουλου ήδη από το 2006 -τότε ως Νομαρχιακού Συμβούλου.

Το σύστημα Ψωμιάδη είχε αναγάγει σε επιστήμη τους ‘πρόχειρους διαγωνισμούς’ (δηλαδή τις απευθείας αναθέσεις), δίνοντας 456 έργα μικρότερα από 45.000 ευρώ (συνολικής αξίας 15,3 εκατ. ευρώ) σε «εκλεκτούς αναδόχους», όπως αναφέρει το κατηγορητήριο, που βασίζεται σε βούλευμα άνω των 3.000 σελίδων. Εντοπίστηκαν έργα που δεν έγιναν ποτέ αλλά εξέδιδαν ψευδείς βεβαιώσεις ότι έχουν δήθεν υλοποιηθεί, υπέγραφαν συμβάσεις έργου με πρόσωπα που δεν εμφανίζονταν ποτέ στις υπηρεσίες τους κ.α. Κατά παράβαση όλων των διατάξεων, ο Π. Ψωμιάδης όριζε τον εαυτό του ως επιβλέποντα μηχανικό των έργων. Στη συνέχεια προχωρούσε στην πληρωμή των έργων, χωρίς ποτέ όμως αυτά να κατασκευαστούν ενώ ταυτόχρονα οι διευθυντές των υπηρεσιών που φερόντουσαν ως τόποι εκτέλεσης των έργων αρνήθηκαν να βεβαιώσουν την εκτέλεση των έργων. Έχουν καταγγελθεί και περιπτώσεις διπλοπληρωμών ή και τριπλοπληρωμών «45αριών», που γίνονταν με συγκεκριμένες μεθόδους-τεχνάσματα. Μεγάλες εργολαβίες, με ασφαλτοστρώσεις, καθαρισμό ρεμάτων, αρδευτικά, συντήρηση σχολείων, γήπεδα κ.ά., διασπώνταν σε δεκάδες ομοειδή μικροέργα, τα οποία εκτελούνταν ακόμη και την ίδια περίοδο σε γειτονικές περιοχές από διαφορετικούς «εκλεκτούς» εργολάβους. Επιπλέον, επιβλέψεις έργων έκαναν παράνομα ιδιώτες, στη θέση των μηχανικών της Νομαρχίας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Στο σκαμνί για πλαστογραφία ο Κωνσταντίνος Πλεύρης

Στο σκαμνί για πλαστογραφία ο Κωνσταντίνος Πλεύρης

Πλεύρης

Στο εδώλιο του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων δικάζεται στις αρχές Δεκεμβρίου ο Κώστας Πλεύρης, για το αδίκημα της πλαστογραφίας.


Ρεπορτάζ: Βαγγέλης Τριάντης


Συγκατηγορούμενοι του είναι ακόμη τρία πρόσωπα. Μεταξύ των οποίων δικηγόρος που είχε εμπλακεί στην υπόθεση Ζαχόπουλου το μακρινό 2008 και είχε κατηγορηθεί για συμμετοχή στην απόπειρα εκβίασης του πρώην γενικού γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού, Χρήστου Ζαχόπουλου.

Υπενθυμίζεται ότι ο Κώστας Πλεύρης είναι κατηγορούμενος για το ναζιστικό χαιρετισμό του μέσα στο δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικαζόταν η υπόθεση για την Χρυσή Αυγή. Μάλιστα η κίνηση του αυτή είχε ως αποτέλεσμα να διαγραφει από το Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Διαγράφηκε οριστικά ο Κων. Πλεύρης από τον ΔΣΑ, για τους ναζιστικούς χαιρετισμούς του σε δικαστική αίθουσα

Δραστικές αλλαγές στις ιατροδικαστικές υπηρεσίες με εισαγωγή της Τεχνητής Νοημοσύνης

Τα σοβαρά λάθη που αποκαλύφθηκαν στις υποθέσεις της Μουρτζούκου και της Πισπιρίγκου, όπου συνολικά οκτώ παιδιά έχασαν τη ζωή τους, αλλά και το χάος που επικρατούσε για χρόνια στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία της Πάτρας, οδήγησαν το υπουργείο Δικαιοσύνης στη λήψη δραστικών μέτρων.


Ρεπορτάζ: Νίκος Νικολετάκης


Η κυβέρνηση προχωρά πλέον σε μια συνολική αναδιοργάνωση του ιατροδικαστικού συστήματος, με στόχο την αποκατάσταση της αξιοπιστίας και την επιτάχυνση των διαδικασιών.

Ψηφιακός μετασχηματισμός: Νεκροψίες με tablet & βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης

Οι ιατροδικαστές θα διενεργούν τις νεκροψίες και νεκροτομές με τη χρήση tablet, ενώ η τεχνητή νοημοσύνη θα συντάσσει αυτόματα το πρώτο σχέδιο της ιατροδικαστικής έκθεσης. Ουσιαστικά, κάθε ιατροδικαστής αποκτά έναν «ψηφιακό βοηθό» που θα μειώνει σημαντικά τον χρόνο ολοκλήρωσης των εξετάσεων.

Η νέα διαδικασία στοχεύει να βάλει τέλος στις πολύχρονες καθυστερήσεις: σύμφωνα με τον Νίκο Καρακούκη, προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Ιατροδικαστικής, η σύνταξη εκθέσεων καθυστερούσε έως και τρία χρόνια, οδηγώντας ακόμη και σε αθωώσεις κατηγορουμένων λόγω της καθυστέρησης απονομής δικαιοσύνης.

«Μεσαιώνας» στην Ιατροδικαστική: Πέντε ιατροδικαστές σε αργία

Όπως παραδέχονται στελέχη του υπουργείου, η χρήση σύγχρονης τεχνολογίας ήταν πρακτικά ανύπαρκτη. Κάθε ιατροδικαστής λειτουργούσε χωρίς ουσιαστικό έλεγχο, με αποτέλεσμα σοβαρά λάθη που αποκαλύφθηκαν σε πολύκροτες υποθέσεις. Ήδη, πέντε ιατροδικαστές έχουν τεθεί σε αργία.

Τι αλλάζει στις Ιατροδικαστικές Υπηρεσίες

Η μεταρρύθμιση, η οποία υλοποιείται τα τελευταία δύο χρόνια, περιλαμβάνει:

  • Προσλήψεις νέων ιατροδικαστών

  • Αλλαγές στον τρόπο πρόσληψης νεκροτόμων

  • Καθορισμό ελάχιστου υποχρεωτικού περιεχομένου για κάθε ιατροδικαστική έκθεση

  • Σύσταση Τριμελούς Επιτροπής Ιατροδικαστών για εποπτεία και έλεγχο

  • Ίδρυση νέων τοξικολογικών εργαστηρίων σε Πειραιά και Πάτρα

  • Υπαγωγή όλων των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών στη Γενική Διεύθυνση Ιατροδικαστικής για ενιαία λειτουργία και διαφάνεια

Πρωτόκολλο για την παιδική κακοποίηση – Στο τελικό στάδιο

Σε εξέλιξη βρίσκονται οι εργασίες ειδικής Επιτροπής που ετοιμάζει το πρώτο ενιαίο πρωτόκολλο για την ιατροδικαστική διερεύνηση περιστατικών παιδικής κακοποίησης. Όπως αναφέρει η ειδική γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης, Βίκυ Γιαβή, το πρωτόκολλο θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους και θα εφαρμοστεί υποχρεωτικά σε όλη τη χώρα.

Στην επιτροπή συμμετέχουν κορυφαίοι ιατροδικαστές, δικαστικοί, παιδίατροι, διευθυντές παιδιατρικών τμημάτων, ψυχολόγοι, αλλά και αξιωματικός της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων.

Δικαστικοί υπάλληλοι κατά δικαστών για απαξιωτικές συμπεριφορές

47χρονη, γιατρός

Νέα καταγγελία για τις συνθήκες απασχόλησης και τη συμπεριφορά που εισπράττουν από δικαστικούς λειτουργούς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ήρθε  από τον Σύλλογο Δικαστικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης (ΣΔΥΘ).

«Μην τολμήσεις να μου μιλήσεις για ωράριο, μην φωνάξεις τον Σύλλογο, πάρε τις δικογραφίες και προχώρα» υπήρξαν οι εκφράσεις δικαστικού λειτουργού προς γραμματέα του Εφετείου, ενώ σε άλλη περίπτωση στην Εισαγγελία Εφετών δικαστικός λειτουργός εκνευρίστηκε και επιτέθηκε σε υπάλληλο- γραμματέα γιατί οι δικογραφίες ήταν πολύ μεγάλες!

Κραυγή απόγνωσης δικαστικών υπαλλήλων

«Εμείς, οι Δικαστικοί Υπάλληλοι, έχουμε ως αρχή τη σωστή συνεργασία και τον αμοιβαίο σεβασμό τόσο με τους υπηρετούντες Δικαστικούς Λειτουργούς όσο και με τους Δικηγόρους της έδρας του Δικαστηρίου. Θεωρούμε ότι αντίθετες συμπεριφορές προερχόμενες από Δικαστικούς Λειτουργούς που μειώνουν και προσβάλλουν το Γραμματέα είναι μεμονωμένες και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζονται» σημειώνει ο ΣΔΥΘ, σε ανακοίνωση- καταγγελία που κοινοποιεί στους Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Πρόεδρο Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης Εφετείου Θεσσαλονίκης, Διευθύνοντα Εισαγγελία Εφετών Θεσσαλονίκης, Δικαστικούς Λειτουργούς του Εφετείου Θεσσαλονίκης και ΟΔΥΕ.

Ωστόσο, όπως τονίζεται, «δυστυχώς, με αφορμή διάφορα περιστατικά που περιήλθαν σε γνώση του Δ.Σ. του ΣΔΥΘ αναφορικά με απαξιωτικές συμπεριφορές Δικαστικών Λειτουργών του Εφετείου προς τους Δικαστικούς Υπαλλήλους του Εφετείου και της Εισαγγελίας Εφετών, ο ΣΔΥΘ δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι το ωράριό μας είναι αδιαπραγμάτευτο και δεν εφαρμόζεται κατά το δοκούν! Και τέτοιες απαράδεκτες συμπεριφορές είναι μη ανεκτές και καταδικαστέες! Αν ορισμένοι Δικαστικοί Λειτουργοί θεωρούν ότι οι Γραμματείς είναι «μη ομιλούντα εργαλεία» κάνουν λάθος!».

Σε κάθε περίπτωση διευκρινίζεται πως «ο Γραμματέας επ’ ουδενί ευθύνεται για την καθυστέρηση της απονομής της Δικαιοσύνης», με τον πρόεδρο του ΣΔΥΘ, Τριαντάφυλλο Φούντα, να δηλώνει πως «ο μόνος που δεν φταίει είναι ο δικαστικός υπάλληλος» και να επισημαίνει πως το ωράριο είναι μία από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις.

Όπως εξάλλου σημειώνει ενόψει και της ανακαίνισης του υφιστάμενου Δικαστικού Κτιρίου και δημιουργίας νέου στα τέλη του 2026 είχε αναφέρει προς την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης πως «άμα θέλετε Δικαιοσύνη γρήγορη, πάρτε υπαλλήλους, αυξήστε τα πινάκια».

Δεδομένου ότι, όπως χαρακτηριστικά λέει αυτή τη στιγμή είναι κενό το 30% των θέσεων και η αναλογία δικαστών προς δικαστικούς υπαλλήλους ενώ στην Ευρώπη είναι τουλάχιστον 1 προς 4, στην Ελλάδα κυμαίνεται στο 1 προς 1,2.

Και όπως τονίζεται στην ανακοίνωση «το Δ.Σ. του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης στηρίζει το αίτημα των συναδέλφων για αξιοπρέπεια και σεβασμό στον εργασιακό μας χώρο. Καλούμε τους συναδέλφους να απευθύνονται στο Δ.Σ. του ΣΔΥΘ σε κάθε περίπτωση εργασιακού εκφοβισμού».

Δεν είναι, βέβαια, οι μοναδικές περιπτώσεις καθώς αντίστοιχα περιστατικά έχουν καταγραφεί και από άλλους Συλλόγους. Μόλις τον περασμένο Ιούλιο ο Σύλλογος Δικαστικών Υπαλλήλων Αθήνας (ΣΔΥΑ) είχε καταγγείλει τις συμπεριφορές δικαστικών λειτουργών.

Αφορμή στάθηκε η στάση προέδρου του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, ο οποίος «θέλησε να επιβάλλει στη Γραμματέα την εκδίκαση ορισμένων υποθέσεων αφού είχε παρέλθει το ωράριο και παρότι η Γραμματέας της έδρας είχε ήδη δηλώσει ότι τηρεί ωράριο και είχε ήδη ξεκινήσει η αναβολή των υποθέσεων κατ’ άρθρο 349 ΚΠΔ λόγω παρέλευσης του ωραρίου της Γραμματέα».

Μάλιστα, σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΣΔΥΑ «απείλησε τη συνάδελφο επί της έδρας με υποβολή αναφοράς (!), την οποία και συνέταξε κιόλας, ενώ της είπε χαρακτηριστικά ότι ασκεί καταχρηστικά το δικαίωμά της στο ωράριο, επιχειρώντας να την τρομοκρατήσει και να αντιμετωπίσει έτσι το σθένος της συναδέλφου, η οποία δεν δέχτηκε την προσβολή της προσωπικότητάς της και την καταστρατήγηση του ωραρίου».

Αντιστοίχως, είχε προηγηθεί ανακοίνωση του ΣΔΥΑ με την οποία προχωρούσε σε καταγγελία σε βάρος Προέδρου σύνθεσης του Γ’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθήνας, για καταπάτηση εργασιακών δικαιωμάτων.

Όπως αναφερόταν στην ανακοίνωση, η Πρόεδρος της έδρας δεν επέτρεψε στη Γραμματέα του δικαστηρίου να τηρήσει το δικαίωμα της στο ωράριο, καταλήγοντας μάλιστα σε αποβολή της από τη σύνθεση και σε συνέχιση της συνεδρίασης με εκπαιδευόμενη γραμματέα. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΣΔΥΑ η πρόεδρος, “απείλησε τα μέλη του ΔΣ του ΣΔΥΑ που βρέθηκαν εκεί για να παρέμβουν με ποινική δίωξη”.

Είχε μάλιστα σημάνει καμπανάκι προς την τότε Πρόεδρο του Αρείου Πάγου Ιωάννα Κλάπα με αφορμή τα περιστατικά απαράδεκτης συμπεριφοράς δικαστικών λειτουργών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Η επιστολή της ΕνΔΕ στον Άρειο Πάγο και στα κόμματα

Ελληνική εταιρεία μήνυσε τον τουρκικό κολοσσό Trendyol για απάτη και πλαστογραφία

Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα υπόθεση απασχολεί τις τελευταίες μέρες την ελληνική Δικαιοσύνη. Ελληνική εταιρεία που δραστηριοποιείται στην εμπορία έτοιμων ανδρικών ενδυμάτων, κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα αλλά και μήνυση σε βάρος του τουρκικό κολοσσού Trendyol, για τα αδικήματα της απάτης, πλαστογραφίας και αθέμιτου ανταγωνισμού. Ο λόγος; Η χρήση του εμπορικού σήματος της ελληνικής εταιρείας και η παραγωγή προϊόντων μαϊμου με το σήμα αυτό.


Ρεπορτάζ: Βαγγέλης Τριάντης


Η Trendyol είναι μια πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η Trendyol «έχει δημιουργήσει μία από τις πιο δυναμικές κοινότητες επιρροής στην Ελλάδα» καθώς «συνεργάζεται ενεργά με πάνω από 1.000 influencers, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει περισσότερες από 15.000 δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον τελευταίο χρόνο».

Η ελληνική εταιρεία λοιπόν κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα σε βάρος της Trendyol με τα οποία ζητούσε να εκδοθεί προσωρινή διαταγή με την οποία η Τουρκική εταιρεία θα υποχρεούτο «στην απαγόρευση οποιασδήποτε χρήσης του εμπορικού της σήματος και συγκεκριμένα η απαγόρευση της παραγωγής και πώλησης ενδυμάτων με το ανωτέρω σήμα».

Επίσης στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ζητούσε να «κατασχεθούν και καταστραφούν όλα τα παραχθέντα προϊόντα με το εμπορικό σήμα» και να απαγορευτεί «οποιασδήποτε μορφής διαφήμισης των προϊόντων αυτών είτε σε οποιοδήποτε μέσο κοινωνικής δικτύωσης».

Τελικά το Δικαστήριο έκανε δεκτό το αίτημα της ελληνικής εταιρείας και εξέδωσε προσωρινή διαταγή με την οποία «υποχρεώνει προσωρινά» την Τουρκική εταιρεία «να παύσει κάθε χρήση του εμπορικού σήματος της ελληνικής εταιρείας στα απομιμητικά προϊόντα που παράγει» και να «παύσει να διαθέτει στην αγορά τα συγκεκριμένα προϊόντα». Μάλιστα σε περίπτωση που η Τουρκική εταιρεία δεν συμμορφωθεί με την προσωρινή διαταγή τότε θα είναι αντιμέτωπη με πρόστιμο ύψους 10.000 ευρώ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Απόφαση σταθμός κατά Τράπεζας για «phishing»: Αποζημίωση ύψους 380.000 ευρώ σε οικογένεια διεθνούς ποδοσφαιριστή

Η επιστολή της ΕνΔΕ στον Άρειο Πάγο και στα κόμματα

ΕνΔΕ

 Με σημερινή της ενημέρωση η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων έδωσε στη δημοσιότητα το περιεχόμενο της επιστολής που απέστειλε στον Άρειο Πάγο και στα πολιτικά κόμματα, αναφορικά με τις συμπεριφορές δικηγόρων που έχουν προκαλέσει την ενόχληση και τις σφοδρές αντιδράσεις της.

Αναλυτικά:

Σε εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ της Ένωσης, ενημερώσαμε τα πολιτικά κόμματα και την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου για τις απαράδεκτες συμπεριφορές δικηγόρων και την κάλυψη που τους παρέχει η ηγεσία των σωματείων τους και στείλαμε την παρακάτω επιστολή.

 Ενημέρωση των πολιτικών κομμάτων και της Προέδρου του Αρείου Πάγου για τις πρόσφατες αποφάσεις του Δ.Σ της Ένωσης       

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων στα πλαίσια των αποφάσεων που ελήφθησαν από το Δ.Σ. της, στην από 21.11.2025 συνεδρίαση, είναι υποχρεωμένη να ενημερώσει τα πολιτικά κόμματα της χώρας και την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου για την αυξανόμενη ένταση που παρουσιάζεται το τελευταίο διάστημα σε βάρος δικαστών και εισαγγελέων από μερίδα δικηγόρων και τις ολέθριες συνέπειες που μπορεί να έχει για τη λειτουργία του Κράτους Δικαίου η συνέχιση αυτής της θεσμικής διολίσθησης.

Η Ένωσή μας επέλεξε εδώ και μήνες σταθερά τη θεσμική οδό της επίσημης αναφοράς στα αρμόδια πειθαρχικά όργανα των δικηγορικών συλλόγων, κάθε φορά που υπήρχε περιστατικό ακραίας προσβλητικής και αντιδικονομικής συμπεριφοράς δικηγόρου. Σε αυτό το θεσμικό πλαίσιο, καταγγείλαμε περιστατικά συνηγόρων που εν μέσω ακροαματικής διαδικασίας καλούσαν την αστυνομική αρχή να συλλάβει συνθέσεις δικαστηρίων, δικηγόρου που εξύβριζε με χυδαίες εκφράσεις δικαστές και εισαγγελείς εντός και εκτός της δικαστικής αίθουσας, δικηγόρων που με αναρτήσεις τους ή με δημόσιες δηλώσεις τους συκοφάντησαν κατ΄ επανάληψη και δικαστές και εισαγγελείς ότι δήθεν αποφασίζουν κατόπιν πολιτικής παρέμβασης.

Με αφορμή την από 10.11.2025 ανακοίνωση της ΕΝΔΕ που αφορούσε το τελευταίο κρούσμα τέτοιας συμπεριφοράς από δικηγόρο καταδικασθέντος για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής και την διαβίβαση του σχετικού αποδεικτικού υλικού στα αρμόδια πειθαρχικά όργανα, ο Πρόεδρος του ΔΣΑ κ. Βερβεσός, αλλά και σημαντικός αριθμός υποψηφίων στις επικείμενες δικηγορικές εκλογές, χαρακτήρισαν σε δημόσιες τοποθετήσεις τους τις παραπάνω συμπεριφορές που καταγγείλαμε αρμοδίως και δημοσίως ως «κριτική δικαστικών αποφάσεων», εντάσσοντάς αυτές στο «δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης κάθε πολίτη» και απαξίωσαν τη θεσμική στάση της Ένωσής μας να αναφέρεται στα αρμόδια θεσμικά όργανα. Με τον τρόπο αυτό, αφενός παρενέβησαν ουσιωδώς στην πειθαρχική διαδικασία, προδικάζοντας το αποτέλεσμά της, αφετέρου εξέφρασαν σαφώς την πρόθεσή τους και στο μέλλον να λαμβάνουν υπόψιν την εξαπόλυση συκοφαντικών ισχυρισμών κατά δικαστών και εισαγγελέων, ως «κριτική», αδρανοποιώντας στην πράξη τον πειθαρχικό έλεγχο, ο οποίος σε πρώτο βαθμό ασκείται αποκλειστικά από τα πειθαρχικά συμβούλια των συλλόγων που αποτελούνται αμιγώς από δικηγόρους, ενώ σε δεύτερο βαθμό από μικτό όργανο με τη συμμετοχή ανώτατων δικαστικών.

Ενόψει αυτής της πρωτοφανούς και διακηρυσσόμενης ουσιαστικής αδράνειας, ο Πρόεδρος τη ΕΝΔΕ, σε συνέδριο που έλαβε χώρα την 15 και 16 Νοεμβρίου, έκανε την εξής τοποθέτηση, που αντιπροσωπεύει το σύνολο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων: «Η επιδίωξη να επιλύσουμε ζητήματα που αφορούν την ταχύτητα στους ρυθμούς έκδοσης αποφάσεων, προϋποθέτει μια Δικαιοσύνη που σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα λειτουργεί ικανοποιητικά. Και κυρίως έχει συμφωνήσει σε ένα πλαίσιο τήρησης αυτονόητων κανόνων σεβασμού  από τους παράγοντες της δίκης. Οι αρμονικές σχέσεις μας με τους δικηγόρους ήταν επιδίωξή μας όχι από λόγους κοινωνικής αβρότητας αλλά απρόσκοπτης λειτουργίας του θεσμού που υπηρετούμε. Τα φαινόμενα δικηγόρων, που επιδιώκοντας δημοσιότητα και προβολή, ή ακόμα και απόπειρα άσκησης πίεσης προς όφελος του πελάτη τους, δεν διστάζουν να αξιοποιούν κάθε είδους συκοφαντία και χυδαιότητα σε βάρος δικαστικών λειτουργών, ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας ακροαματικής διαδικασίας, έχουν αυξηθεί με γεωμετρική πρόοδο τους τελευταίους μήνες.  Το γεγονός ότι αρχίζουμε ως νομικοί όχι μόνο να συνηθίζουμε αλλά και να δικαιολογούμε τέτοιες απαράδεκτες συμπεριφορές, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την απόλυτα θεμιτή άσκηση κριτικής, είτε με την δικαιολογία πως πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά είτε διότι τάχα εντάσσονται  στο υπερασπιστικό δικαίωμα, είναι μία από τις πολλές αιτίες υπονόμευσης της αξιοπιστίας της δικαιοσύνης στον λαό. Η άσκηση κριτικής ακόμα και στα ακραία όριά της δεν ταυτίζεται με τη συκοφαντία, τη λάσπη, τη χυδαιότητα. Αυτή η διάκριση που είναι κατανοητή όχι μόνο από έναν νομικό αλλά και από τον απλό πολίτη, έχει ξεθωριάσει στη σκέψη του προέδρου και ορισμένων υποψηφίων προέδρων του ΔΣΑ λίγες μέρες πριν τις αρχαιρεσίες στον σύλλογό τους. Είναι αλήθεια πως η μεγάλη πλειοψηφία των υποψηφίων αντιστάθηκε στην πίεση που μεθοδευμένα ασκήθηκε από ορισμένους. Τους καλούμε να μην παρασύρονται από την συγκυρία ούτε να τοποθετούν τη συναδελφική αλληλεγγύη πάνω από την υπεράσπιση του κύρους της Δικαιοσύνης. Ο σεβασμός μιας δικαστικής απόφασης προϋποθέτει τον σεβασμό της προσωπικότητας του δικαστή που την εκδίδει. Εάν δεν αναγνωρίσουμε την έκταση που έχει λάβει το φαινόμενο, εάν αρνούνται να αναλάβουν οι ίδιοι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι την ενασχόλησή τους με βαριά πειθαρχικά αδικήματα που τελούν τα μέλη τους και αποδέχονται την χορήγηση μιας ιδιότυπης ασυλίας στα πλαίσια της μεταξύ τους αλληλεγγύης, εάν ο τυφλός αντιδικαστικός βερμπαλισμός θεωρείται για κάποιους διαβατήριο για μία θέση στα ΔΣ των δικηγορικών συλλόγων, τότε η ευθύνη για τον έλεγχο ακραίων και αντιθεσμικών συμπεριφορών δικηγόρων, θα πρέπει να περάσει στη δωσιδικία δικαστικών οργάνων. Υπονομεύουν οι ίδιοι οι δικηγόροι έτσι το μοναδικό πλεονέκτημα της αυτοοργάνωσης, τον ειδικό ρόλο που τους έχει ανατεθεί από τον νομοθέτη: να κρίνουν οι ίδιοι τα πειθαρχικά παραπτώματα των μελών τους. Η κοινωνία απαιτεί πλέον να μιλάμε ξεκάθαρα, ανοιχτά, ειλικρινά. Αν δεν έχουμε το θάρρος να το κάνουμε θα είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι της διάψευσης των προσδοκιών του λαού για μια δικαιοσύνη περισσότερο λειτουργική από αυτήν που έχουμε σήμερα. Η πολιτεία δεν μπορεί να μένει αμέτοχος θεατής, ουδέτερος παρατηρητής της κατάστασης για την οποία εμείς έγκαιρα ενημερώσαμε αλλά επιβάλλεται να προχωρήσει άμεσα στη λήψη μέτρων ανάλογων με όσα ισχύουν σε άλλα κράτη».

Σε αυτή την τοποθέτηση που αποτελεί απλή επισήμανση του αυτονόητου για μια χώρα που θέλει να ανήκει στην οικογένεια του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού, η Συντονιστική Επιτροπή των Προέδρων των Δικηγορικών συλλόγων απάντησε με την από 17.11.2025 θλιβερή ανακοίνωση, με την οποία χωρίς να κάνει οιαδήποτε αναφορά στα όσα αήθη εξαπολύονται σε βάρος δικαστών και εισαγγελέων, επιτέθηκε εναντίον της ΕΝΔΕ και του Προέδρου της προσωπικά, επαναλαμβάνοντας ότι οι περιγραφόμενες ακραίες συμπεριφορές δικηγόρων αποτελούν «κριτική» του δικηγορικού σώματος και εκφράζοντας την άποψη ότι η θέση που εξέφρασε ο Πρόεδρος της ΕΝΔΕ «περί υποκατάστασης της πειθαρχικής δικαιοδοσίας των δικηγορικών συλλόγων από «δικαστικά όργανα» έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο», εξαγγέλλοντας ταυτόχρονα μέτρα τα οποία αποτελούν μαύρη σελίδα στην δημοκρατική ιστορία του Δικηγορικού Σώματος  και συγκεκριμένα «1. Να μην συμμετέχουν οι δικηγορικοί σύλλογοι εφεξής και μέχρι ανακλήσεως των δηλώσεων του Προέδρου της ΕνΔΕ σε οποιαδήποτε Επιτροπή ή Ομάδα Εργασίας , θεσμοθετημένη ή μη, καθώς επίσης και σε οποιαδήποτε εκδήλωση, ημερίδα ή Συνέδριο, όπου μετέχουν εκπρόσωποι της ΕνΔΕ, 2. Να καλέσει όλες τις Δικαστικές Ενώσεις της χώρας να τοποθετηθούν  εάν συμφωνούν με τις δηλώσεις του Πρόεδρου της ΕνΔΕ που πλήττουν ευθέως την αυτορρύθμιση του δικηγορικού λειτουργήματος, 3. Να προτείνει στους Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας να αποφασίσουν δίωρη αποχή των μελών τους την Τρίτη 25.11.2025 σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις δηλώσεις του Προέδρου της ΕνΔΕ και να επιδώσουν σχετικά ψηφίσματα διαμαρτυρίας. 4. Την αποχή από την πρώτη  συνεδρίαση του Δ’ Τμήματος του Εφετείου Αθηνών, στη σύνθεση του οποίου μετέχει ο Πρόεδρος της ΕνΔΕ.». Περαιτέρω, με την από 23.11.2025 δεύτερη ανακοίνωσή του η Συντονιστική Επιτροπή των Προέδρων Δ.Σ. δήλωσε ότι  «εμμένει στην από  17.11.2025 απόφασή της και αποφάσισε επιπρόσθετα  να καλέσει, στο αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα,  τις λοιπές δικαστικές ενώσεις και τα πολιτικά κόμματα σε κοινή συνάντηση για τη θεσμοθέτηση κοινού Κώδικα Δεοντολογίας που θα διέπει τις εν γένει σχέσεις δικηγόρων και δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών».

Το Δ.Σ. της Ένωσής μας, με την από 22.11.2025 απόφαση του, καταδίκασε την οποιαδήποτε προσπάθεια δικαιολόγησης χυδαίων και συκοφαντικών δηλώσεων δικηγόρων με το πρόσχημα της δήθεν άσκησης κριτικής και δηλώσαμε ότι δεν είμαστε πλέον διατεθειμένοι να μένουμε απαθείς σε τέτοιες αήθεις συμπεριφορές που προσβάλουν την προσωπικότητα και το θεσμικό κύρος των δικαστικών λειτουργών. Ακολούθως αποφασίσαμε ως πρώτο επίπεδο αντίδρασης: 1. Ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστών για την κατάσταση με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι και έκδοση σχετικού Ψηφίσματος, 2. Ενημέρωση των πολιτικών κομμάτων, 3. Ενημέρωση της Προέδρου του Αρείου Πάγου, 4. Αίτημα αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τον πειθαρχικό έλεγχο ακραίων συμπεριφορών δικηγόρων στα πρότυπα των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών, 5. Μη πρόσκληση των Δικηγορικών Συλλόγων στην ετήσια Γενική Συνέλευση της Ένωσης και αναστολή κάθε κοινής δράσης.

Είναι σαφές ότι Κράτος Δικαίου χωρίς ελεύθερη και ανεξάρτητη Δικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρξει. Όμως, η ελευθερία και η ανεξαρτησία της προϋποθέτει την ύπαρξη επαρκούς θεσμικού πλαισίου προστασίας των δικαστικών λειτουργών από εκείνους τους λίγους, αλλά ισχυρούς, του δικηγορικού Σώματος, που αντιλαμβάνονται την δικαιοδοτική διαδικασία ως ευκαιρία αυτοπροβολής και άσκησης αθέμιτης πολιτικής ή επαγγελματικής πίεσης υπέρ των πελατών τους ή των συμφερόντων που εξυπηρετούν. Το πρόβλημα το είχαμε επισημάνει ήδη από καιρό, αλλά σήμερα αποδεικνύεται ότι ο έλεγχος έχει χαθεί και η λογική μπορεί να επανέλθει μόνο μέσα από τη λήψη ουσιαστικών μέτρων τα οποία ήδη έχουμε προτείνει προς τον κ. Υπουργό της Δικαιοσύνης με την από 23.06.2025 επιστολή μας με θέμα «Θέμα: Προστασία δικαστικών λειτουργών κατά την συνεδρίαση του Δικαστηρίου από ακραίες συμπεριφορές δικηγόρων» την οποία ενσωματώνουμε στην παρούσα αναφορά, προκειμένου να καταστεί αντικείμενο επεξεργασίας από όλα τα πολιτικά κόμματα. Στην επιστολή αυτή γίνεται συγκριτική μελέτη για τους νομοθετικούς τρόπους αντιμετώπισης τέτοιων φαινομένων σε άλλες χώρες του ηπειρωτικού ή του αγγλοσαξωνικού δικαιικού συστήματος και προτείνεται συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση, με σκοπό τον αποτελεσματικό περιορισμό της απρέπειας και της αντιδικονομικής παρέλκυσης των δικών.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν πρόκειται για ζήτημα συντεχνιακό. Είναι ζήτημα βαθιά θεσμικό και αφορά τη λειτουργία της Δημοκρατίας μας. Οι υποθέσεις δεν γίνεται να δικάζονται εν μέσω συκοφαντιών και προσβολών και μόνο όταν ή όπως επιθυμούν εκείνοι που συγχέουν τη δικαιοδοτική κρίση με τα συμφέροντά τους. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, μέσω ουσιαστικών συναινέσεων του πολιτικού κόσμου, τα φαινόμενα αυτά αναμένεται να διογκωθούν, να βρουν νέους μιμητές και να πλήξουν έτι περαιτέρω το κύρος της Δικαιοσύνης εις βάρος των πολιτών και προς όφελος ανεξέλεγκτων φορέων συμφερόντων.

 Ακολουθεί το περιεχόμενο της από 23.06.2025 επιστολή που αποστείλαμε στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης:

 

Θέμα: Προστασία δικαστικών λειτουργών κατά την συνεδρίαση του Δικαστηρίου από ακραίες συμπεριφορές δικηγόρων

       

Γενικές Παρατηρήσεις- Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα – Το υφιστάμενο πλαίσιο

Το τελευταίο διάστημα με ιδιαίτερη ανησυχία έχουμε παρακολουθήσει την αύξηση περιστατικών ακραίων και, ορισμένες φορές, βίαιων συμπεριφορών πολιτών και δικηγόρων σε βάρος δικαστικών λειτουργών. Συμπεριφορές διαπόμπευσης δικαστικών λειτουργών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και παρεμπόδισής τους να επιτελέσουν αυτά ευτελίζουν τις διαδικασίες, υποβαθμίζουν τον θεσμικό ρόλο του δικαστή και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στη δικαιοσύνη, η οποία προϋποθέτει εκτός των άλλων αυτονοήτως σεβασμό στις διαδικασίες απονομής της. Χαρακτηριστική ως προς τη σημασία της προστασίας του κύρους της  δικαστικής εξουσίας είναι η νομολογία του ΕΔΔΑ, κατά την οποία αυτό που διακυβεύεται είναι η εμπιστοσύνη που πρέπει να εμπνέουν τα δικαστήρια σε μια δημοκρατική κοινωνία στον κατηγορούμενο, όσον αφορά τις ποινικές διαδικασίες, καθώς και στο ευρύ κοινό (βλ. ΕΔΔΑ, Κυπριανού κατά Κύπρου, 73797/01, 15-12-2005, §172). Η αντιμετώπιση τέτοιων συμπεριφορών, εξάλλου, συνδέεται κατ’ ουσία με την προστασία της ανεξαρτησίας και αμεροληψίας του Δικαστή, ο οποίος είναι αναγκαίο να προστατεύεται αποτελεσματικά από τέτοιες παρεμβάσεις. Συναφής είναι η Σύσταση RM/Rec(2010)12 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης προς τα κράτη μέλη σχετικά με τους δικαστές: ανεξαρτησία, αποτελεσματικότητα και ευθύνες, σύμφωνα με την οποία (§13) «θα πρέπει να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για τον σεβασμό, την προστασία και την προώθηση της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας των δικαστών», ενώ στο επεξηγηματικό υπόμνημά της εξηγείται ότι τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν νόμους όπως οι διατάξεις περί «περιφρόνησης του δικαστηρίου» (contempt of court) που υπάρχουν ήδη σε ορισμένα κράτη μέλη και επισημαίνεται ότι η έννοια της περιφρόνησης του δικαστηρίου (είτε αστική – παραβίαση δικαστικής απόφασης – είτε ποινική, συγκεκριμένα, ασέβεια προς την εξουσία του δικαστηρίου) προέρχεται από το common law και αποτελεί μέρος του μηχανισμού που επιτρέπει στα δικαστήρια να διασφαλίζουν ότι δεν υπάρχει αδικαιολόγητη παρέμβαση στη δικαστική διαδικασία και ότι οι δικαστικές διαταγές τηρούνται (σελ. 21 και υποσημ. 1).

Επί του παρόντος, στο πλαίσιο της ημεδαπής έννομης τάξης, οι δυνατότητες και υποχρεώσεις του δικαστή που βρίσκεται αντιμέτωπος με τέτοιες συμπεριφορές προκύπτουν κυρίως από τις διατάξεις των άρθρων 207 ΚΠολΔ και 336 ΚΠΔ, σε συνδυασμό και με αυτές των άρθρων 38 και 39 ΚΠΔ, σε περίπτωση στοιχειοθέτησης αξιόποινης πράξης. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει η διαφοροποιημένη αντιμετώπιση των δικηγόρων σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες, καθώς, ενώ στην περίπτωση των υπολοίπων πολιτών προβλέπεται, η επιβολή χρηματικής ποινής, είτε αποβολής – απομάκρυνσης, είτε κράτησης έως 24 ωρών, για τις αντίστοιχες συμπεριφορές δικηγόρων προβλέπεται διαφορετική αντιμετώπιση. Ειδικότερα, ως προς την πολιτική δίκη, από τη διάταξη του άρθρου 207§2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν αυτός που θορυβεί ή ο παραβάτης (των μέτρων που έχουν ληφθεί ή των διαταγών που έχουν δοθεί) είναι δικηγόρος, το δικαστήριο ανακοινώνει το πειθαρχικό παράπτωμα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 155 του Κώδικα Δικηγόρων. Εξάλλου, ως προς την ποινική δίκη, στη διάταξη του άρθρου 336 §2 ΚΠΔ, προβλέπεται ότι το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει κατά του συνηγόρου που δημιουργεί θόρυβο ή δείχνει ανυπακοή σε μέτρα που αποφασίστηκαν μόνο τις πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στις περ. α΄ και β΄ του άρθρου 142 του Κώδικα Δικηγόρων, ήτοι αυτές της σύστασης και της επίπληξης, αφού μάλιστα προηγηθεί σύντομη διακοπή της συνεδρίασης για να προετοιμάσει ο συνήγορος την υπεράσπισή του, ενώ, σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή βαριάς και επανειλημμένης προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του, το δικαστήριο, πέραν της υποχρέωσης ανακοίνωσης αξιόποινης πράξης, υποχρεούται να υποβάλλει πειθαρχική αναφορά ενώπιον του Προέδρου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, διαβιβάζοντας αντίγραφα των πρακτικών της δίκης για την κίνηση της προβλεπόμενης στον Κώδικα Δικηγόρων πειθαρχικής διαδικασίας. Περαιτέρω, στην περίπτωση που η συμπεριφορά του πολίτη ή δικηγόρου πληροί τα στοιχεία κάποιας αξιόποινης πράξης, για τον μεν πολίτη είναι δυνατή η άμεση σύλληψη και εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας (βλ. άρθρο 116 ΚΠΔ), για τον δε δικηγόρο, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων (βλ. άρθρο 39 §§ 3 και 4), η σύλληψη, για οποιαδήποτε αιτία, απαγορεύεται όταν ο δικηγόρος χειρίζεται υπόθεση στο ακροατήριο και μέχρι την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας, καθώς και κατά τη διάρκεια λήψης απολογίας εντολέα του ενώπιον ανακριτή, ενώ αποκλείεται και η εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας (άρθρο 39 §4 Κώδικα Δικηγόρων), η οποία σε κάθε περίπτωση δεν εφαρμοζόταν στην πράξη ενώπιον των Εφετείων, τα οποία θα είναι αρμόδια, λόγω της ιδιάζουσας δωσιδικίας των δικηγόρων.

Ενόψει των ανωτέρω, το ισχύον καθεστώς φαίνεται επαρκές όσον αφορά την αντιμετώπιση οποιασδήποτε συμπεριφοράς πολιτών, όχι όμως και όσον αφορά την αντιμετώπιση ακραίων συμπεριφορών δικηγόρων. Τούτο διότι, το δικαστήριο στο ακροατήριο του οποίου λαμβάνει χώρα ακόμα και μία βίαιη συμπεριφορά περιορίζεται στη δυνατότητα επιβολής των πειθαρχικών ποινών της σύστασης και της επίπληξης και της σύνταξης αναφοράς και έκθεσης προκειμένου να ακολουθηθεί, εκ των υστέρων, η πειθαρχική και ποινική διαδικασία, ενώ στερείται, στην πραγματικότητα οποιουδήποτε μέσου προκειμένου να επιβάλει τη συμμόρφωση του δικηγόρου, να εμποδίσει επανάληψη της συμπεριφοράς του και να διασφαλίσει την ομαλή διεξαγωγή της δίκης. Χαρακτηριστικό της ανεπάρκειας των υφιστάμενων διατάξεων είναι ότι κατά το γράμμα, τουλάχιστον, της διάταξης του άρθρου 39 §4 Κώδικα Δικηγόρων, η σύλληψη του δικηγόρου κατά τη διάρκεια της δίκης ή της ανάκρισης δεν επιτρέπεται για οποιαδήποτε αιτία, ήτοι ακόμα και για την ενδεχόμενη τέλεση κακουργήματος στο ακροατήριο, με αποτέλεσμα να προτείνεται η συσταλτική ερμηνεία της διάταξης αυτής (βλ. Σ. Μπαλτά σε Κ. Γώγου/Ι. Κωνσταντίνου, Κώδικας Δικηγόρων, άρθρο 39 αρ. 23).

Σημειωτέον ότι συμπεριφορές δικηγόρων που υπερβαίνουν τα επιτρεπόμενα όρια, ανεξαρτήτως της συχνότητας ή σπανιότητάς τους, αυτονοήτως λειτουργούν δυσμενέστερα ως προς το κύρος της δικαστικής εξουσίας από αντίστοιχες συμπεριφορές απλών πολιτών, λόγω του ιδιαίτερου ρόλου των δικηγόρων ως συλλειτουργών της δικαιοσύνης (άρθρο 2 Κώδικα Δικηγόρων), ο οποίος συνεπάγεται και ευθύνη διατήρησης της εμπιστοσύνης των πολιτών σε αυτή. Κατά τη σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ, οι δικηγόροι, ενόψει της κεντρικής θέσης τους στην απονομή δικαιοσύνης, διαδραματίζουν βασικό ρόλο στο να διασφαλίσουν ότι τα δικαστήρια, η αποστολή των οποίων είναι πρωταρχικής σημασίας σε ένα κράτος δικαίου, απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης του κοινού (βλ. ΕΔΔΑ, Morice κατά Γαλλίας, 29369/2010, 23-4-2015, §132).

Το διεθνές πλαίσιο

Ως προς την έρευνα των μέσων αντιμετώπισης του ζητήματος σε άλλες έννομες τάξεις, ενδεικτικά αναφέρονται τα κάτωθι:

Στα περιβάλλοντα των δικαιοδοσιών του common law, το ζήτημα αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο της ευρύτερης έννοιας της περιφρόνησης του δικαστηρίου (contempt of court). Ειδικότερα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, η περιφρόνηση του δικαστηρίου αναφέρεται σε ενέργειες που δεν σέβονται την εξουσία του δικαστηρίου, διαταράσσουν τη διαδικασία ή υπονομεύουν τη νομική διαδικασία. Μεταξύ άλλων στην έννοια αυτή εμπίπτουν και ενέργειες που παρεμποδίζουν τη δικαιοσύνη, όπως η διατάραξη της δικαστικής διαδικασίας. Οι ποινές περιλαμβάνουν πρόστιμα ή και φυλάκιση. Στην ομοσπονδιακή νομοθεσία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και συγκεκριμένα στη διάταξη του Title 18, United States Code, Section 401, όπως ισχύει μετά την τελευταία του τροποποίηση το έτος 2002, παρέχεται ορισμός κατά τον οποίο περιφρόνηση δικαστηρίου συνιστά, εκτός των άλλων, κάθε ανάρμοστη συμπεριφορά οποιουδήποτε προσώπου ενώπιον δικαστηρίου ή τόσο κοντά σε αυτό ώστε να παρεμποδίζεται η απονομή της δικαιοσύνης και κάθε ανάρμοστη συμπεριφορά οποιουδήποτε λειτουργού («officer») του δικαστηρίου, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι δικηγόροι, κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Με βάση δε την ίδια ως άνω διάταξη, κάθε ομοσπονδιακό δικαστήριο τιμωρεί την περιφρόνηση με φυλάκιση ή χρηματική ποινή ή και με τις δύο ποινές. Αξίζει να παρατηρηθεί ότι αρμόδιο για την επιβολή της ποινής είναι το ίδιο το δικαστήριο ενώπιον του οποίου τελέστηκε το έγκλημα και μάλιστα κατά την ίδια συνεδρίαση, ενώ η διάταξη εμφανίζεται πιο αυστηρή για δικαστικούς λειτουργούς και υπαλλήλους, αφού για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος δεν απαιτείται αντικειμενικά η παρεμπόδιση της απονομής της δικαιοσύνης, όπως συμβαίνει για όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα. Στην Αυστραλία, η έννοια του criminal contempt έχει διαπλαστεί από τη νομολογία και ισχύει ως common law, με βάση το precedence των αυστραλιανών δικαστηρίων. Καθώς πρόκειται για έννοια common law που δεν έχει αποτυπωθεί σε νόμο (act), τα επιμέρους στοιχεία του παραμένουν ρευστά και εξειδικεύονται κατά περίπτωση από τα δικαστήρια. Γενικώς, όμως, ως criminal contempt ορίζεται η λόγω ή/και έργω παρεμπόδιση της λειτουργίας των δικαστηρίων. Η νομολογία έχει επεκτείνει την έννοια του criminal contempt και σε πράξεις που λαμβάνουν χώρα εκτός του ακροατηρίου, αλλά δύνανται να επηρεάσουν δυσμενώς τη διαδικασία, όπως λ.χ. η απόπειρα επηρεασμού ενόρκων (contempt in the face of the court και contempt in the back of the court). Η νομολογία πάντως έχει εντοπίσει ως κύριες μορφές criminal contempt τις κάτωθι: α. παρεμπόδιση ή διατάραξη συνεδρίασης δικαστηρίου, β. η απρεπής συμπεριφορά έναντι δικαστικών λειτουργών και υπαλλήλων, γ. η άρνηση του μάρτυρα να απαντήσει σε ερώτηση που του έγινε, δ. η χωρίς άδεια μαγνητοφώνηση ή/και μαγνητοσκόπηση συνεδρίασης δικαστηρίου. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι στην Αυστραλία, όπως και στις περισσότερες δικαιοδοσίες του common law, η εξουσία εκδίκασης του criminal contempt ανήκει εγγενώς στο δικαστήριο ενώπιον του οποίου αυτή τελέστηκε.

Σε γενικές γραμμές σε διάφορες χώρες της Ευρώπης τα δικαστήρια, σε περιπτώσεις ανυπακοής στα μέτρα του δικαστηρίου (π.χ. αφαίρεση λόγου) και προσβολής του δικαστηρίου κατά τη διάρκεια των διαδικασιών, μπορούν να επιβάλλουν σε δικηγόρους τα εξής: α) απομάκρυνση από την αίθουσα, β) πρόστιμα ως ποινές τάξης, γ) ποινικές κυρώσεις σε περιπτώσεις σοβαρότερων προσβολών. Οι πειθαρχικές ποινές καθαυτές επιβάλλονται από τους δικηγορικούς συλλόγους κατά γενικό κανόνα. Ειδικότερα, στην Ισπανία, εφόσον η συμπεριφορά δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα, μπορούν να επιβάλλονται από την αρχή ενώπιον της οποίας διεξάγεται η διαδικασία, ή σε ξεχωριστή διαδικασία, προειδοποίηση ή πρόστιμο το ανώτατο ποσό του οποίου είναι εκείνο που προβλέπεται στον Ποινικό Κώδικα ως ποινή για πλημμελήματα, με δικαίωμα προσφυγής κατ’ αυτών. Στη Γαλλία, στην ποινική δίκη εάν ένα πρόσωπο – συμπεριλαμβανομένων των δικηγόρων – διαταράσσει με οποιονδήποτε τρόπο την τάξη κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο πρόεδρος του δικαστηρίου μπορεί να διατάξει την απομάκρυνσή του από την αίθουσα. Εάν το εν λόγω πρόσωπο αντισταθεί ή προκαλέσει διαταραχή κατά την εκτέλεση αυτού του μέτρου, μπορεί να τεθεί υπό κράτηση, να δικαστεί και να τιμωρηθεί με φυλάκιση δύο ετών. Στην πολιτική δίκη ομοίως μπορεί να διαταχθεί η απομάκρυνσή του. Κατά τα λοιπά, οι πειθαρχικές ποινές επιβάλλονται από τα πειθαρχικά σώματα των δικηγορικών συλλόγων. Στην Πολωνία το δικαστήριο μπορεί να επιπλήξει ή και να αποβάλει από την αίθουσα οποιοδήποτε πρόσωπο και δικηγόρο που παραβιάζει την ακεραιότητα, την τάξη και την ηρεμία των διαδικασιών, και σε περίπτωση προσβολής του δικαστηρίου ή των προσώπων που μετέχουν στη διαδικασία ή άλλων αρχών να επιβάλει ως πειθαρχικό μέτρο χρηματικό πρόστιμο (μέχρι 700 €) ή φυλάκιση μέχρι 14 ημερών (ειδικά σε κρατούμενο μπορεί να επιβάλει ποινές σύμφωνα με το σωφρονιστικό δίκαιο).

Στη Ρωσική Ομοσπονδία προβλέπεται η περιφρόνηση δικαστηρίου ως ποινικό αδίκημα, τιμωρούμενο με χρηματική ποινή ή κοινωνική εργασία ή κράτηση, καθώς και διατάξεις επιβολής μέτρων τάξης, που προβλέπονται στους κώδικες πολιτικής και ποινικής δικονομίας. Ειδικότερα, στον κώδικα ποινικής δικονομίας προβλέπεται ότι εάν παραβιαστεί η τάξη κατά τη συνεδρίαση δικαστηρίου ή εάν πρόσωπο παρόν στην αίθουσα αρνείται να συμμορφωθεί προς τις διαταγές του διευθύνοντος τη συζήτηση και αφού έχει προηγουμένως προειδοποιηθεί για το παράνομο της συμπεριφοράς του, είτε θα οδηγηθεί εκτός της αίθουσας είτε θα του επιβληθεί πρόστιμο τάξης, ενώ εάν ο εισαγγελέας ή συνήγορος διαδίκου αρνείται να συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις του διευθύνοντος τη συζήτηση, η διαδικασία μπορεί να ανασταλεί με απόφαση του δικαστηρίου, εφόσον είναι αδύνατη η αντικατάσταση του υπαίτιου προσώπου από άλλο. Στην περίπτωση αυτή, ενημερώνεται ο προϊστάμενος της εισαγγελίας ή ο πρόεδρος του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Αντίστοιχα στον κώδικα πολιτικής δικονομίας προβλέπεται η δυνατότητα, μετά την προειδοποίηση, απομάκρυνσης οποιουδήποτε προσώπου, η δυνατότητα επιβολής προστίμου και η διαβίβαση στις αρμόδιες αρχές σε περίπτωση που η πράξη διατάραξης στοιχειοθετεί και ποινικό αδίκημα.

Τρόποι αντιμετώπισης

Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι οι πιθανοί τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος τυχόν συμπεριφορών δικηγόρων που διαταράσσουν την ομαλή διεξαγωγή της δίκης υπερβαίνοντας τα επιτρεπόμενα όρια είναι είτε η άμεση ποινική αντιμετώπιση της συμπεριφοράς με τη θέσπιση ειδικού νομικού πλαισίου περί περιφρόνησης του δικαστηρίου, είτε η δυνατότητα επιβολής ουσιαστικά αποτρεπτικών πειθαρχικών ποινών από το δικαστήριο, είτε η απομάκρυνση του δικηγόρου από την αίθουσα του δικαστηρίου. Συνεκτιμώντας τις ιδιαιτερότητες της ημεδαπής έννομης τάξης που θα καθιστούσαν μάλλον δυσχερή την αντιμετώπιση του ζητήματος μέσω της έννοιας της περιφρόνησης του δικαστηρίου, τη σημασία προστασίας της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη, καθώς και την αρχή της αναλογικότητας, θεωρούμε ότι θα πρέπει να προτιμηθεί, ως πλέον ήπια, η λύση της δυνατότητας, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή βαριάς και επανειλημμένης προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του (κατά την ήδη χρησιμοποιούμενη διατύπωση του άρθρου 336 §2 ΚΠΔ), απομάκρυνσης του δικηγόρου από την αίθουσα του δικαστηρίου και αποβολής του από τη συγκεκριμένη δίκη, παράλληλα με την ήδη υφιστάμενη υποχρέωση υποβολής πειθαρχικής αναφοράς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση αξιόποινης πράξης, σύνταξης έκθεσης και διαβίβασής της στον εισαγγελέα (άρθρο 39 ΚΠΔ). Αυτονόητο είναι ότι η απομάκρυνση θα μπορεί, όπως γενικά οι ποινές τάξεις, εν ανάγκη να εκτελεστεί με τη συνδρομή της αστυνομικής φρουράς, ενώ περιπτώσεις απείθειας ή αντίστασης του δικηγόρου μπορούν να αντιμετωπιστούν με τις ήδη ισχύουσες διατάξεις, με την  επισήμανση ότι στην περίπτωση αυτή, ενόψει της αποβολής του, ο δικηγόρος δεν θα χειρίζεται πλέον την υπόθεση στο ακροατήριο, οπότε είναι δυνατή σε περίπτωση τέλεσης αυτόφωρου εγκλήματος η σύλληψή του, ανεξάρτητα από τη μη δυνατότητα εκδίκασης της υπόθεσης με την αυτόφωρη διαδικασία. Εξάλλου, θα πρέπει να προβλεφθεί υποχρέωση διακοπής της ποινικής δίκης, εφόσον ο διάδικος του οποίου ο δικηγόρος αποβλήθηκε το ζητήσει προκειμένου να παρασταθεί με (ή να εκπροσωπηθεί από) άλλο δικηγόρο της επιλογής του και υποχρέωση αυτεπάγγελτης αναβολής της πολιτικής δίκης σε σύντομη κατά το δυνατό δικάσιμο, προς διασφάλιση του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη. Ανάγκη εφαρμογής των ανωτέρω προβλέψεων περί διακοπής ή αναβολής της δίκης κατ’ αρχήν δεν υφίσταται όταν ο διάδικος παρίσταται με ή εκπροσωπείται από περισσότερους του ενός δικηγόρων. Στην περίπτωση της εκπροσώπησης απόντος διαδίκου από δικηγόρο σε ποινική δίκη, οπότε δεν θα είναι δυνατή η υποβολή σχετικού αιτήματος, θα πρέπει να προβλεφθεί υποχρεωτική διακοπή της συζήτησης της υπόθεσης και κλήτευση του απόντος διαδίκου με την επίδοση σε εκείνον αποσπάσματος των πρακτικών στα οποία θα έχει καταχωριστεί η αποβολή του συνηγόρου του και η διάταξη περί διακοπής.  Τέλος, τυχόν ιδιαίτερες περιπτώσεις (π.χ. ανάγκης παράστασης με περισσότερους από έναν δικηγόρους ή μη επάρκειας του χρόνου της διακοπής) είναι αυτονοήτως δυνατόν να αντιμετωπιστούν με την εφαρμογή των γενικών διατάξεων.

 

 

Προτεινόμενη ρύθμιση

 

Ενόψει των ανωτέρω, προτείνονται οι εξής αλλαγές στις σχετικές διατάξεις των κωδίκων πολιτικής και ποινικής δικονομίας:

Στην παρ. 2 του άρθρου 207 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθενται νέα δεύτερο και τρίτο εδάφια και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Αν αυτός που θορυβεί ή ο παραβάτης είναι δικηγόρος, το δικαστήριο, είτε πρόκειται για συνεδρίαση στο ακροατήριο, είτε πρόκειται για ενέργεια πράξης έξω από αυτό, εφαρμόζει το άρθρο 155 του Κώδικα Δικηγόρων. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή βαριάς και επανειλημμένης προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του, το δικαστήριο δύναται να διατάξει την απομάκρυνση του δικηγόρου από την αίθουσα του δικαστηρίου, η οποία σε περίπτωση μη εκούσιας συμμόρφωσης εκτελείται με τη συνδρομή της αστυνομικής αρχής, και την αποβολή του από τη συγκεκριμένη δίκη. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον ο διάδικος του οποίου ο πληρεξούσιος δικηγόρος αποβλήθηκε δεν παρίσταται και με άλλον δικηγόρο, η υπόθεση αναβάλλεται αυτεπαγγέλτως σε σύντομη κατά το δυνατόν δικάσιμο, κατά την οποία ο διάδικος αυτός οφείλει να παρασταθεί με άλλον δικηγόρο της επιλογής του».

 

Στην παρ. 2 του άρθρου 336 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθενται νέα τέταρτο και πέμπτο εδάφια και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει κατά του συνηγόρου που δημιουργεί θόρυβο ή δείχνει ανυπακοή σε μέτρα που αποφασίστηκαν μόνο τις πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στις περ. α’ και β’ της παρ. 1 του άρθρου 142 του Κώδικα Δικηγόρων [ν. 4194/2013, (Α’ 208)]. Σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή βαριάς και επανειλημμένης προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του το δικαστήριο, πέραν της υποχρέωσης ανακοίνωσης αξιόποινης πράξης του άρθρου 38, υποχρεούται να υποβάλλει πειθαρχική αναφορά ενώπιον του Προέδρου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, διαβιβάζοντας αντίγραφα των πρακτικών της δίκης για την κίνηση της διαδικασίας των άρθρων 152 έως 159 περί πειθαρχικής διαδικασίας του Κώδικα Δικηγόρων. Αν απαγγελθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του συνηγόρου, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, γίνεται αμέσως σύντομη διακοπή της συνεδρίασης, για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή βαριάς και επανειλημμένης προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του, το δικαστήριο δύναται να διατάξει την απομάκρυνση του συνηγόρου από την αίθουσα του δικαστηρίου, η οποία σε περίπτωση μη εκούσιας συμμόρφωσης εκτελείται με τη συνδρομή της αστυνομικής αρχής, και την αποβολή του από τη συγκεκριμένη δίκη. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα από τον διάδικο του οποίου ο συνήγορος αποβλήθηκε και αυτός δεν παρίσταται και με άλλον συνήγορο, διατάσσεται διακοπή της δίκης, προκειμένου ο διάδικος να διορίσει άλλο συνήγορο της επιλογής του. Σε περίπτωση αποβολής δικηγόρου ο οποίος εκπροσωπεί απόντα διάδικο, διατάσσεται διακοπή της δίκης, στην οποία κλητεύεται ο ως άνω διάδικος με την επίδοση αποσπάσματος στο οποίο περιλαμβάνεται η αποβολή του συνηγόρου του και η διάταξη περί διακοπής».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Πόλεμος Δικαστών – Δικηγόρων: Κλιμακώνει τις κινήσεις της η ΕνΔΕ

“Σεισμός” στο εσωτερικό της ΕνΔΕ για την αντιπαράθεση με τους δικηγόρους

βιασμό, προαγωγές, πλαφόν, Πολιτικής Δικονομίας, Πλημμελειοδικείου

Οξύνεται επικίνδυνα το κλίμα εντός της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, μετά την έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου και την ανακοίνωση που εξέδωσε η πλειοψηφία, με αφορμή τοποθετήσεις του Προέδρου του ΔΣΑ και αντιδράσεις από μερίδα δικηγόρων.

Νέα αντίδραση από τη μειοψηφία

Το κλίμα βαθιάς κρίσης στους κόλπους της Ένωσης αποτυπώνεται σε νέα ανακοίνωση την οποία υπογράφουν τα εξής τέσσερα μέλη του Δ.Σ. της ΕνΔΕ:

  • Μαργαρίτα Στενιώτη, Πρόεδρος Εφετών, πρώην πρόεδρος ΕνΔΕ
  • Στάθης Βεργώνης, Εισαγγελέας Εφετών
  • Κώστας Βουλγαρίδης, Εφέτης
  • Νικήτας Βελίας, Πρωτοδίκης

Στην ανακοίνωση καταγγέλλεται ότι το προεδρείο έχει επιλέξει «την οδό της υποβολής πειθαρχικών αναφορών» χωρίς ενημέρωση του Δ.Σ. και επισημαίνεται ότι μια τέτοια πρακτική οξύνει, αντί να θεραπεύει, τις εντάσεις.

Αναλυτικά η ανακοίνωση

Το προεδρείο της ΕΝΔΕ, χωρίς καμία ενημέρωση του Διοικητικού Συμβουλίου, έχει επιλέξει την οδό της υποβολής ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΑΝΑΦΟΡΩΝ σε βάρος Δικηγόρων, στις περιπτώσεις που κρίνει, ζητώντας, μάλιστα, και την επιβολή παραδειγματικών τιμωριών, πριν καν εκκινήσει η οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία, μετατρέποντας έτσι την ΕΝΔΕ, για πρώτη φορά, σε μία Ένωση «Αναφορογράφο».
Μάλιστα στη συνεδρίαση αποφάσισε να υποβάλει αναφορά για την «κατάσταση» και ενώπιον της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστών, οι συνάδελφοι της οποίας (Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστών) αν κρίνουμε από τη συχνότητα προσφυγής του προεδρείου σε αυτή, προφανώς θα έχουν αρχίσει να προβληματίζονται και οι ίδιοι τι πραγματικά μπορεί να συμβαίνει. Ζητεί, συγχρόνως, την αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου,  ώστε να αφαιρεθεί η σχετική πειθαρχική δικαιοδοσία από τους Δικηγόρους, γνωρίζοντας ότι αυτό οδηγεί σε περαιτέρω όξυνση, γεγονός που ενισχύει την κρίση ότι στόχος του είναι η πρόκληση αντιπαλότητας, η οποία, όμως, διαταράσσει την εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης.

Το νομικό πλαίσιο της υποβολής μιας πειθαρχικής αναφοράς, όταν αυτή απαιτείται,  είναι πλήρες και διέπεται από την εμπιστευτικότητα της διαδικασίας και την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Ήδη, έχουν προκηρυχθεί αποχές Δικηγορικών Συλλόγων  και η όξυνση που δημιουργήθηκε αιφνιδιαστικά, καθώς και η επιλογή του  χρόνου δημιουργεί πολλά ερωτήματα, ενόψει και της ετήσιας γενικής συνέλευσης της ΕΝΔΕ, της ανυπαρξίας έργου και των διαδοχικών αποτυχιών του προεδρείου αναφορικά με τις υποσχέσεις του στο οικονομικό πεδίο.

Απαιτείται άμεση αποκατάσταση της ομαλότητας στο χώρο της Δικαιοσύνης, δεδομένου ότι τέτοιες ενέργειες κλονίζουν έτι περαιτέρω την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το θεσμό.

Το προεδρείο της ΕΝΔΕ οφείλει να κάνει την αυτοκριτική του και να αναλογιστεί το μερίδιο ευθύνης του στην απαξίωση της Δικαιοσύνης.

Η αποχή μας από τη  συζήτηση και ψηφοφορία στη συνεδρίαση του ΔΣ υπαγορεύτηκε από τις πάγιες θέσεις μας να μην νομιμοποιούμε ενέργειες που δημιουργούν τεχνητό κλίμα πόλωσης για συνδικαλιστικές σκοπιμότητες και μόνο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Πόλεμος Δικαστών – Δικηγόρων: Κλιμακώνει τις κινήσεις της η ΕνΔΕ

«Colpogrosso» στο καζίνο: Η δράση, η δομή και οι ρόλοι των μελών του κυκλώματος

καζίνο

Πώς δρούσε η εγκληματική οργάνωση που «παγίδευσε» τουλάχιστον 13 επιχειρηματίες και άλλους εύπορους πολίτες που έχασαν συνολικά πάνω από 1,3 εκατ. ευρώ!

Της ΤΖΕΝΗΣ ΜΑΡΚΟΥ

Ένα εξαιρετικά καλοστημένο σχέδιο εξαπάτησης, που παρουσιαζόταν ως «επενδυτική ευκαιρία υψηλών αποδόσεων», φέρεται να είχε στήσει εγκληματική οργάνωση στο Λουτράκι. Με επίκεντρο το καζίνο και το πολυτελές ξενοδοχειακό συγκρότημα, τα μέλη της ομάδας χρησιμοποιούσαν ως «βιτρίνα» μια δήθεν οικονομική δραστηριότητα που υποσχόταν θεαματικά μηνιαία κέρδη, αξιοποιώντας δεσμίδες μετρητών, ράβδους χρυσού και πανάκριβα αντικείμενα για να πείσουν τα υποψήφια θύματα. Πίσω όμως από τη λάμψη της χλιδής αποκαλύφθηκε μια δομημένη ιεραρχία με ξεκάθαρους ρόλους, αυστηρή οργάνωση και μεθοδική προσέγγιση. Σύμφωνα με τα στοιχεία των Αρχών, το κύκλωμα δρούσε τουλάχιστον από το 2023 και τουλάχιστον 13 επιχειρηματίες και εύποροι πολίτες έπεσαν θύματά του, χάνοντας συνολικά πάνω από 1,3 εκατ. ευρώ.

Ο αρχηγός

«Εγκέφαλος» της οργάνωσης ήταν ένας 53χρονος πρώην αστυνομικός, ο οποίος εμφανιζόταν ως υψηλόβαθμο στέλεχος του Καζίνο Λουτρακίου. Είχε αποκλειστική πρόσβαση σε πολυτελή σουίτα του ξενοδοχείου, την οποία χρησιμοποιούσε ως χώρο συναντήσεων με τα θύματα. Εκεί παρουσίαζε δεσμίδες μετρητών, χρυσές λίρες, πολύτιμους λίθους και ράβδους χρυσού ως δήθεν «αποδείξεις» των επιτυχημένων επενδύσεων που διαχειριζόταν. Ήταν ο άνθρωπος που δρομολογούσε όλα τα ραντεβού, έδινε εντολές στα υπόλοιπα μέλη και διαχειριζόταν το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που εισέρρεαν στο κύκλωμα.

Ο υπαρχηγός

Ο 51χρονος υπαρχηγός Βαγγέλης Βουγιουκλάκης, ιδιοκτήτης αλυσίδας κέντρων ευεξίας, φέρεται να λειτουργούσε ως στενός συνεργάτης του αρχηγού. Η ισχυρή παρουσία του στα socialmedia και οι φωτογραφίες του δίπλα σε πολιτικά και δημόσια πρόσωπα -τις οποίες είχε αποκτήσει μέσω ομογενειακής οργάνωσης- ενίσχυαν την ψευδαίσθηση αξιοπιστίας. Παρευρισκόταν σε κλειστές συναντήσεις, ενίσχυε το κατασκευασμένο αφήγημα περί «σίγουρων αποδόσεων» και έπαιζε κεντρικό ρόλο τόσο στην προσέγγιση όσο και στη νομιμοποίηση των παράνομων εσόδων.

Η σύντροφος του αρχηγού

Η γυναίκα που διατηρούσε σχέση με τον αρχηγό συμμετείχε ενεργά σε κρίσιμες συναντήσεις και, σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, επιβεβαίωνε τα ψευδή στοιχεία που παρουσιάζονταν στα θύματα, συμβάλλοντας στην εικόνα ότι επρόκειτο για ένα «καλοκουρδισμένο» και δήθεν νόμιμο επενδυτικό σχήμα.

Τα δύο μέλη

Δύο ακόμη μέλη φέρονται να είχαν υποστηρικτικό αλλά και ουσιαστικό ρόλο: εντόπιζαν υποψήφια θύματα, ήταν παρόντα στις συναντήσεις και ενίσχυαν με δηλώσεις και ανάλογη συμπεριφορά τη σκηνοθετημένη εικόνα οικονομικής ισχύος της ομάδας. Ο ένας εκ των δύο εμπλεκομένων φέρεται να συμμετείχε ενεργά και στη μεταφορά χρημάτων, αλλά και σε τοποθετήσεις τους σε τυχερά παιχνίδια, προκειμένου να εμφανίζονται ως «νόμιμα κέρδη».

Το modus operandi

Η οργάνωση αναζητούσε άτομα με οικονομική δυνατότητα. Με φιλική προσέγγιση δημιουργούσαν κλίμα εμπιστοσύνης και στη συνέχεια παρουσίαζαν το «επενδυτικό σχέδιο» με υποσχέσεις για αποδόσεις 10%-20% μηνιαίως. Τα ραντεβού γίνονταν σχεδόν πάντα στη σουίτα 307 του ξενοδοχείου-καζίνο, την οποία ο αρχηγός παρουσίαζε ως μόνιμη κατοικία του, ώστε να φανεί «επιτυχημένος» και με ισχυρή θέση στον χώρο. Τα θύματα συχνά φιλοξενούνταν δωρεάν σε πολυτελή δωμάτια, ενώ τους παρέχονταν ακριβά δείπνα εντός του καζίνο – όλα μέρος της σκηνοθετημένης εικόνας οικονομικής άνεσης.
Μόλις κάποιος κατέβαλλε χρήματα, τα μέλη του κυκλώματος επέστρεφαν ένα μικρό ποσό ως «πρώτο κέρδος». Στην πραγματικότητα, δεν επρόκειτο για απόδοση επένδυσης, αλλά για μέρος του ίδιου κεφαλαίου του θύματος, μια κλασική τεχνική για ενίσχυση της εμπιστοσύνης και προσέλκυση ακόμη μεγαλύτερων ποσών.

Σε ορισμένες περιπτώσεις υπόσχονταν ότι ο αρχηγός μπορούσε να «κανονίσει» κλήρωση πολυτελούς αυτοκινήτου εντός του καζίνο, ώστε να καταλήξει στο θύμα. Άλλοτε εμφάνιζαν πλαστές επιταγές ως εγγύηση. Όταν οι επενδυτές ζητούσαν την επιστροφή των χρημάτων τους, άρχιζαν οι δικαιολογίες: καθυστερήσεις, υποτιθέμενα τραπεζικά προβλήματα, «τεχνικά θέματα» του καζίνο. Αμέσως μετά, όμως, ξεκινούσαν οι πιέσεις, οι απειλές και οι εκβιασμοί.

Το «ξέπλυμα»

Η νομιμοποίηση των παράνομων εσόδων φαίνεται πως γινόταν μέσω ενός καλά δομημένου δικτύου αγοραπωλησιών πολύτιμων μετάλλων και λίθων. Παράλληλα, μεγάλο μέρος των χρημάτων τοποθετείτο σε τυχερά παιχνίδια εντός του καζίνο, ώστε τα ποσά να εμφανίζονται ως «νόμιμα κέρδη» από τζόγο και όχι ως προϊόν εξαπάτησης. Αστυνομικές πηγές σχολιάζουν με νόημα ότι «οι αποκαλύψεις μόλις ξεκίνησαν», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο η δράση του κυκλώματος να έχει πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτήν που έχει μέχρι στιγμής καταγραφεί.

Μαρτίκας και Ανδριώτου «έσπρωξαν» 610.000 για δήθεν σίγουρη απόδοση

Ο Σπύρος Μαρτίκας και η Βρισηίδα Ανδριώτου πείστηκαν να επενδύσουν σε δήθεν «σίγουρη απόδοση» στο καζίνο παραδίδοντας συνολικά 610.000 ευρώ. Σύμφωνα με την καταγγελία, ο Σπύρος Μαρτίκας έπεσε και θύμα οργανωμένης ληστείας με απειλή όπλων, κατά την οποία του αφαιρέθηκαν προσωπικά αντικείμενα καθώς και χρυσές πλάκες που του είχαν δοθεί ως υποτιθέμενη αποζημίωση από την οργάνωση.

Ωστόσο υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις ανθρώπων που φέρονται να έπεσαν θύματα στην υπόθεση:

– 49χρονος άνδρας εξαπατήθηκε παραδίδοντας 42.500 ευρώ, ενώ οι δράστες επιχείρησαν να του αποσπάσουν επιπλέον 50.000 ευρώ, διαβεβαιώνοντάς τον ότι θα κέρδιζε πολυτελές αυτοκίνητο μέσω δήθεν κλήρωσης του καζίνο.

– 67χρονος άνδρας έδωσε 50.000 ευρώ, ενώ οι δράστες προσπάθησαν να του αποσπάσουν άλλες 50.000 ευρώ, επιδεικνύοντάς του πλαστή τραπεζική επιταγή ως υποτιθέμενη εγγύηση της «επένδυσης».

– 51χρονος άνδρας πείστηκε να καταβάλει 200.000 ευρώ για δήθεν «σίγουρη επενδυτική απόδοση», λαμβάνοντας ως ψεύτικη εγγύηση πλαστή επιταγή ύψους 600.000 ευρώ.

– Ιδιαίτερα σοβαρή θεωρείται και η περίπτωση 63χρονου άνδρα, του Δημοσθένη Τζιότζιου, ο οποίος εξαπατήθηκε με πρόσχημα τη δήθεν φθηνή αγορά χρυσών λιρών από το καζίνο, καταβάλλοντας 320.000 ευρώ και 100 χρυσές λίρες, συνολικής αξίας περίπου 80.000 ευρώ.

Σύμφωνα με την καταγγελία, οι δράστες έφτασαν στο σημείο να σκηνοθετήσουν ακόμη και ψεύτικη «αστυνομική σύλληψη» για να τον εκφοβίσουν.

– 71χρονος άνδρας παρέδωσε 30.000 ευρώ, τα οποία δεν του επιστράφηκαν ποτέ, έχοντας προηγουμένως πειστεί για υποτιθέμενη επένδυση στο καζίνο.
Παράλληλα, καταγράφηκαν ακόμη έξι περιπτώσεις απόπειρας εξαπάτησης χωρίς τελική οικονομική απώλεια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Καζίνο Λουτρακίου για το κύκλωμα με τις «μαϊμού» επενδύσεις: «Η Club Hotel Casino Loutraki θα συνεχίσει να λειτουργεί με απόλυτη προσήλωση στη νομιμότητα»

Πόλεμος Δικαστών – Δικηγόρων: Κλιμακώνει τις κινήσεις της η ΕνΔΕ

ΕνΔΕ

Κλιμακώνουν τις κινήσεις τους οι Δικαστές στον «πόλεμο» που έχει ξεσπάσει με τους δικηγόρους, με αφορμή δημόσιες τοποθετήσεις δικηγόρων σε βάρος δικαστών.

Σε έκτακτη συνεδρίαση το ΔΣ της ‘Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων αποφάσισε να προχωρήσει σε μία σειρά από κινήσεις μετά και τις δημόσιες τοποθετήσεις του Προέδρου του ΔΣΑ, Δ. Βερβεσού καθώς και συντονιστικού οργάνου των δικηγορικών συλλόγων τις οποίες χαρακτηρίζουν ως «απαράδεκτες».

Η ανακοίνωση της ΕνΔΕ

«ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ του έκτακτου Δ.Σ. της Ένωσης

Το Δ.Σ. της Ένωσης συνήλθε σήμερα σε έκτακτη συνεδρίαση προκειμένου να λάβει αποφάσεις σχετικά με τις απαράδεκτες ανακοινώσεις και δημόσιες τοποθετήσεις του Προέδρου του ΔΣΑ, Δ. Βερβεσού καθώς και συντονιστικού οργάνου των δικηγορικών συλλόγων.

Καταδικάζουμε την οποιαδήποτε προσπάθεια δικαιολόγησης χυδαίων και συκοφαντικών δηλώσεων δικηγόρων με το πρόσχημα της δήθεν άσκησης κριτικής.
Δεν είμαστε πλέον διατεθειμένοι να μένουμε απαθείς σε τέτοιες αήθεις συμπεριφορές που προσβάλουν την προσωπικότητα και το θεσμικό κύρος των δικαστικών λειτουργών.
Αποφασίζουμε σε πρώτο επίπεδο αντίδρασης:

1. Ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστών για την κατάσταση με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι και έκδοση σχετικού Ψηφίσματος

2. Ενημέρωση των πολιτικών κομμάτων

3. Ενημέρωση της Προέδρου του Αρείου Πάγου

4. Αίτημα αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τον πειθαρχικό έλεγχο ακραίων συμπεριφορών δικηγόρων στα πρότυπα των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών

5. Μη πρόσκληση των Δικηγορικών Συλλόγων στην ετήσια Γενική Συνέλευση της Ένωσης και αναστολή κάθε κοινής δράσης.

Tα μέλη Μαργαρίτα Στενιώτη, Κώστας Βουλγαρίδης, Ευπραξία Κυριλή, Δημήτρης Στασινούλας, Αργύρης Μπιχάκης, Ευστάθιος Βεργώνης, Νικήτας Βελίας, παραστάθηκαν μόνο για την επίτευξη απαρτίας. Στη συνέχεια αποχώρησαν δηλώνοντας ότι δεν συμφωνούν με την λήψη μέτρων».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

ΔΣΑ: Δίωρη αποχή και συγκέντρωση έξω από το Εφετείο ως διαμαρτυρία απέναντι στην ΕνΔΕ

Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου: Στο εδώλιο μαζί με ακόμη τρία πρόσωπα για τα e–mails σε απόδημους

Ασημακοπούλου

Στο εδώλιο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών θα καθίσουν η πρώην ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου, καθώς και τρία ακόμη πρόσωπα, στο πλαίσιο της υπόθεσης που αφορά τη διαρροή ηλεκτρονικών διευθύνσεων απόδημων Ελλήνων, υπόθεση που είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις.

Μαζί με την πρώην ευρωβουλευτή κατηγορούμενοι είναι ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Εσωτερικών, Μιχάλης Σταυριανουδάκης –είχε απαλλαγεί πλήρως από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα–, ο τότε γραμματέας Αποδήμων της Νέας Δημοκρατίας, Νίκος Θεοδωρόπουλος, καθώς και ο Μένιος Κορομηλάς, που υπηρετούσε τότε ως οργανωτικός γραμματέας Αυτοδιοίκησης και Διαχείρισης Κρίσεων του κόμματος.

Οι τέσσερις κατηγορούνται για τα πλημμελήματα της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου και της παράβασης της νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. Η παραπομπή τους σε δίκη προέκυψε μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης που διενήργησε η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών τον περασμένο Ιούλιο.

Για την υπόθεση, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα είχε επιβάλλει πρόστιμα ύψους 400.000 ευρώ στο υπουργείο Εσωτερικών, 40.000 ευρώ στη Νέα Δημοκρατία και την πρώην ευρωβουλευτή και 10.000 ευρώ στον πρώην γενικό γραμματέα Αποδήμων της Νέας Δημοκρατίας και τον πρώην οργανωτικό γραμματέα Αυτοδιοίκησης και Διαχείρισης Κρίσεων του κόμματος.

Μετέπειτα, το Συμβούλιο της Επικρατείας με ομόφωνες αποφάσεις του, ακύρωσε το πρόστιμο που είχε καταλογιστεί στη Νέα Δημοκρατία, διατηρώντας όμως σε ισχύ εκείνα που είχαν επιβληθεί στα τρία φυσικά πρόσωπα. Στο μεταξύ, στο Πρωτοδικείο Αθηνών έχουν κατατεθεί και ήδη συζητηθεί δεκάδες αγωγές από ομογενείς, οι οποίοι ζητούν αποζημιώσεις για τη διαρροή των προσωπικών τους δεδομένων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

12 χρόνια φυλακή σε 31χρονο για τον θάνατο 20χρονου σε τροχαίο στην Ημαθία

ΔΣΑ: Δίωρη αποχή και συγκέντρωση έξω από το Εφετείο ως διαμαρτυρία απέναντι στην ΕνΔΕ

καύσωνα, Ειδικό Διανεμητικό Λογαριασμό, ΔΣΑ

Αποφασισμένοι να υλοποιήσουν τα μέτρα που είχαν εξαγγείλει ως διαμαρτυρία απέναντι στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εμφανίζονται οι δικηγόροι της Αθήνας. Συγκεκριμένα, ο ΔΣΑ υλοποιεί την δίωρη αποχή που είχε αποφασίσει την προηγούμενη εβδομάδα, η οποία συνδυάζεται με συγκέντρωση στην είσοδο του Εφετείου Αθηνών (11:00 – 13:00).

Αναλυτικά η ανακοίνωση: 

Σε εκτέλεση της από 18.11.2025 απόφασης του ΔΣ του ΔΣΑ οι Δικηγόροι Αθηνών θα απέχουν από τα καθήκοντά τους στις 25.11.2025 ημέρα Τρίτη κατά τις ώρες 11πμ-1μμ. Την ίδια ημέρα και ώρα 11 πμ έχει προγραμματιστεί συγκέντρωση διαμαρτυρίας των Δικηγόρων Αθηνών στην είσοδο του Εφετείου Αθηνών για τη στάση της Ένωσης Δικαστών και
Εισαγγελέων κατά των Δικηγόρων.

Η παρουσία όλων μας θα πρέπει να αποτελέσει την ηχηρή απάντηση έναντι της προκλητικής επίθεσης και της προσπάθειας αποδόμησης της αυτορρύθμισης του δικηγορικού λειτουργήματος.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Νέο επεισόδιο στη διαμάχη ΕνΔΕ – δικηγόρων

Δικαστικό Ρεπορτάζ -42- : Διαβάστε στο νέο τεύχος που κυκλοφορεί

Δικαστικό Ρεπορτάζ

Με επίκεντρο τις κρίσιμες δικηγορικές εκλογές του 2025 κυκλοφορεί το νέο τεύχος του περιοδικού «Δικαστικό Ρεπορτάζ», του μοναδικού μηνιαίου εντύπου για τη Δικαιοσύνη!

Στο τεύχος 42 παρουσιάζουμε αποκλειστικές συνεντεύξεις, αναλύσεις και αρθρογραφία που φωτίζουν το αύριο του δικηγορικού σώματος και τις αλλαγές που διαμορφώνουν το νέο τοπίο στα νομικά επαγγέλματα.

Ορισμένα από τα περιεχόμενα:

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Το «Δικαστικό Ρεπορτάζ» αναλύει τις τεκτονικές αλλαγές για τα νομικά επαγγέλματα που έρχονται μετά τις εκλογές των δικηγόρων. Του Στάθη Μπαλτά

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Ο Δημήτρης Βερβεσός ξετυλίγει στο Δικαστικό Ρεπορτάζ το νήμα μιας οκταετίας παρεμβάσεων υπέρ του δικηγόρου. Συνέντευξη στο Στάθη Μπαλτά

ΠΡΟΦΙΛ: Γιώργος Αποστολάκης: Η διαδρομή από τον Άρειο Πάγο μέχρι την πολιτική
σκηνή και τα χαρακτηριστικά ενός συνεπούς δημοσίου λόγου. Της Μαρίας Κομνηνού

ΑΝΑΛΥΣΗ: Παρουσίαση επίκαιρης νομοθεσίας και σχολιασμός αποφάσεων. Επιμέλεια: Ηλίας Σιδέρης, δικηγόρος

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δικαστικό Ρεπορτάζ -41- : Διαβάστε στο νέο τεύχος που κυκλοφορεί

Μαρία Παναγιώτου: Επίσημη αναφορά προς την PETI για τη στάση της ΕνΔΕ επί της πειθαρχικής αρμοδιότητας των δικηγόρων

Κομισιόν, ΕΔΔΑ, Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών, Ευρωπαϊκό Δικαστήριο

Επίσημη αναφορά προς την προς την Επιτροπή Αναφορών (PETI) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατέθεσε η δικηγόρος Μαρία Παναγιώτου το Σάββατο 22 Νοεμβρίου, σχετικά με την απόφαση της ΕνΔΕ να θέσει ζήτημα μεταφοράς της πειθαρχικής αρμοδιότητας των δικηγόρων στους δικαστές. 

Η ανάρτηση της Μαρίας Παναγιώτου:

Σήμερα, 22 Νοεμβρίου 2025, κατέθεσα επίσημη Αναφορά προς την Επιτροπή Αναφορών (PETI) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σχετικά με την από 21-11-2025 και με αριθμό πρωτοκόλλου: 496 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η οποία θέτει ζήτημα μεταφοράς της πειθαρχικής αρμοδιότητας των δικηγόρων σε δικαστικά όργανα.

Η Αναφορά στηρίζεται σε ολοκληρωμένη νομική τεκμηρίωση και σε διεθνείς κανόνες που προστατεύουν την ανεξαρτησία του δικηγορικού λειτουργήματος, μεταξύ άλλων:

• UN Basic Principles on the Role of Lawyers
• Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία του Δικηγορικού Επαγγέλματος (2025)
• Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης Morice v. France (GC)
• Θεμελιώδεις αρχές αυτοδιοίκησης και αυτονομίας των Δικηγορικών Συλλόγων όπως αναγνωρίζονται στο ενωσιακό δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Επίσης, έχω ενημερώσει και το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Δικηγορικών Συλλόγων (CCBE).

Η προσπάθεια υπονόμευσης της πειθαρχικής αυτονομίας των δικηγόρων, καθώς και οι γενικευμένες και απαξιωτικές κρίσεις κατά του δικηγορικού σώματος από θεσμικό όργανο της δικαστικής εξουσίας, θίγουν θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου και αντίκεινται στις διεθνείς εγγυήσεις προστασίας της ελευθερίας και ανεξαρτησίας των δικηγόρων.
Η Αναφορά ζητά από την Επιτροπή PETI να εξετάσει το ζήτημα υπό το πρίσμα των υποχρεώσεων της Ελλάδας ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Θα ενημερώσω εκ νέου για κάθε εξέλιξη.

Μαρία Εμμ. Παναγιώτου,
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Γενική Γραμματέας Πράσινο Κίνημα

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Θρασύβουλος Κονταξής προς ΕνΔΕ: Alors, c’ est la guerre

Δίκη Λυγγερίδη: Συνεχίζεται στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού – Οι αντιδράσεις των συνηγόρων

Λυγγερίδη

Παρά τις έντονες αντιδράσεις και τις επίμονες ενστάσεις που καταγράφηκαν ήδη από την πρώτη ημέρα εκδίκασης της υπόθεσης, το Εφετείο Αθηνών αποφάσισε να διατηρηθεί η δίκη για τη δολοφονία του αστυνομικού των ΜΑΤ Γιώργου Λυγγερίδη στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα των Γυναικείων Φυλακών Κορυδαλλού, απορρίπτοντας ουσιαστικά το αίτημα για μεταφορά της διαδικασίας στο φυσικό δικαστικό χώρο.

Η δίκη ξεκίνησε στις 5 Νοεμβρίου, με αντιδράσεις για την καταλληλότητα της αίθουσας. Παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας δήλωσαν η οικογένεια του θύματος, αστυνομικοί που είχαν δεχθεί επίθεση και σύλλογος αστυνομικών υπαλλήλων.

Στο εδώλιο έχουν παραπεμφθεί 147 άτομα, αντιμέτωποι οι περισσότεροι με βαρύτατες κατηγορίες που αφορούν τη συμμετοχή και δράση τους σε εγκληματική ομάδα, στην οποία αποδίδονται εκρήξεις, εκβιασμοί κ.ά. αδικήματα. Κατηγορούμενοι για πλημμελήματα είναι μέλη της Διοίκησης της ΠΑΕ Ολυμπιακός.

Ορισμένοι κατηγορούμενοι εμφανίστηκαν χωρίς συνήγορο, γεγονός που οδήγησε τον πρόεδρο του δικαστηρίου στον αυτεπάγγελτο διορισμό δικηγόρων και στη διακοπή για τις 25 Νοεμβρίου, ώστε οι νέοι συνήγοροι να λάβουν γνώση της δικογραφίας.

Κατά την πρώτη συνεδρίαση, ο συνήγορος υπεράσπισης Θεόδωρος Μαντάς χαρακτήρισε την αίθουσα «εντελώς ακατάλληλη», επισημαίνοντας τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό κατηγορουμένων, συνηγόρων και μαρτύρων.

Τόνισε ότι «δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια δίκαιη, έγκυρη και αποτελεσματική διαδικασία» και ζήτησε τη μεταφορά της δίκης στο Εφετείο Αθηνών.

Τα διορθωτικά μέτρα

Το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Εφετείου Αθηνών εξέδωσε επίσημη ανακοίνωση, με την οποία κάνει σαφές ότι η δίκη θα συνεχιστεί κανονικά στις φυλακές Κορυδαλλού, ανακοινώνοντας σειρά παρεμβάσεων για τη βελτίωση των συνθηκών.

Μεταξύ αυτών:

  • αποκλειστική είσοδος των συνηγόρων από ειδική αριστερή είσοδο και προτεραιότητα στην πρόσβασή τους
  • ανάθεση της καθαριότητας της αίθουσας, του περιβάλλοντος χώρου και των τουαλετών σε συνεργείο του Εφετείου που θα βρίσκεται παρόν καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης
  • βελτίωση της ακουστικής της αίθουσας με τεχνικά μέσα
  • εγκατάσταση αυτόματων πωλητών καφέ, νερού και πρόχειρου φαγητού

Το Εφετείο σημειώνει ότι στόχος είναι η «απρόσκοπτη και ασφαλής διεξαγωγή της διαδικασίας» και δηλώνει ότι μέσω γόνιμου διαλόγου θα αντιμετωπιστούν τυχόν νέα προβλήματα.

Με τις ενστάσεις των συνηγόρων να παραμένουν σε ισχύ και το Εφετείο να επιλέγει τη βελτίωση –και όχι τη μεταφορά– της αίθουσας, η δίκη θα συνεχιστεί στις 25 Νοεμβρίου, σε ένα περιβάλλον που εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αντιπαράθεσης μεταξύ υπερασπιστών και δικαστικών αρχών.

Δικαστές και εισαγγελείς θέτουν αίτημα αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου για πειθαρχικό έλεγχο δικηγόρων

Βελία

«Λάδι στη φωτιά» ρίχνει η νέα τοποθέτηση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕνΔΕ) στη συνεχιζόμενη αντιπαράθεση με το δικηγορικό σώμα. Κατά τη σημερινή έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της, η Ένωση ανακοίνωσε ότι ανοίγει πλέον το ζήτημα της αναθεώρησης του νομοθετικού πλαισίου που αφορά τον πειθαρχικό έλεγχο ακραίων συμπεριφορών δικηγόρων, με στόχο την προσαρμογή του στα ευρωπαϊκά πρότυπα.

Όπως αναφέρεται θα τεθεί σχετικό αίτημα, γεγονός που από την πλευρά των δικηγόρων έχει χαρακτηριστεί ως «κόκκινη γραμμή», που θέτει σε αμφισβήτηση το δικαίωμα αυτορρύθμισης.

Στην απόφαση του Δ.Σ. της ΕνΔΕ αναφέρεται πως «καταδικάζουμε την οποιαδήποτε προσπάθεια δικαιολόγησης χυδαίων και συκοφαντικών δηλώσεων δικηγόρων με το πρόσχημα της δήθεν άσκησης κριτικής» και προστίθεται ότι «δεν είμαστε πλέον διατεθειμένοι να μένουμε απαθείς σε τέτοιες αήθεις συμπεριφορές που προσβάλουν την προσωπικότητα και το θεσμικό κύρος των δικαστικών λειτουργών».

Στο πλαίσιο αυτό, αποφασίστηκε σε πρώτο επίπεδο αντίδρασης:

  1. Ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστών για την κατάσταση με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι και έκδοση σχετικού Ψηφίσματος
  2. Ενημέρωση των πολιτικών κομμάτων
  3. Ενημέρωση της Προέδρου του Αρείου Πάγου
  4. Αίτημα αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τον πειθαρχικό έλεγχο ακραίων συμπεριφορών δικηγόρων στα πρότυπα των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών
  5. Μη πρόσκληση των Δικηγορικών Συλλόγων στην ετήσια Γενική Συνέλευση της Ένωσης και αναστολή κάθε κοινής δράσης.

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης μειοψήφησαν τα μέλη Μαργαρίτα Στενιώτη, Κώστας Βουλγαρίδης, Ευπραξία Κυριλή, Δημήτρης Στασινούλας, Αργύρης Μπιχάκης, Ευστάθιος Βεργώνης, Νικήτας Βελίας.

Απόφαση σταθμός κατά Τράπεζας για «phishing»: Αποζημίωση ύψους 380.000 ευρώ σε οικογένεια διεθνούς ποδοσφαιριστή

Απόφαση «βόμβα» κατά τράπεζας εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης σε οικογένεια διεθνούς ποδοσφαιριστή που είχε πέσει θύμα απάτης μέσω web – banking (phishing) με αποτέλεσμα να χάσει καταθέσεις ύψους 407.000 ευρώ.


Του Βαγγέλη Τριάντη


Η Τράπεζα αρνούνταν να αποζημιώσει την οικογένεια, αποποιούμενη ότι δεν είχε την οποιαδήποτε ευθύνη. Ωστόσο το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης δικαίωσε την οικογένεια με την υπ’ αριθμόν 43542/2025 απόφαση που εξέδωσε και επιδίκασε αποζημίωση ύψους 380.000 ευρώ συνολικά στα μέλη της. Πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντική απόφαση καθώς δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι Τράπεζας αρνούνται να αποζημιώσουν θύματα phishing.

Η οικογένεια διατηρούσε τραπεζικό λογαριασμό στη συγκεκριμένη Τράπεζα από το 2014. Ωστόσο τον Απρίλιο του 2022, έπεσαν θύματα ηλεκτρονικής απάτης, μέσω της μεθόδου «phishing» (ηλεκτρονικό «ψάρεμα»). Πιο αναλυτικά όπως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, «άγνωστος δράστης απέκτησε πλήρη πρόσβαση στον λογαριασμό καταθέσεών τους, με αποτέλεσμα να υποκλαπεί το ποσό των 400.000 ευρώ».

Ο τρόπος δράσης 

Ο δράστης τηλεφώνησε από υποτιθέμενο λογιστικό γραφείο προσποιούμενος το γιο και βοηθό της λογίστριάς τους. Κατά την επικοινωνία φέρεται να υποστήριξε ότι η οικογένεια δικαιούται «επίδομα εξαιτίας της αναστολής λειτουργίας της επιχείρησης τους λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού», ενώ ζήτησε να μάθει εάν επιθυμούν να προχωρήσει στη διαδικασία για την υποβολή της αίτησης και την είσπραξη των δικαιούμενων χρηματικών ποσών.

Πράγματι τα μέλη της οικογένειας έδωσαν τους προσωπικούς τους κωδικούς από το web banking, όπως επίσης και τον εξαψήφιο κωδικό που θα λάμβανε στο κινητό από την Τράπεζα προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία. Η καταγγέλλουσα δέχτηκε και μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από την εναγόμενη, «καθώς ήταν ενεργοποιημένοι αμφότεροι οι τρόποι ενημέρωσής τους για τις ενέργειες που σχετίζονται με τον ως άνω λογαριασμό». Αφού ολοκληρώθηκε η διαδικασία, που διήρκησε μία ώρα περίπου, ο άγνωστος δράστης συνέστησε στην καταγγέλλουσα να μην εισέλθει στο web – banking για τουλάχιστον μισή ώρα.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας η καταγγέλλουσα, δέχθηκε τηλεφωνική κλήση από υπάλληλο της Τράπεζας, ο οποίος την ενημέρωσε ότι έγινε αντιληπτή προσπάθεια εισόδου στο σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών της εν λόγω τράπεζας από πρόγραμμα περιήγησης (browser) που δεν είχε χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενη σύνδεσή τους και σύμφωνα με το σύστημα ασφαλείας της τράπεζας, θα έπρεπε να γίνει έγκριση από τους ενάγοντες. προκειμένου να γίνει η είσοδος. Τότε η καταγγέλλουσα προσπάθησε να μπει στον τραπεζικό της λογαριασμό, όπου και διαπίστωσε ότι είχαν κάνει «φτερά» 400.000 ευρώ.

Αμέσως, επικοινώνησε τηλεφωνικά με την Τράπεζα, «όπου γνωστοποίησε σε αυτή το συμβάν και αμφισβήτησε προφορικά τη συναλλαγή, ενώ αρμόδια υπάλληλος της εναγόμενης απέκλεισε κάθε πρόσβαση στον ως άνω λογαριασμό». Στη συνέχεια μετέβη στο Τμήμα Ασφαλείας Καλαμαριάς και υπέβαλε μήνυση σε βάρος αγνώστων δραστών για την ως άνω απάτη που είχε τελεστεί σε βάρος τους.

Την αποζημίωσαν αρχικά με μόλις 43.277 ευρώ

Λίγους μήνες μετά και αφού η καταγγέλλουσα είχε αποστείλει έγγραφο αίτημα στην Τράπεζα που αμφισβητούσε τη συναλλαγή, η Τράπεζα απάντησε ότι δεν «έχει οποιαδήποτε ευθύνη για το συμβάν» και της κατέβαλε το ποσό των 43.277 ευρώ. Δηλαδή, η Τράπεζα επέστρεψε μόλις το 10% του ποσού που της είχαν κλέψει.

Το Δικαστήριο λοιπόν έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή αποζημίωσης που κατέθεσε η οικογένεια σε βάρος της Τράπεζας αναγνωρίζοντας ευθύνη της τελευταίας. Ως αποτέλεσμα το Δικαστήριο επιδίκασε αποζημίωσης ύψους 380.000 ευρώ στην οικογένεια (356.672 + δικαστικά έξοδα 15.725 + τόκοι 10.000 ευρώ).

«Το ποσό αυτό κρίνεται εύλογο και δίκαιο δεδομένων των ανωτέρω αποδειχθέντων και κατόπιν στάθμισης όλων των κατά νόμο στοιχείων, ιδίως δε λαμβάνοντας υπόψη:

α) τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπραξία,

β) τον βαθμό του πταίσματος της εναγόμενης,

γ) την έκταση της ζημίας εκάστου των εναγόντων,

δ) την έκταση της ταλαιπωρίας, του ψυχικού άγχους και της στενοχώριας που δοκίμασε έκαστος των εναγόντων από την αφαίρεση του προαναφερόμενου ποσού από τον τηρούμενο στην εναγόμενη τραπεζικό λογαριασμό του,

ε) την κοινωνική κατάσταση των μερών και

στ) την οικονομική κατάσταση των μερών, βάσει της οποίας οι μεν πρώτη και τρίτος των εναγόντων είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, ο δε δεύτερος εξ αυτών διεθνής ποδοσφαιριστής και διατηρούσαν κατά τον επίδικο χρόνο στην εναγόμενη τραπεζικό λογαριασμό με κατάθεση ποσού 407.000 ευρώ, η δε εναγόμενη είναι ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με συστημική θέση στην ελληνική τραπεζική αγορά» τονίζεται στην απόφαση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

ΟΠΕΚΕΠΕ: Το email Τυχεροπούλου που «καίει» Μπαμπασίδη: Οι απειλές και τα εμπόδια για να μην καταθέσει

Θρασύβουλος Κονταξής προς ΕνΔΕ: Alors, c’ est la guerre

Θρασύβουλος Κονταξής

Συνεχώς νέα επεισόδια γράφονται στη σφοδρή αντιπαράθεση μεταξύ των δικηγόρων και της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Με νέα ανάρτησή του, ο Θρασύβουλος Κονταξής πετάει νέο “καρφί” με αφορμή την τοποθέτηση του Γενικού Γραμματέα της ΕνΔΕ, Παντελή Μποροδήμου.

«Έχουμε πόλεμο», δηλώνει λακωνικά στην προσωπική του σελίδα στο Facebook ο Θρασύβουλος Κονταξής, ο οποίος βρέθηκε στο επίκεντρο της διαμάχης εξαιτίας παλαιότερης ανάρτησής του, μέσω της οποίας στηλίτευε τους χειρισμούς του Εισαγγελέα αναφορικά με την υπόθεση των Τεμπών, με το συνδικαλιστικό όργανο των δικαστών και των εισαγγελέων να ζητά την πειθαρχική του δίωξη. 

Η ανάρτηση του Θρασύβουλου Κονταξή:

«Στους αισιόδοξους που ζητούν αυτοσυγκράτηση στη διαμάχη μεταξύ του ιερατείου της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, (οσους τέλος πάντων εκπροσωπεί η συγκεκριμένη συνδικαλιστική οργάνωση), και των Δικηγόρων, προτείνω να αναγνώσουν τη σημερινή ανακοίνωση του γραμματέα της Ενωσης, Π. Μποροδήμου. Ουδεμία ελπίς. Alors, c ‘ est la guerre…».

 

Η παλαιότερη ανάρτηση του Θ. Κονταξή:

Παντελής Μποροδήμος: Δικαστές και Δικηγόροι – Κοιτώντας πίσω από τις γραμμές

Μποροδήμος

Οι κατά καιρούς εντάσεις μεταξύ δικαστών και δικηγόρων δεν είναι ένα τωρινό φαινόμενο. Οι διαφορετικοί ρόλοι, τα εκατέρωθεν διακυβεύματα, αλλά και το στοιχείο της προσωπικότητας, πάντα παρήγαγαν και πάντα θα παράγουν αντιθέσεις, λελογισμένες αντιπαραθέσεις ή και απογοητεύσεις. Άλλωστε και στο παρελθόν καταγράφονταν τέτοια φαινόμενα, τα οποία όμως εκφράζονταν με εκατέρωθεν σεβασμό και εντός των ορίων της ευπρέπειας. Η πρόσφατη όμως ιδιόμορφη πολεμική που αναπτύχθηκε από μια ηχηρή μερίδα του δικηγορικού Σώματος κατά της ΕΝΔΕ και του Προέδρου μας, είναι δημιούργημα μιας νέας κατάστασης που σοβεί τα τελευταία χρόνια εντός του δικηγορικού κόσμου και ανέδειξε μια πραγματικότητα την οποία γνωρίζουμε πλέον όλοι, αλλά λίγοι μιλάνε ανοιχτά για αυτή.

Το δικηγορικό σώμα εδώ και χρόνια δεν είναι πια ενιαίο. Το μοντέλο του αυτοαπασχολούμενου δικηγόρου, του μαχητικού επιστήμονα, που κατορθώνει να λειτουργεί ταυτόχρονα σαν ελεύθερος επαγγελματίας, αλλά και ως όργανο δημόσιας λειτουργίας, έχει υποστεί τεράστια πίεση. Αντί αυτού, οι νομικές μας σχολές παράγουν σήμερα στρατιές από ένα άρτια εξειδικευμένο, πρόθυμο και ανυποψίαστο για τις συνθήκες της αγοράς εργασίας προσωπικό, το οποίο περνάει τα καλύτερα χρόνια της ζωής του, προσφέροντας φθηνή – συχνά σε βαθμό εξαθλίωσης – επιστημονική εργασία, την οποία εκμεταλλεύονται, υπό το πρόσχημα της μαθητείας ή της επαγγελματικής προοπτικής, τα μεγάλα δικηγορικά γραφεία. Αυτή την τάξη των δικηγόρων, οι δικαστές και οι εισαγγελείς τη γνωρίζουμε καλά, τη ζούμε καθημερινά, βιώνουμε την καθημερινή της αγωνία για επιβίωση. Άλλωστε η συντριπτική μας πλειοψηφία, από αυτήν προέρχεται.

Υπάρχουν όμως και οι άλλοι. Επικεφαλής μεγάλων δικηγορικών εταιρειών, κληρονόμοι ισχυρών δικηγορικών γραφείων, «διάσημοι» δικηγόροι τηλεπαραθύρων, με υψηλή διασύνδεση με την πολιτική σκηνή και τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Όλως παραδόξως οι επιθέσεις προς τη Δικαιοσύνη, εκπορεύονται σχεδόν πάντα από αυτούς. Είναι οι ίδιοι που καταγγέλλουν τους δικαστές και εισαγγελείς για καθυστέρηση, την ίδια στιγμή που αρνούνται να μειωθούν οι αναβολές, μην τυχόν και χρειασθεί να μοιραστούν έστω και μικρό τμήμα της επαγγελματικής «πίτας» με τους πολλούς συναδέλφους τους. Είναι οι ίδιοι που αξιοποιώντας τις δημόσιες σχέσεις ή τη δημόσια προβολή τους, αξιώνουν την αδρανοποίηση του πειθαρχικού έλεγχού, όταν προσβάλλονται δικαστικοί λειτουργοί, όταν παρακωλύονται συστηματικά και αντιδικονομικά οι δίκες, όταν απομακρύνεται το δικηγορικό λειτούργημα από τα ευρωπαϊκά πρότυπα συμπεριφοράς.

Η εντελώς αδικαιολόγητη, λοιπόν, ξαφνική επίθεση κατά των δικαστών και των εισαγγελέων λίγο πριν τις δικηγορικές εκλογές, επιτελεί ταυτόχρονα δύο σκοπούς: από τη μια επιχειρεί να γίνει το όχημα μερίδας υποψηφίων, για την αυτοπροβολή τους και την ανάδειξη στα συλλογικά τους όργανα – ως να ήταν η αντιπαράθεση με τους δικαστές κάποιου είδους διαπιστευτήριο μαχητικότητας – και από την άλλη, κατασκευάζει έναν κοινό «εξωτερικό» εχθρό, εμποδίζοντας την ανάδειξη των πραγματικών εσωτερικών αντιθέσεων, που πλήττουν σκληρά πλέον το Δικηγορικό Σώμα και δεν μπορούν να καλυφθούν ούτε με προσημειώσεις, ούτε με διαταγές πληρωμής.

Η δημόσια λειτουργία που επιτελεί ο δικηγόρος, είναι μια τιμή και ταυτόχρονα ένα καθήκον που χρειάζεται περιφρούρηση με λογική και συνέπεια. Το ελκυστικό ποτήρι του λαϊκισμού, το πρόσφεραν πολλοί και στο παρελθόν, είχε όμως πάντα την ίδια πικρή επίγευση για τη Δικαιοσύνη, όπως και για τους πολίτες. Απευθυνόμενοι στην συντριπτική πλειοψηφία των δικηγόρων, που αγωνίζονται με αξιοπρέπεια μέσα σε αντίξοες συνθήκες, τους καλούμε να το αρνηθούν και να μην επιτρέψουν στους ισχυρούς λίγους, να αποδομήσουν την αξιοπιστία του δικηγορικού σώματος, σε βάρος των πολλών.

* Πρόεδρος Πρωτοδικών, Γενικός Γραμματέας ΕΝΔΕ

Αυτοψία στην τελευταία διαδρομή του Παντελή Παντελίδη

Παντελής Παντελίδης, Λίγες ημέρες πριν συμπληρωθούν έξι χρόνια από το τροχαίο όπου ο Παντελής Παντελίδης έχασε τη ζωή του και οι Μίνα Αρναούτη και Φρόσω Κυριακού τραυματίστηκαν, εκδικάζονται οι αγωγές για τις αποζημιώσεις
Λίγες ημέρες πριν συμπληρωθούν έξι χρόνια από το τροχαίο όπου ο Παντελής Παντελίδης έχασε τη ζωή του και οι Μίνα Αρναούτη και Φρόσω Κυριακού τραυματίστηκαν, εκδικάζονται οι αγωγές για τις αποζημιώσεις

Εδώ και μία εβδομάδα οι «Αποκαλύψεις» έχουν παρουσιάσει συγκλονιστικά στοιχεία γύρω από το κύκλωμα με τις απάτες. Η αποκάλυψη – “βόμβα” από το Σπύρο Μαρτίκα στον αέρα για την παρουσία του Παντελή Παντελίδη σε στημένο παιχνίδι του κυκλώματος τη βραδιά που ο τραγουδιστής έχασε τη ζωή του  πυροδότησε νέο γύρο ερευνών σχετικά με τις μυστηριώδεις συνθήκες του θανάτου του.

Η δημοσιογράφος της εκπομπής «Αποκαλύψεις», Χριστίνα Κόντρα, έκανε αυτοψία κατά μήκος της τελευταίας διαδρομής του Παντελή Παντελίδη, φέρνοντας στο φως νέα στοιχεία.

Δείτε το βίντεο:


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Συγκλονιστική αποκάλυψη: «Ο επιχειρηματίας ήταν ο διοργανωτής του στημένου παιχνιδιού που έχασε ο Παντελής Παντελίδης 250.000 ευρώ το βράδυ του θανάτου του»

Νέο επεισόδιο στη διαμάχη ΕνΔΕ – δικηγόρων

ΕνΔΕ, δικαστές

Σε θέσεις μάχης συνεχίζουν να βρίσκονται δικαστές- εισαγγελείς και δικηγόροι, με τις ανακοινώσεις εκατέρωθεν να κινούνται σε ιδιαίτερα υψηλούς τόνους. Νέο γύρο αντιπαράθεσης αναμένεται να ανοίξει η σημερινή έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕνΔΕ).

Και όπως έχει αναφερθεί σε σχετική ανακοίνωση της ΕνΔΕ η σύγκληση του Συμβουλίου γίνεται «για να λάβει τα αναγκαία μέτρα περιφρούρησης του κύρους της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας των λειτουργών της».

Μάλιστα, προϊδεάζει πως «εμείς θα απαντήσουμε θεσμικά και συλλογικά σε αυτή την πρωτοφανή πρόκληση και θα αναδείξουμε λεπτομερώς την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί τόσο στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, όσο και στην Ευρωπαϊκή και τη Διεθνή Ένωση Δικαστών. Ο λαϊκισμός και η απρέπεια δεν θα βρουν άλλο ζωτικό χώρο στην ελληνική Δικαιοσύνη. Ας αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους».

Έχουν αρχίσει, πάντως, να υπάρχουν και φωνές για αυτοσυγκράτηση και των δύο πλευρών. Ενδεικτική είναι η παρέμβαση της πρώην προέδρου της ΕνΔΕ και επικεφαλής της μειοψηφίας, Μαργαρίτας Στενιώτη, η οποία ανέφερε πως μεταξύ δικαστών και δικηγόρων «δεν είμαστε εμείς και εσείς, είμαστε όλοι μαζί. Είμαστε θεματοφύλακες της Δικαιοσύνης και του Κράτους Δικαίου και οφείλουμε να αχθούμε υπεράνω των φθοροποιών τριβών της καθημερινότητας, που, σίγουρα, θα υπάρχουν, να υπερβούμε συντεχνιακές αγκυλώσεις και να κάνουμε πράξη τη θεσμική συνεργασία και το διάλογο».

Δικαστές – δικηγόροι στα χαρακώματα: Κόκκινη γραμμή η αυτορρύθμιση

Για το θέμα της αυτορρύθμισης έχει, βέβαια, ήδη υπάρξει απάντηση από την πλευρά της Συντονιστικής Επιτροπής της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, η οποία στην έκτακτη συνεδρίαση της μετά τις αιχμηρές δηλώσεις Χρ. Σεβαστίδη, τόνιζε πως «η αυτορρύθμιση του επαγγέλματος αποτελεί κόκκινη γραμμή για το δικηγορικό σώμα».

Στο πλαίσιο εξάλλου αυτό οι δικηγόροι δήλωσαν «καμία ανοχή στις προκλήσεις» και αποφάσισαν μία σειρά μέτρων απέναντι στη «συστηματική στοχοποίηση του δικηγορικού σώματος από τον Πρόεδρο της ΕνΔΕ και την εκ νέου απόπειρά του να παρέμβει στη δικαιοδοτική πειθαρχική λειτουργία των Δικηγορικών Συλλόγων παραβιάζοντας την αυτοτέλεια και την ανεξαρτησίας τους».

Στη λειτουργία των πειθαρχικών συμβουλίων αναφέρθηκε επίσης ο ίδιος ο πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων και του ΔΣΑ, Δημήτρης Βερβεσός, μετά τις νέες δηλώσεις Σεβαστίδη σε τηλεοπτική συνέντευξη.

«Οφείλουμε μια απάντηση στον Πρόεδρο της ΕνΔΕ για τα όσα αναληθώς όλως ανοικείως για το δικηγορικό σώμα ισχυρίστηκε» είπε ο κ. Βερβεσός σε ανάρτησή του.

«Τα Πειθαρχικά Συμβούλια είναι ανεξάρτητα όργανα, διακριτά του Διοικητικού Συμβουλίου και υπόκεινται σε συγκεκριμένους αυστηρούς κανόνες ως προς τη λειτουργία και τη διαδικασία τους. Κατά συνέπεια, ούτε ο Πρόεδρος ούτε το ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου μπορούν να παρέμβουν στη δικαιοδοτική τους κρίση» σημείωνε.

Και πρόσθετε: «Περαιτέρω, ο Εισαγγελέας του ΑΠ δικαιούται να ασκεί προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου κατά αποφάσεων του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου για εσφαλμένη ή πλημμελή εφαρμογή του νόμου είτε για λόγους ουσιαστικής εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Λούνα παρκ Χαλκιδική: Διεκόπη η δίκη για το θάνατο του 19χρονου Καμπαϊλή

λούνα παρκ

Για τις 27 Νοεμβρίου διεκόπη η δίκη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Γιαννιτσών για το θάνατο του 19χρονου Γιάννη Καμπαϊλή σε λούνα παρκ στη Χαλκιδική τον Αύγουστο του 2024.

Στο εδώλιο κάθονται τέσσερα άτομα. Ο ιδιοκτήτης του λούνα παρκ που συνέβη το δυστύχημα, η σύζυγος του και συνδιαχειρίστρια της επιχείρησης, ο χειριστής του μοιραίου παιχνιδιού και ο μηχανολόγος μηχανικός που είχε προσκομίσει πιστοποιητικά ελέγχου λειτουργίας του μηχανήματος-παιχνιδιού.

Οι παραπάνω τέσσερις κατηγορούμενοι διώκονται για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο, τετελεσμένη και σε απόπειρα, από κοινού, ή απλή συνέργεια στην πράξη αυτή. Ο ιδιοκτήτης του λούνα παρκ παραμένει προσωρινά κρατούμενος, ενώ οι υπόλοιποι τρεις είναι ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους.

Η δίκη διεκόπη λόγω κωλύματος της δικηγόρου Ανθούλας Ανάσογλου που εκπροσωπεί τον χειριστή.

Σε δηλώσεις του, νωρίτερα, έξω από τα δικαστήρια των Γιαννιτσών, ο πατέρας του 19χρονου θύματος είπε ότι ο γιος του θα μείνει αξέχαστος, ενώ ζήτησε να αποδοθεί δικαιοσύνη και να τιμωρηθούν με τις βαρύτερες προβλεπόμενες ποινές όσοι έχουν καταστεί κατηγορούμενοι για την υπόθεση αυτή.

Για την ίδια υπόθεση σχηματίστηκε δεύτερη δικογραφία για παράβαση καθήκοντος, πλημμέλημα για το οποίο κατηγορείται, μεταξύ άλλων, η έκπτωτη δήμαρχος Κασσάνδρας Αναστασία Χαλκιά. Η δίκη αυτή αναβλήθηκε για τον Δεκέμβριο του 2026.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Ο μαθητής με το μπαλτά και το πανό με υπογραφή «Χρυσή Αυγή»

Για απείθεια στον Εισαγγελέα ο «Φραπές» – Καυγάς στην εξεταστική του ΟΠΕΚΕΠΕ για τη βίαιη προσαγωγή του

Φραπές

Σφοδρή αντιπαράθεση μεταξύ πλειοψηφίας και αντιπολίτευσης προκάλεσε η άρνηση του Γιώργου Ξυλούρη γνωστού ως «Φραπέ» να καταθέσει στην εξεταστική επιτροπή που ερευνά την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ.

Οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας δια του εισηγητή τους Μακάριου Λαζαρίδη ζήτησαν να παραπεμφθεί άμεσα η υπόθεση στον εισαγγελέα ο οποίος θα κρίνει εάν ο μάρτυρας έχει το δικαίωμα της σιωπής όπως ο ίδιος υποστηρίζει ή αν έχει τέλεσει το αδίκημα της απείθειας και πρέπει να διαταχθεί η βίαιη προσαγωγή του από την εξεταστική.

Από την άλλη πλευρά σύσσωμη η αντιπολίτευση ζήτησε να εκδοθεί από την επιτροπή ένταλμα βίαιης προσαγωγής χωρίς την παρέμβαση του εισαγγελέα. Το συγκεκριμένο διαδικαστικό ζήτημα τέθηκε σε ψηφοφορία με τους βουλευτές της αντιπολίτευσης να αποχωρούν από τη συνεδρίαση προκειμένου όπως είπαν να μην νομιμοποιήσουν «μια παράβαση καθήκοντος».

Ο κ. Λαζαρίδης σχολιάζοντας τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης μίλησε για φθηνά σόου. «Όλο το προηγούμενο διάστημα η αντιπολίτευση υποστήριζε ότι ο Ξυλούρης γνωστός και ως “Φραπές” ήταν ύποπτος. Σήμερα λέει ότι δεν έχει αυτή την ιδιότητα» ανέφερε μεταξύ άλλων.

Ο πρόεδρος της εξεταστικής Ανδρέας Νικολακόπουλος εξήγησε στα μέλη της επιτροπής πως ακόμα και αν ο ίδιος διαπιστώνει ότι ο μάρτυρας δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την επίκληση του δικαιώματος της σιωπής δεν έχει αρμοδιότητα επιβολής ποινών. «Αρμόδιος για την επιβολή ποινών ή την έκδοση εντάλματος βίαιης προσαγωγής είναι ο εισαγγελέας» ανέφερε.

Από το ΠΑΣΟΚ η κυρία Μιλένα Αποστολάκη υποστήριξε πως «η πρόταση μας είναι σαφής θεωρούμε ότι η επιτροπή μας οφείλει να εκδώσει ένταλμα βίαιης προσαγωγής του μάρτυρα. Έχει υποχρέωση να εμφανιστεί και στην συνέχεια έχει δικαίωμα να μην απαντήσει σε ερωτήσεις που νομίζει ότι τον αυτοενεχοποιούν έστω και αν το κάνει καταχρηστικά».

Ο Νίκος Καραθανασόπουλος (ΚΚΕ) υποστήριξε ότι η πρόταση της ΝΔ αποτελεί υπεκφυγή ενώ υπέρ της άμεσης βίαιης προσαγωγής του μάρτυρα επέμειναν οι εισηγητές Νέας Αριστεράς, Νίκης, Ελληνικής Λύσης, Πλεύσης Ελευθερίας και ΣΥΡΙΖΑ. «Αποτελεί απόδειξη κυβερνητικής εμπλοκής και συγκάλυψης η πρόταση της πλειοψηφίας» σχολίασε ο κ. Γιώργος Ρούντας.

Πάντως, ο κ. Βασίλης Κόκκαλης λίγο πριν την έναρξη της σχετικής ψηφοφορίας δήλωσε ότι «δεν νομιμοποιούμε την παράβαση καθήκοντος και αποχωρούμε» για να ακολουθήσουν στη συνέχεια τον δρόμο της αποχώρησης οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ.Πλέον, μετά την κατά πλειοψηφία απόφαση των μελών της εξεταστικής θα αποσταλεί άμεσα στον εισαγγελέα το υπόμνημα του Γιώργου Ξυλούρη με το ερώτημα της απείθειας ενώ όπως αναφέρουν στελέχη της ΝΔ «ο εισαγγελέας θα μας πει αν πρέπει να διαταχθεί η βίαιη προσαγωγή του μάρτυρα».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

ΟΠΕΚΕΠΕ: Όλο το υπόμνημα του «Φραπέ» στην Εξεταστική – Γιατί αρνείται να πάει

Ιωάννης Γλύκας: Η ίδρυση των «Ποινικολόγιων» είναι απάντηση σε μια πραγματική ανάγκη

Γλύκας

*Από την εισήγηση του Ιωάννη Γλύκα στο διήμερο συνέδριο του Ε.Σ.Δ. «Οι Ποινικολόγιοι» στις 15 και 16 Νοεμβρίου με τίτλο «Κράτος Δικαίου: Αρχές Ορθής Νομοθέτησης και Ποινικός Λαϊκισμός».

H ίδρυση του Επιστημονικού Συνδέσμου Δικηγόρων «Οι Ποινικολόγιοι» δεν υπήρξε μια τυπική πρωτοβουλία, ούτε αποτέλεσε προϊόν συγκυρίας. Ήταν απάντηση σε μια πραγματική ανάγκη… την ανάγκη να σταθούμε ενωμένοι, οργανωμένοι και ουσιαστικά υποστηριγμένοι μέσα σε ένα περιβάλλον όπου ο ρόλος του ποινικολόγου γίνεται καθημερινά πιο απαιτητικός, πιο σύνθετος και πιο εκτεθειμένος.

Ζήσαμε και συνεχίζουμε να ζούμε μια εποχή όπου η ποινική δικηγορία δεν περιορίζεται πλέον στην αίθουσα του δικαστηρίου. Απαιτεί συνεχή επιστημονική ενημέρωση, άμεση πρόσβαση στη γνώση, καλλιέργεια δεξιοτήτων, κατανόηση νέων τεχνολογιών, αντοχή σε κοινωνικές πιέσεις και αυξημένη επαγγελματική ευθύνη.

Γι’ αυτό δημιουργήσαμε τον Σύνδεσμό μας. Για να βρίσκεται πραγματικά κοντά στον δικηγόρο.

Σε μία εποχή που το ποινικό δίκαιο μεταβάλλεται διαρκώς η φωνή μας οφείλει να παραμένει σταθερή, νηφάλια και προσηλωμένη στην υπεράσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Δεν είναι απλώς ένας επαγγελματικός φορέας, είναι ένας ζωντανός οργανισμός σκέψης, ανταλλαγής εμπειριών και επιστημονικής αναζήτησης. Το πρώτο συνέδριό μας φιλοδοξεί να αποτελέσει χώρο γόνιμου διαλόγου για τα ζητήματα που απασχολούν τη δικαιοσύνη σήμερα από τις νομοθετικές εξελίξεις έως τις προκλήσεις της ψηφιακής εποχής στην απονομή του δικαίου.

Για την επιστημονική υποστήριξη και συνεχή επιμόρφωσή μας χρειαζόταν ένας φορέας που να παρακολουθεί συστηματικά τις εξελίξεις, να παράγει και να διαχέει έγκυρη γνώση, να οργανώνει δράσεις, συνέδρια, σεμινάρια και συζητήσεις που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της καθημερινής πρακτικής. Θεωρούμε ότι καλύπτουμε ένα σημαντικό κενό.

Ο ποινικολόγος είναι συχνά στην πρώτη γραμμή ενός δημοσίου διαλόγου που πολλές φορές γίνεται βεβιασμένα με παρερμηνείες και ακρότητες.

Η ποινική δικηγορία όσο υψηλού επιπέδου και αν είναι παραμένει μοναχικό επάγγελμα. Ο δικηγόρος πρέπει να μπορεί να βρει στήριξη, καθοδήγηση, συνεργασία και ανταλλαγή εμπειριών. Να νιώθει ότι πίσω του υπάρχει ένας οργανισμός που τον στηρίζει, τον κατανοεί και τον ενισχύει φυσικά μαζί με τον δικηγορικό μας Σύλλογο.

Σήμερα ως διοίκηση μαζί με τους συναδέλφους μου στοχεύουμε σε κάτι ζωντανό που δεν περιορίζεται σε τυπικούς ρόλους αλλά λειτουργεί ως πραγματική δύναμη στήριξης και εξέλιξης για κάθε συνάδελφο. Ένας σύνδεσμος που ιδρύθηκε από δικηγόρους για τους δικηγόρους.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Στον πυρήνα κάθε δημοκρατικής πολιτείας βρίσκεται η έννοια του κράτους δικαίου. Πρόκειται για τη θεμελιώδη αρχή ότι η εξουσία —νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική— δεσμεύεται από το δίκαιο, και ότι ο πολίτης δεν υπόκειται στη βούληση αλλά στον νόμο. Ωστόσο, το κράτος δικαίου δεν είναι μια στατική έννοια· είναι ένας ζωντανός μηχανισμός που δοκιμάζεται κάθε φορά που ο δημόσιος διάλογος για το έγκλημα και την τιμωρία διολισθαίνει προς τον ποινικό λαϊκισμό.

Η ποινική νομοθέτηση οφείλει να διέπεται από ορισμένες θεμελιώδεις αρχές:

  • Αρχή της νομιμότητας που κατοχυρώνει την ασφάλεια δικαίου.
  • Αρχή της αναλογικότητας, που απαιτεί ισορροπία μεταξύ προσβολής και κύρωσης.
  • Αρχή της επικουρικότητας του ποινικού δικαίου, που υπαγορεύει ότι η ποινική κύρωση είναι το έσχατο μέσο κοινωνικής αντίδρασης, όχι το πρώτο.

Αυτές οι αρχές συγκροτούν την εγγυητική λειτουργία του ποινικού δικαίου: προστατεύουν τον πολίτη όχι μόνο από το έγκλημα, αλλά και από την αυθαιρεσία της ίδιας της Πολιτείας.

Στις σύγχρονες δημοκρατίες, συχνά παρατηρούμε την τάση της πολιτείας να αντιδρά νομοθετικά υπό την πίεση της επικαιρότητας. Ένα έγκλημα προκαλεί κοινωνική αγανάκτηση, οδηγεί σε εξαγγελίες “αυστηροποίησης των ποινών”, σε νέους ποινικούς τύπους ή σε κατάργηση θεσμών επιείκειας. Αυτή η πρακτική, που συνιστά ποινικό λαϊκισμό, απομακρύνει τη νομοθέτηση από την επιστημονική τεκμηρίωση και την ορθολογική αντεγκληματική πολιτική.

Ο ποινικός λαϊκισμός δεν είναι απλώς ρητορική· είναι νομοθετική πρακτική που υπονομεύει τη θεσμική ισορροπία του κράτους δικαίου. Δημιουργεί ένα δίκαιο “επικοινωνιακής κατανάλωσης”, όπου οι ποινές λειτουργούν περισσότερο ως πολιτικά σύμβολα παρά ως μέσα δικαιοσύνης.

Κυρίες και Κύριοι, το κράτος δικαίου δεν είναι αφηρημένη θεωρητική σύλληψη. Είναι ο τρόπος με τον οποίο η κοινωνία επιλέγει να περιορίσει την αυθαιρεσίας της εξουσίας, να προστατεύσει τον πολίτη και να εξασφαλίσει ότι η δικαιοσύνη δεν θα λειτουργεί κατά το δοκούν αλλά με βάση κανόνες, διαδικασίες και θεσμικές εγγυήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο το Κράτος Δικαίου σημαίνει ότι κάθε κρατική ενέργεια πρέπει να εδράζεται στη νομιμότητα, ότι οι εξουσίες οριοθετούνται μεταξύ τους ώστε να αποτρέπεται η κατάχρηση, ότι τα δικαιώματα του ατόμου δεν υπόκεινται σε περιστασιακές πολιτικές σκοπιμότητες, ότι η δικαιοσύνη απονέμεται από ανεξάρτητους και αμερόληπτους δικαστές, ότι η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα αποτελούν θεμέλια της κοινωνικής εμπιστοσύνης.

Το κράτος δικαίου δεν είναι μια κατάσταση δεδομένη . Είναι μια συνεχής κατάκτηση, μια αδιάκοπη προσπάθεια διαφύλαξης των θεσμών, της αξιοπρέπειας και των ελευθεριών των πολιτών. Αυτή η προσπάθεια είναι χρέος όλων μας – ιδίως δε των ποινικολόγων που βρισκόμαστε καθημερινά στην πρώτη γραμμή όπου τα δικαιώματα συγκρούονται. Ανάμεσα στις θεμελιώδεις εγγυήσεις του Κράτους Δικαίου καμία δεν είναι τόσο καθοριστική, τόσο ουσιαστική και τόσο εύθραυστη όσο το τεκμήριο αθωότητας . Το τεκμήριο αθωότητας δεν είναι μια δικονομική λεπτομέρεια. Είναι ο πυρήνας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε δίκαιης ποινικής διαδικασίας.

Σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος ανεξαρτήτως των υποψιών, της φήμης ή του κοινωνικού θορύβου αντιμετωπίζεται από το κράτος ως αθώος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου.

Όχι στη θεωρία.

Όχι συμβολικά.

Αλλά στην πράξη, στην έρευνα, στην προανάκριση, στη δίκη, στη δημόσια σφαίρα.

Το τεκμήριο της αθωότητας εξισορροπεί τη δύναμη του κράτους έναντι του ατόμου, καθορίζει ότι το βάρος απόδειξης το φέρει η πολιτεία, απαγορεύει την καταδίκη όταν υφίστανται σοβαρές αμφιβολίες, επιβάλλει σε δικαστές, εισαγγελείς, αστυνομικές και διοικητικές αρχές να αντιμετωπίζουν τον κατηγορούμενο με ουδετερότητα και σεβασμό, προστατεύει τον πολίτη από την κοινωνική και θεσμική προκατάληψη.

Είναι ένα δικαίωμα που δεν χωρίζεται από τη δημοκρατία.

Όταν παραβιάζεται το τεκμήριο της αθωότητας τραυματίζεται το ίδιο το Κράτος Δικαίου.

Σήμερα συνάδελφοι το τεκμήριο αθωότητας δέχεται πιέσεις από πολλές πλευρές. Πολλές φορές ο δημόσιος λόγος των αρχών ξεπερνά τα όρια της ουδετερότητας. Εκφράσεις όπως «δράστης», «ένοχος», «υπεύθυνος» πριν καν ολοκληρωθεί η αποδεικτική διαδικασία προσβάλλουν ευθέως το τεκμήριο και πλήττουν την ανεξαρτησία της δικαστικής κρίσης.

Από τα ΜΜΕ και την κοινωνία των δικτύων σε μια εποχή που η πληροφορία ταξιδεύει γρηγορότερα από την αλήθεια, όπου η εικόνα αντικαθιστά το τεκμήριο και όπου ο ψηφιακός όχλος σχηματίζει άποψη πριν καν σχηματισθεί δικογραφία, το τεκμήριο αθωότητας συχνά θυσιάζεται στον βωμό της τηλεθέασης και του εντυπωσιασμού.

Η κοινωνική προκατάληψη προηγείται της δικαστικής κρίσης.

Η προσωρινή κράτηση, οι βαρείς περιοριστικοί όροι, η δημοσιοιποίηση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων – όλα αυτά πρέπει να εφαρμόζονται με απόλυτη σύνεση, διότι στην πράξη συχνά λειτουργούν ως «πρόωρη τιμωρία» αντί να παραμένουν αμιγώς δικονομικά εργαλεία.

Ας μην κρυβόμαστε πίσω από νομικές έννοιες. Ο ποινικολόγος γνωρίζει καθημερινά ότι οι υποθέσεις δεν εκδικάζονται μόνο στην αίθουσα αλλά πολλές φορές και στα μέσα ενημέρωσης, στα κοινωνικά δίκτυα, ακόμη και στους διαδρόμους της κοινωνικής συζήτησης. Σε αυτό το περιβάλλον η υπεράσπιση του τεκμηρίου αθωότητας δεν είναι απλώς ένα νομικό καθήκον.

  • Είναι ηθική υποχρέωση.
  • Είναι στάση απέναντι στη δημοκρατία.
  • Ο ποινικολόγος δεν υπερασπίζεται μόνο εντολείς.
  • Υπερασπίζεται αρχές .
  • Υπερασπίζεται θεσμούς.
  • Υπερασπίζεται τον ίδιο τον πολιτισμό της δικαιοσύνης.

Κάθε φορά που απαιτούμε τον σεβασμό του τεκμηρίου αθωότητας, κάθε φορά που επισημαίνουμε τις υπερβάσεις της εξουσία , κάθε φορά που αντιστεκόμαστε στην εύκολη προκαταδίκη, δεν υπερασπιζόμαστε απλώς έναν άνθρωπο.

ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ.

Και αυτό το Κράτος Δικαίου δεν είναι τίποτε άλλο από την υπόσχεση ότι ο άνθρωπος δεν θα υποτάσσεται στην αυθαιρεσία, ότι η δικαιοσύνη θα λειτουργεί με κανόνες και ότι η ποινική διαδικασία θα υπηρετεί την αλήθεια και όχι την προκατάληψη.

Συνάδελφοι, το τεκμήριο αθωότητας είναι η τελευταία γραμμή άμυνας του ανθρώπου απέναντι στον κρατικό μηχανισμό. Είναι ο κανόνας που κρατά όρθια την δικαιοσύνη και εγγυάται ότι η ενοχή δεν είναι υπόθεση εντυπώσεων, αλλά προϊόν μια δίκαιης, αμερόληπτης και θεσμικά θωρακισμένης διαδικασίας. Όσο το τεκμήριο αθωότητας προστατεύεται τόσο το κράτος δικαίου παραμένει ζωντανό.

Όταν το τεκμήριο αθωότητας υποχωρεί, το κράτος δικαίου τραυματίζεται. Και μαζί τραυματίζεται η Δημοκρατία. Η υπεράσπιση του τεκμηρίου αθωότητας είναι χρέος όλων μας.

Χρέος επιστημονικό, θεσμικό και βαθύτατα ηθικό. Και είμαι βέβαιος ότι μέσα από τα συνέδρια σαν το σημερινό, μέσα από τη συλλογική μας παρουσία και τον διάλογο θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε ακλόνητα αυτή την αρχή.

Εδώ αναδεικνύεται η κρίσιμη αποστολή του ποινικολόγου- του δικηγόρου, του πανεπιστημιακού, του ερευνητή. Οφείλει να είναι η συνείδηση του κράτους δικαίου, ο υπερασπιστής των αρχών και όχι πρόσκαιρων εντυπώσεων. Η δουλειά του δεν είναι να ακολουθεί το ρεύμα της κοινωνικής οργής αλλά να το ερμηνεύει και να το αντισταθμίζει με τη λογική του δικαίου.

Μέσα από την υπεράσπιση του κατηγορουμένου, την επιστημονική επιχειρηματολογία και τη δημόσια παρέμβαση, συμβάλλει στη διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στην κοινωνική ανάγκη για ασφάλεια και στην ατομική αξίωση για ελευθερία. Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων δεν είναι πράξη ανοχής προς το έγκλημα· είναι πράξη πίστης στο Σύνταγμα και στους θεσμούς του.

Το κράτος δικαίου κρίνεται τελικά όχι από την αυστηρότητα των ποινών, αλλά από την ποιότητα της δικαιοσύνης που απονέμει. Ένα δίκαιο που τιμωρεί χωρίς μέτρο, ή που νομοθετεί για να ικανοποιήσει το κοινό αίσθημα, παύει να είναι δίκαιο και μετατρέπεται σε μηχανισμό εξουσίας.

Ως φύλακας αυτής της ισορροπίας, υπενθυμίζει διαρκώς ότι η πραγματική δημοκρατία δεν δοκιμάζεται στις εύκολες υποθέσεις, αλλά στις δύσκολες — εκεί όπου η υπεράσπιση του δικαιώματος συγκρούεται με τη λαϊκή πίεση.

Η υπεράσπιση του κράτους δικαίου είναι έργο διαρκές και απαιτητικό. Σε κάθε εποχή όπου ο ποινικός λαϊκισμός απειλεί να μετατρέψει τη νομοθέτηση σε εργαλείο πολιτικής επιβίωσης, οι ποινικολόγοι οφείλουμε να θυμίζουμε ότι το ποινικό δίκαιο δεν είναι το πεδίο της εκδίκησης, αλλά της δικαιοσύνης. Και ότι η ελευθερία του πολίτη —ακόμη και του κατηγορουμένου— είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομείται η νομιμότητα, η αξιοπρέπεια και, τελικά, η ίδια η Δημοκρατία.

Είναι πολύ σημαντικό να συζητούμε σήμερα για μία από τις πιο λεπτές και κρίσιμες πτυχές του ποινικού δικαίου — την εγγυητική του λειτουργία στο στάδιο της επιμέτρησης των ποινών.

Πρόκειται για ένα στάδιο όπου το δίκαιο παύει να είναι απλώς αφηρημένος κανόνας και γίνεται πράξη· όπου το κράτος δικαίου δοκιμάζεται στην πράξη της απονομής της δικαιοσύνης.

Η επιμέτρηση της ποινής δεν είναι τεχνική διαδικασία· είναι μια πράξη ευθύνης. Είναι η στιγμή που ο δικαστής, μέσα στα όρια που του θέτει ο νόμος, καλείται να εξατομικεύσει τη δίκαιη ποινή για τον συγκεκριμένο άνθρωπο.

Ο ποινικός μας Κώδικας ορίζει δύο άξονες: τη βαρύτητα της πράξης και την προσωπικότητα του δράστη.

Αυτή η φαινομενικά απλή διάταξη ενσωματώνει μια βαθιά εγγύηση: ότι ο άνθρωπος δεν θα τιμωρείται αφηρημένα, αλλά ως πρόσωπο· ότι η ποινή δεν θα είναι προϊόν οργής ή εντυπώσεων, αλλά σταθμισμένη έκφραση δικαιοσύνης.

Κεντρικός πυλώνας αυτής της εγγυητικής λειτουργίας είναι η αρχή της αναλογικότητας, συνταγματικά κατοχυρωμένη στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος και ουσιαστικά ενσωματωμένη στο άρθρο 79 ΠΚ. Η ποινή πρέπει να αντιστοιχεί στη βαρύτητα της προσβολής και στον βαθμό ενοχής του δράστη.

Η αναλογικότητα δεν είναι αριθμητική ισορροπία — είναι ηθική και ννομική συμμετρία. Όταν η ποινή υπερβαίνει τη δίκαιη αναλογία, το ποινικό δίκαιο παύει να είναι εγγύηση και μετατρέπεται σε εργαλείο εξουσίας. Η υπερβολή, ακόμη κι όταν υπηρετεί “καλές προθέσεις”, πλήττει την ίδια τη νομιμότητα.

Η απαίτηση ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας —όπως ορίζει το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και το άρθρο 139 ΚΠΔ— είναι η πιο ισχυρή θεσμική εγγύηση στο στάδιο της επιμέτρησης. Η αιτιολόγηση της ποινής δεν είναι μια τυπική διαδικασία· είναι το δικαίωμα του πολίτη να γνωρίζει γιατί το κράτος αποφάσισε να του στερήσει την ελευθερία ή να του επιβάλει μια κύρωση.

Η αιτιολογία μετατρέπει την εξουσία σε λογοδοσία, και τη δικαιοσύνη σε πράξη εμπιστοσύνης προς τον πολίτη. Αντίθετα, η αδιαφάνεια στην επιμέτρηση υπονομεύει τη νομιμότητα και θολώνει τα όρια ανάμεσα στη δικαστική κρίση και την υποκειμενική εντύπωση.

Στο σημερινό κοινωνικό περιβάλλον, η ποινική δικαιοσύνη δεν λειτουργεί σε κενό.

Οι πιέσεις της κοινής γνώμης, η επικοινωνιακή ρητορική της «μηδενικής ανοχής» και ο ποινικός λαϊκισμός δημιουργούν συχνά ένα κλίμα αυστηροποίησης που απειλεί να διαβρώσει την ουσία της δικαιοσύνης.

Όμως ο δικαστής και ο ποινικολόγος δεν είναι θεατές της κοινωνικής αγανάκτησης — είναι θεματοφύλακες του κράτους δικαίου.

Η επιμέτρηση της ποινής πρέπει να παραμένει πράξη ψυχρής λογικής και όχι θερμής συναισθηματικής αντίδρασης. Μόνο έτσι το ποινικό δίκαιο διατηρεί τον εγγυητικό του χαρακτήρα: ως φραγμό απέναντι στην αυθαιρεσία και όχι ως εργαλείο ικανοποίησης του κοινού αισθήματος.

Ο ποινικολόγος, στην πράξη, είναι ο φυσικός υπερασπιστής αυτής της ισορροπίας.

Η υπεράσπιση δεν είναι απλώς επαγγελματικό καθήκον — είναι θεσμική λειτουργία.

Υπενθυμίζει στο δικαστήριο και στην κοινωνία ότι η Δικαιοσύνη δεν εκφράζεται με την αυστηρότητα, αλλά με το μέτρο· ότι η αξία του ανθρώπου δεν χάνεται ακόμη και όταν καταδικάζεται.

Κάθε φορά που ζητάμε από το δικαστήριο να αιτιολογήσει την ποινή, κάθε φορά που επισημαίνουμε την ανάγκη αναλογικότητας ή επικουρικότητας, δεν υπερασπιζόμαστε μόνο τον εντολέα μας — υπερασπιζόμαστε το ίδιο το Σύνταγμα.

Η επιμέτρηση της ποινής είναι η στιγμή όπου η δικαιοσύνη αποκτά πρόσωπο. Είναι η στιγμή που η θεωρία συναντά την πράξη, και το κράτος δικαίου μετατρέπεται από ιδέα σε πράξη ευθύνης.

Εκεί, μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου, ο εγγυητικός χαρακτήρας του ποινικού δικαίου παίρνει σάρκα και οστά.

Αν το δίκαιο είναι η φωνή της λογικής μέσα στην κοινωνία, τότε η δίκαιη επιμέτρηση είναι η φωνή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας μέσα στο ποινικό σύστημα.

Και γι’ αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η διαρκής μας ευθύνη —ως Δικηγόροι, ως δικαστές, ως λειτουργοί του δικαίου— είναι να θυμίζουμε ότι η δικαιοσύνη δεν είναι πράξη δύναμης, αλλά πράξη μέτρου, σεβασμού και ελευθερίας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Η έννοια του τεκμηρίου αθωότητας δεν είναι μια τυπική δικονομική αρχή.

Είναι ο πυρήνας της ποινικής δικαιοσύνης, η ίδια η ηθική υπόσχεση του κράτους δικαίου προς τον πολίτη ότι δεν θα θεωρηθεί ένοχος πριν η ενοχή του κριθεί αμετάκλητα.

Ωστόσο, στην πράξη, το τεκμήριο αυτό δοκιμάζεται σοβαρά — και μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι εκείνη των περιορισμών του ανασταλτικού αποτελέσματος των ενδίκων μέσων.

Το δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων —όπως η έφεση ή η αναίρεση— αποτελεί θεμελιώδες εγγυητικό μέσο ελέγχου της δικαστικής κρίσης.

Η αναστολή εκτέλεσης της ποινής έως την τελεσιδικία ή το αμετάκλητο δεν είναι προνόμιο· είναι έκφραση του τεκμηρίου αθωότητας.

Διότι, όσο η υπόθεση εκκρεμεί, ο κατηγορούμενος δεν είναι ένοχος, αλλά κατηγορούμενος. Και κάθε κύρωση που εφαρμόζεται πριν την τελεσίδικη κρίση, ακόμη κι αν τυπικά λέγεται «εκτέλεση απόφασης», συνιστά στην ουσία πρόωρη άρση της αθωότητας.

Ωστόσο, ο νομοθέτης, επικαλούμενος λόγους προστασίας της δημόσιας ασφάλειας ή κινδύνου φυγής, επιτρέπει σε πολλές περιπτώσεις την άμεση εκτέλεση της πρωτόδικης απόφασης, παρά την άσκηση ένδικου μέσου.

Το άρθρο 497 ΚΠΔ προβλέπει ότι η έφεση δεν έχει αυτοδικαίως ανασταλτικό αποτέλεσμα· το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί την αναστολή αν κρίνει ότι ο καταδικασθείς ενδέχεται να διαπράξει νέα εγκλήματα ή να αποφύγει την εκτέλεση.

Η λογική είναι, βεβαίως, αντικειμενικά κατανοητή: η Πολιτεία οφείλει να προστατεύει το κοινωνικό συμφέρον.

Όμως, εδώ ακριβώς τίθεται το κρίσιμο ζήτημα: πότε η εξαίρεση αυτή μετατρέπεται σε κανόνα και υπονομεύει το τεκμήριο αθωότητας;

Το τεκμήριο αθωότητας πρέπει να λαμβάνεται ως ζωντανή αρχή και όχι νομική φράση.

Το τεκμήριο αθωότητας, κατοχυρωμένο στο άρθρο 6 §2 της ΕΣΔΑ, στο άρθρο 14 §2 του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, και στο άρθρο 71 του ΠΚ, δεν περιορίζεται στο “δικαίωμα να μη λέγεσαι ένοχος”.

Περιλαμβάνει και την πρακτική συνέπεια ότι κανένα κρατικό όργανο δεν μπορεί να σε μεταχειρίζεται ως ένοχο πριν η ενοχή σου κριθεί αμετάκλητα.

Η άμεση εκτέλεση της ποινής μετά από πρωτόδικη καταδίκη, όταν δεν υπάρχουν εξαιρετικοί λόγοι επικινδυνότητας ή διαφυγής, ισοδυναμεί στην ουσία με προσωρινή κατάργηση του τεκμηρίου αθωότητας.

Η στέρηση της ελευθερίας πριν την τελεσιδικία, ακόμη και υπό “νόμιμη” μορφή, προσβάλλει την ίδια τη λογική του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη.

4. Η νομολογία και τα όρια της διακριτικής ευχέρειας

Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έχει επισημάνει επανειλημμένα ότι το τεκμήριο αθωότητας δεν ανέχεται διατυπώσεις ή πρακτικές που προδικάζουν την ενοχή του προσώπου πριν την τελεσίδικη κρίση.

Η ίδια λογική πρέπει να ισχύει και για τις αποφάσεις περί μη χορήγησης αναστολής: όταν ο δικαστής, στο σκεπτικό του, περιγράφει τον καταδικασθέντα ως «επικίνδυνο», «αμετανόητο» ή «βεβαιωμένα ένοχο», προδικάζει την ενοχή του, παραβιάζοντας όχι μόνο το άρθρο 6 §2 ΕΣΔΑ, αλλά και την εγγυητική ουσία του κράτους δικαίου.

Η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου στην κρίση περί αναστολής δεν είναι απόλυτη — είναι δέσμια από την αρχή της αναλογικότητας, της αναγκαιότητας και, κυρίως, του σεβασμού στο τεκμήριο αθωότητας.

Στην ελληνική πρακτική, παρατηρείται ότι η μη χορήγηση αναστολής τείνει να καταστεί σχεδόν αυτόματη σε σοβαρότερα εγκλήματα, χωρίς εξατομικευμένη αιτιολογία.

Έτσι, η αναστολή —αντί να είναι ο κανόνας και η εξαίρεση να απαιτεί ειδική τεκμηρίωση— καταλήγει να λειτουργεί αντίστροφα.

Αυτό, ωστόσο, σημαίνει ανατροπή του τεκμηρίου αθωότητας.

Διότι, όταν η Πολιτεία φυλακίζει τον πολίτη προτού κριθεί αμετάκλητα ένοχος, στην ουσία του αναγνωρίζει de facto ενοχή.

Και όταν αυτό γίνεται συστηματικά, το κράτος δικαίου μετατρέπεται σε κράτος υποψίας.

Ο ποινικολόγος έχει εδώ κρίσιμο ρόλο: να υπενθυμίζει, με νομική αλλά και ηθική συνέπεια, ότι το δικαίωμα στο ένδικο μέσο δεν είναι τυπική διαδικασία· είναι ουσιαστική εγγύηση της αθωότητας.

Η έφεση ή η αναίρεση δεν μπορεί να απονευρώνονται, αν δεν συνοδεύονται από ένα πραγματικό, ουσιαστικό ανασταλτικό αποτέλεσμα και όταν τις περισσότερες φορές έχουμε έκτιση της ποινής.

Από την άλλη πλευρά, ο δικαστής, όταν αποφασίζει επί του αιτήματος αναστολής, δεν καλείται να “προστατεύσει μόνο την κοινωνία”· καλείται να προστατεύσει το Σύνταγμα — να διασφαλίσει ότι η ελευθερία του ανθρώπου δεν θα στερηθεί προτού το δίκαιο ολοκληρώσει την πορεία του.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η αναστολή εκτέλεσης της ποινής, μέχρι την τελεσιδικία, είναι στην ουσία μια πρακτική μορφή του τεκμηρίου αθωότητας.

Όταν αυτή περιορίζεται χωρίς εξατομίκευση, το τεκμήριο μετατρέπεται από θεμέλιο του κράτους δικαίου σε ρητορική διακήρυξη.

Η αληθινή Δικαιοσύνη δεν είναι εκείνη που σπεύδει να επιβάλει την ποινή, αλλά εκείνη που έχει τη δύναμη να περιμένει — να περιμένει την αλήθεια, την αμετάκλητη κρίση, και να τιμωρεί μόνο όταν η ενοχή έχει αποδειχθεί πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία.

Διότι, στο τέλος, το μέτρο του κράτους δικαίου δεν είναι πόσο αυστηρά τιμωρεί, αλλά πόσο σεβαστικά αμφιβάλλει μέχρι να πει την τελευταία του λέξη.

Η διαρκής και συχνά ασυνεχής νομοθετική μεταβολή στο πεδίο του Ποινικού Δικαίου έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία περιβάλλοντος αυξημένης ανασφάλειας δικαίου. Η σταθερότητα των κανόνων που διέπουν την ποινική ευθύνη συνιστά απαραίτητο όρο για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την έννομη τάξη, καθώς τους επιτρέπει να γνωρίζουν με σαφήνεια ποια συμπεριφορά και ποιες κυρώσεις συνεπάγεται.

Ωστόσο όταν οι τροποποιήσεις των ποινικών διατάξεων υιοθετούνται με συχνότητα που υπερβαίνει τα όρια της θεσμικής ομαλότητας ή χωρίς την αναγκαιότητα, συστηματικότητα και νομοτεχνική αρτιότητα, προκύπτουν ουσιώδη προβλήματα στην εφαρμογή και ερμηνεία του δικαίου.

Το φαινόμενο αυτό επιβαρύνει τόσο τους δικαστικούς όσο και τους δικηγόρους, οι οποίοι καλούνται να λειτουργήσουν σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο ρυθμιστικό πλαίσιο, με αυξημένο κίνδυνο ερμηνευτικών αποκλίσεων και πρακτικών αβεβαιοτήτων.

Κατά συνέπεια η αστάθεια του νομοθετικού περιβάλλοντος πλήττει το κύρος του Ποινικού Δικαίου ως utima ratio της κρατικής καταστολής, αποδυναμώνοντας τον εγγυητικό του χαρακτήρα και την ικανότητά του να υπηρετεί τη θεμελιώδη ισορροπία μεταξύ κοινωνικής προστασίας και προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων. Η ανάγκη για συνεκτικές και σταθερές νομοθετικές παρεμβάσεις καθίσταται συνεπώς επιτακτική προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, η αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης και η διατήρηση της θεσμικής αξιοπιστίας του ποινικού συστήματος.

Η συνεχής νομοθετική κινητικότητα δημιουργεί κλίμα ανασφάλειας. Η ανασφάλεια δημιουργεί ένα κλίμα νομικής αβεβαιότητας τόσο στους πολίτες όσο και στους νομικούς αλλά και υποβάθμιση της αξιοπιστίας του ποινικού και σωφρονιστικού συστήματος δίνοντας την εντύπωση ενός δικαίου που κινείται με γνώμονα την εκάστοτε συγκυρία και βάση τις σταθερές αρχές.

Παρόλο που η σταθερότητα του νόμου είναι θεμελιώδης σταθερή αρχή, η στοιχειώδης εξέλιξη της κοινωνίας απαιτεί αλλαγές στο νομικό πλαίσιο. Μια μετατροπή είναι συχνά απαραίτητη για να προσαρμοστεί το δίκαιο στις νέες κοινωνικές εξελίξεις. Ωστόσο η κριτική επικεντρώνεται στον τρόπο και την ταχύτητα με τον οποίο γίνονται οι αλλαγές χωρίς να ακολουθείται μια ολοκληρωμένη στρατηγική.

Η μαγική λέξη είναι ισορροπία μεταξύ της ανάλογης προσαρμογής του νόμου σε δίκαιες συνθήκες και της διατήρησης σταθερότητας ασφάλειας δικαίου. Όταν οι αλλαγές έρχονται η μία μετά την άλλη, το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται η εντύπωση ότι ο προηγούμενος νόμος απέτυχε οδηγώντας σε νέα βεβιασμένα νομοθετήματα διαιωνίζοντας το πρόβλημα.

Κανένας νόμος δεν προλαβαίνει να λειτουργήσει στην πράξη. Αυτή είναι επιδερμική προσέγγιση.

Αντί για αποσπασματικές και βεβιασμένες αλλαγές που αποσκοπούν σε πρόσκαιρες εντυπώσεις ωραιοποιημένες, απαιτείται ένας απαιτητικός και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και όχι να εστιάσουμε σε επιφανειακές τροποποιήσεις.

Η πεποίθηση ότι η συνεχής αλλαγή του νόμου αποτελεί λύση για τη μεταβολή της πραγματικότητας έχει καταστεί μεγαλύτερη πλάνη καθότι είναι πολύ μακριά από την εφαρμογή. Οι όποιες αλλαγές οφείλουν να προκύπτουν από ενδελεχή μελέτη, ουσιαστική δικαιοσύνη με όλους και όχι με φίλους και κόλακες του εκάστοτε υπουργού Δικαιοσύνης.

Επιτρέψτε μου να σταθώ σε ένα ζήτημα θεσμικής σημασίας που αφορά τη σχέση των λειτουργών της δικαιοσύνης – δικαστών – εισαγγελέων και δικηγόρων και να υπογραμμίσω ότι αυτή η σχέση πρέπει να στηρίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό, την ανεξαρτησία και τη συνεργασία, όχι σε υποδείξεις, κατευθύνσεις ή αντιπαραθέσεις.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων ως θεσμικός φορέας που εκφράζει δικαστές και εισαγγελείς έχει κατά καιρούς τοποθετηθεί δημόσια για θέματα που άπτονται του δικηγορικού λειτουργήματος προβαίνοντας σε υποδείξεις προς το δικηγορικό σώμα.

Ωστόσο ως μέλη του δικηγορικού σώματος και ιδίως εμείς που υπηρετούμε την ποινική δικηγορία οφείλουμε να επισημάνουμε ότι ο δικηγόρος δεν είναι υποτελής σε κανένα θεσμό. Ο ρόλος του είναι ισότιμος, θεσμικός και απορρέει από το Σύνταγμα και τους κώδικες.

Δεν είναι αποδεκτό το δικηγορικό σώμα να δέχεται υποδείξεις ή καθοδήγηση από δικαστικούς ή εισαγγελικούς φορείς, ούτε να τίθεται σε θέση υπέρτερης εξουσίας από αυτούς.

Η λειτουργία όλων των θεσμών -δικαστική, εισαγγελική, δικηγορική- πρέπει να βασίζεται σε αμοιβαίο σεβασμό, κοινό όραμα για το κράτος δικαίου και συνεργασία σε θεσμικό πλαίσιο. Όχι σε αντιπαραθέσεις, όχι σε ανταγωνιστικές ή εχθρικές προσεγγίσεις.

Η ισχύς των θεσμών δεν κρίνεται μόνο από τη νομική τους θεμελίωση αλλά από το πώς συνεργάζονται στην πράξη. Όταν γίνονται τοποθετήσεις, αυτό δεν μπορεί να μεταφράζεται σε υπέρβαση των ορίων της δικηγορικής ανεξαρτησίας. Το δικηγορικό σώμα δεν είναι «υπό τον έλεγχο» κανενός άλλου φορέα .Είναι αναπόσπαστο τμήμα του συστήματος της Δικαιοσύνης. Και ως τέτοιο απαιτείται:

-η αναγνώριση της αξίας και του ρόλου του δικηγόρου ως θεματοφύλακα δικαιωμάτων και εγγυητή της δίκαιης δίκης.

– η αποδοχή ότι όποια τοποθέτηση θεσμικού φορέα θα γίνεται στο πλαίσιο συνεργασίας και όχι οδηγίας.

– η απόφαση να λειτουργούμε με σεβασμό προς τους δικαστές, τους εισαγγελείς αλλά πρωτίστως προς τον πολίτη τον οποίο εκπροσωπούμε και προστατεύουμε.

Ο Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων δεν δίστασε να μας «προειδοποιήσει» ότι αν δεν «κάνουμε αυτό που πρέπει», θα χάσουμε το «προνόμιο» της αυτόνομης ρύθμισης του πειθαρχικού ελέγχου των μελών μας.

Πρώτον, πρέπει να έχει υπόψιν το συνδικαλιστικό όργανο των δικαστών ότι η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των δικηγορικών συλλόγων κατοχυρώνεται με κανόνες υπερνομοθετικής ισχύος.

Δεύτερον, ούτως ή άλλως ο Πρόεδρος της ΕνΔΕ δεν είναι σε θέση να προειδοποιεί για οιαδήποτε νομοθετική αλλαγή, καθώς δεν έχει οιαδήποτε τέτοια αρμοδιότητα.

Στηρίζουμε τη δημοκρατία, υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης αλλά ποτέ δεν θα δεχθούμε ότι ο ρόλος μας υποβαθμίζεται ή τίθεται ως «υπάκουος».

Η σχέση θεσμών είναι σχέση συνεργασίας και όχι εξουσιαστική. Εμείς δεν υπονομεύουμε το κύρος της δικαιοσύνης. Θα πρέπει όλοι να αναλογιστούμε πότε υπονομεύεται το κύρος της δικαιοσύνης όταν διαχειρίζεται διατεταγμένη υπηρεσία, όταν εξαναγκάζεται να λειτουργεί ως όργανο πολιτικής αντεκδίκησης, όταν το έργο της κατασυκοφαντείται, όταν η εκτελεστική εξουσία επιχειρεί να παρεισφρύσει, όταν η νομοθετική εξουσία σκόπιμα παρεμβαίνει τότε υπονομεύεται το κύρος της δικαιοσύνης και όχι από τους δικηγόρους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Στην Πρόεδρο του Αρείου Πάγου οι «Ποινικολόγιοι»

Ο μαθητής με το μπαλτά και το πανό με υπογραφή «Χρυσή Αυγή»

Χρυσή Αυγή

Έντονο προβληματισμό κι ανησυχία προκάλεσε η είδηση ότι ένας 16χρονος προσήλθε στο σχολείο με έναν μπαλτά 29 εκατοστών, τα στελέχη της ΟΠΚΕ που βρίσκονταν έξω από το σχολείο, το αντιλήφθηκαν και ο ανήλικος συνελήφθη και οδηγήθηκε στην Υποδιεύθυνση Προστασίας Ανηλίκων.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Λάζου Μαντικού στο «Καλημέρα Ελλάδα» του Ant1 ο ανήλικος μαθητής του σχολείου πήγαινε με τον μπαλτά στο σχολείο γιατί ήθελε να “σπάσει” την κατάληψη. Στο ίδιο λύκειο της Πετρούπολης φωτογραφία που ήρθε στη δημοσιότητα δείχνει αναρτημένο πανό με το σήμα της Χρυσής Αυγής και το μήνυμα «όχι στον μύθο του Πολυτεχνείου».

Μάλιστα ανήλικος μαθητής στη μαρτυρία του όταν ερωτάται αν συμφωνεί απαντά ναι.

Ερωτήματα προκαλεί η δράση της ακροδεξιάς ομάδα στο εν λόγω σχολείο. Γονέας παιδιού που μίλησε στην κάμερα, υποστήριξε ότι η ακροδεξιά ομάδα μαθητών του ΕΠΑΛ δεν θέλει τους αλλοδαπούς και ασκεί εκφοβισμό σε άλλους μαθητές.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Απολογία του Ηλία Κασιδιάρη: «Η δολοφονία Φύσσα ήταν η δολοφονία της Χρυσής Αυγής – Την καταδικάζω διαρκώς»

Σήμερα η δίκη των έξι αστυνομικών για το βασανισμό του Βασίλη Μάγγου

Βασίλης Μάγγος Βόλος: Τρεις αστυνομικοί στο εδώλιο για την υπόθεση του 26χρονου Βασίλη Μάγγου που ξεψύχησε
Βασίλης Μάγγος Βόλος: Τρεις αστυνομικοί στο εδώλιο για την υπόθεση του 26χρονου Βασίλη Μάγγου που ξεψύχησε

Σήμερα αναμένεται να διεξαχθεί η δίκη στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καρδίτσας για τον βασανισμό του Βασίλη Μάγγου τον Ιούνιο του 2020 με κατηγορούμενους έξι αστυνομικούς. Ο 26χρονος πέθανε ένα μήνα μετά τις καταγγελίες για αστυνομική βία σε βάρος του.

Η υπόθεση αναβλήθηκε τον Ιούνιο του 2025, με το αίτημα να υποβάλλεται από την πλευρά της υπεράσπισης των αστυνομικών της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μαγνησίας (τέσσερις της ΟΠΚΕ και δύο της Υπ. Ασφάλειας Βόλου), οι οποίοι κατηγορούνται για το κακούργημα των βασανιστηρίων κατά συναυτουργία και για τρία πλημμελήματα: επικίνδυνη σωματική βλάβη κατά συναυτουργία, έκθεση κατά συναυτουργία και παράνομης κατακράτηση.

Πρόκειται για τη δεύτερη φορά που η υπόθεση φτάνει ενώπιον της Δικαιοσύνης καθώς τρεις εκ των κατηγορούμενων αστυνομικών έχουν ήδη καταδικαστεί από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Μαγνησίας, σε ποινή φυλάκισης 2 ετών με τριετή αναστολή, για επικίνδυνη σωματική βλάβη κατά συναυτουργία.

Υπενθυμίζεται ότι η οικογένεια του Βασίλη Μάγγου δεν μπορεί να παραστεί ως πολιτική αγωγή καθώς το θύμα δεν είχε προσφύγει τότε στη Δικαιοσύνη.

Το βούλευμα

Σύμφωνα με το παραπεμπτικό Βούλευμα, οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί «υπέβαλαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, σε βασανιστήρια, πρόσωπο του βρισκόταν στην εξουσία τους με κοινό σκοπό να το τιμωρήσουν», χωρίς να αιιολογείται «ποια ήταν η συμπεριφορά που κίνησε τις υπόνοιες διάπραξης εγκλήματος καθώς ο παθών ουδόλως αντιστάθηκε στενά, άρα προς τους αστυνομικούς, αλλά έπεσε στο έδαφος από το πλήγμα που δέχθηκε».

«Οι κατηγορούμενοι επιθυμούσαν την τιμωρία αυτού, συνοδεία εξευτελιστικής συμπεριφοράς προς το πρόσωπό του. Μάλιστα προκύπτει ότι η άσκηση σωματικής βίας εναντίον του Βασιλείου Μάγγου ήταν σε τέτοιο βαθμό που το θύμα βίωσε έντονο και εσκεμμένο σωματικό πόνο, τιθέμενο υπό την πλήρη εξουσίαση των κατηγορουμένων, υποστάς παράλληλα και εξευτελιστική αντιμετώπιση, συμπεριφορά η οποία σαφώς εμπίπτει στην έννοια των βασανιστηρίων. Αντιθέτως, καίτοι ο Βασίλειος Μάγγος ζήτησε από τους κατηγορούμενους αστυνομικούς να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο, αυτοί αρνήθηκαν και τον άφησαν να αποχωρήσει με ίδιες δυνάμεις από το αστυνομικό μέγαρο, παραλείποντας να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο ή να του παράσχουν με οποιονδήποτε άλλο τρόπο ιατρική περίθαλψη ώστε να εξουδετερωθεί ο απειλούμενος για την υγεία του κίνδυνος, παρ’ όλο που είχαν ιδιαίτερη προς τούτο υποχρέωση λόγω της προηγούμενης αξιόποινης συμπεριφοράς τους που ενυλώθηκε με την εκ μέρους τους πρόκληση σωματικών βλαβών στον άνω παθόντα».

Περιγράφοντας τον βασανισμό που υπέστη ο Β. Μάγγος έξω από το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου αλλά και μέσα στο περιπολικό κατά τη μεταφορά του στην αστυνομική διεύθυνση, οι δικαστές αναφέρουν ότι «τον έπληξε πρώτα με τη χρήση της αστυνομικής ράβδου ο …, οπότε και ο Βασίλειος Μάγγος έπεσε στο έδαφος, και στη συνέχεια μαζί με τον … τον έπληξαν με τις αστυνομικές τους ράβδους στο σώμα του. Ο κατηγορούμενος …, ο οποίος βρισκόταν κατά τη στιγμή της δράσης των συναδέλφων του στο πεζοδρόμιο έξω του Δικαστικού Μεγάρου, αφού πλησίασε το σημείο, καταφέρει λάκτισμα σε βάρος τού ήδη πεσμένου στο οδόστρωμα Βασιλείου Μάγγου και στον κορμό αυτού, από κοινού ενεργώντας με αυτούς. […] Κατόπιν της πλήρους ακινητοποίησής του οι κατηγορούμενοι ….. χειροπέδησαν τον Βασίλειο Μάγγο όσο ο τελευταίος ήταν ακόμη πεσμένος στο οδόστρωμα και τον επιβίβασαν στο υπηρεσιακό όχημα για τη διαδικασία της προσαγωγής. […] Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του με το ανωτέρω υπηρεσιακό όχημα ο Βασίλειος Μάγγος δέχτηκε εκ νέου πλήγματα από τους συνοδηγούς αυτού αστυνομικούς και δη από τους κατηγορούμενους …. στα ίδια μέρη του σώματός του (κορμό, κοιλιακή χώρα) στα οποία οι ίδιοι τον είχαν πλήξει έμπροσθεν του Δικαστικού Μεγάρου Βόλου κατά το αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα, ενώ ο Κ.Μ. ήταν αντικειμενικά αδύνατο να πλήξει με τα χέρια του τον άνω προσαγόμενο καθώς ήταν οδηγός του οχήματος».

Στη συνέχεια το βούλευμα αναφέρεται στον χώρο των κρατητηρίων τονίζοντας ότι ο χώρος δεν βιντεοσκοπούνταν και ως ο Β. Μάγγος δεν καταγράφηκε ως κρατούμενος: «Στον χώρο αυτό ευρισκόμενος πλέον ο Βασίλης Μάγγος υπό την πλήρη φυσική εξουσίασή τους κατά τρόπο ώστε να μπορούν άπαντες να του επιβάλουν τη θέλησή τους, οι ανωτέρω κατηγορούμενοι, ενεργώντας με πρόθεση από κοινού και κατόπιν συναπόφασής τους, τον έπληξαν εκ νέου, χτυπώντας τον με τα χέρια τους, ειδικότερα δε με γροθιές στον κορμό και στην κοιλιακή χώρα, ενώ τον είχαν ακινητοποιημένο, δεσμεύοντας τα χέρια του πίσω από την καρέκλα όπου τον είχαν βάλει να καθίσει, προκαλώντας του στα σημεία αυτά έντονες σωματικές κακώσεις, καθώς και πλέον έντονο σωματικό πόνο, την πρόκληση του οποίου εξ υπαρχής και επιπροσθέτως επεδίωκαν προς τον σκοπό τιμώρησής του για τη συμπεριφορά του έμπροσθεν του Δικαστικού Μεγάρου και εκφοβισμού του».

Σύμφωνα με τους δικαστές, οι αστυνομικοί γνώριζαν την ταυτότητα του θύματος: «Αποδεικνύεται ότι ήταν εκ των προτέρων γνωστός στους αστυνομικούς λόγω της δραστηριότητάς του καθώς συμμετείχε σε συλλογικότητες», γράφεται, ενώ αυτό επιβεβαιώνεται και από την κατάθεση μάρτυρα, έτερου προσαχθέντος από εκείνη την ημέρα, ο οποίος κατέθεσε ότι οι αστυνομικοί που τον συνόδευαν συζητούσαν μεταξύ τους και επιδοκίμαζαν τη βίαιη συμπεριφορά των συναδέλφων τους λέγοντας “ο Μάγγος… Τι τον κάνεις αυτόν τώρα; Να μην τον δείρουμε;”».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Στάθης Παναγιωτόπουλος: Ένοχος για την υπόθεση revenge porn της δεύτερης καταγγέλλουσας

 

ΟΠΕΚΕΠΕ: Όλο το υπόμνημα του «Φραπέ» στην Εξεταστική – Γιατί αρνείται να πάει

ΟΠΕΚΕΠΕ

«Φωτιά» έχει προκαλέσει στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής η άρνηση του Γιώργου Ξυλούρη ή «Φραπέ» να παραστεί στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Ο κ. Ξυλούρης απέστειλε υπόμνημα στο οποίο εξηγεί τους λόγους για τους οποίους αρνείται να παραστεί στην Εξεταστική.

Ο κ. Ξυλούρης επικαλείται το «δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης του υπόπτου ή του κατηγορουμένου» με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Διαβάστε αναλυτικά τι αναφέρει στο υπόμνημα του ο κ. Ξυλούρης:

Πατήστε εδώ