Σε μία ιδιαίτερης σημασίας απόφαση προχώρησε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) κρίνοντας μία υπόθεση με ελληνικό ενδιαφέρον, που αφορούσε τη διαμάχη γονέων για τον τόπο διαμονής των δύο ανήλικων παιδιών τους, υπό τα πρίσμα μάλιστα των διατάξεων περί απαγωγής.
Μετά από προσφυγή της μητέρας και των δύο παιδιών, το ΕΔΔΑ κατέληξε πως σε κάθε περίπτωση για το συμφέρον των παιδιών τα δικαστήρια οφείλουν να εξετάζουν αυτεπαγγέλτως την ακρόασή τους σε τέτοιες περιπτώσεις, άλλως θα πρέπει να αιτιολογούν την επιλογή να μην προχωρήσουν σε αυτήν.
Ειδικότερα, η πρώτη προσφεύγουσα, μητέρα δύο ανήλικων παιδιών (της δεύτερης και τρίτου των προσφευγόντων), μετέβη με τα παιδιά της από τις ΗΠΑ στη Ρόδο τον Οκτώβριο 2020, με αρχική συναίνεση του πατέρα για προσωρινή παραμονή μέχρι τον Φεβρουάριο 2021. Λόγω της πανδημίας COVID-19 και αλλαγών στις πτήσεις, η μητέρα ενημέρωσε τον πατέρα ότι θα επιστρέψει τον Μάιο 2021, αλλά τελικά εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Ρόδο με τα παιδιά, τα οποία έγραψε σε σχολείο και άρχισε να εργάζεται ως ψυχολόγος.
Τον Αύγουστο 2021, ο πατέρας κίνησε διαδικασία επιστροφής των παιδιών στις ΗΠΑ βάσει της Σύμβασης της Χάγης για τις Αστικές Πτυχές της Διεθνούς Απαγωγής Παιδιών. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου με την με αριθ. 216/2022 απόφασή του αναγνώρισε την παράνομη κατακράτηση αλλά απέρριψε το αίτημα επιστροφής, κρίνοντας ότι υπήρχε σοβαρός κίνδυνος έκθεσης σε ψυχικό κίνδυνο κατά το άρθρο 13β της Σύμβασης της Χάγης, λόγω της πλήρους ενσωμάτωσης των παιδιών στη Ρόδο και της αδυναμίας της μητέρας να τα συνοδεύσει στις ΗΠΑ.
Το Εφετείο Δωδεκανήσου με την με αριθ. 325/2022 απόφασή του ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση, κρίνοντας ότι η ενσωμάτωση των παιδιών στη Ρόδο δεν αρκούσε για να θεμελιώσει σοβαρό κίνδυνο και διέταξε την επιστροφή τους στις ΗΠΑ. Ο Άρειος Πάγος με την με αριθ. 1830/2023 απόφασή του απέρριψε την αίτηση αναίρεσης, επιβεβαιώνοντας την εφετειακή απόφαση.
Η απόφαση του ΕΔΔΑ
Κατά την συζήτηση της απόφασης, το ΕΔΔΑ θεώρησε πως «το κρίσιμο σημείο είναι αν επιτεύχθηκε δίκαιη ισορροπία μεταξύ των ανταγωνιστικών συμφερόντων – του παιδιού, των δύο γονέων και της δημόσιας τάξης – με το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού ως πρωταρχική μέριμνα».
Στο πλαίσιο αυτό, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι «παρά τις αντικρουόμενες αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων και τη ριζική αλλαγή που θα επέφερε η επιστροφή στις ΗΠΑ, τα δικαστήρια δεν εξέτασαν την ευκαιρία ακρόασης των παιδιών. Ενώ δεν αποδείχθηκε ότι οι προσφεύγοντες υπέβαλαν γραπτό αίτημα ακρόασης, το Δικαστήριο έκρινε ότι υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, τα δικαστήρια όφειλαν αυτεπαγγέλτως να εξετάσουν την σκοπιμότητα της ακρόασης των παιδιών».
Όπως έκρινε τα ελληνικά δικαστήρια, «παρά τις αντικρουόμενες αποφάσεις και τη ριζική αλλαγή που θα επέφερε η επιστροφή στις ΗΠΑ στη ζωή των παιδιών, δεν εξέτασαν καθόλου την σκοπιμότητα ακρόασής τους, είτε άμεσα είτε έμμεσα, χωρίς να παράσχουν καμία αιτιολογία και δεν χρησιμοποίησαν όλα τα διαθέσιμα μέσα για να αποκλείσουν κάθε «σοβαρό κίνδυνο» κατά την έννοια του άρθρου 13β της Σύμβασης της Χάγης. Η διαδικασία λήψης των δικαστικών αποφάσεων δεν πληρούσε τις διαδικαστικές εγγυήσεις του άρθρου 8, καθιστώντας την αναγκαστική επιστροφή στις ΗΠΑ μη αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία».
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιδίκασε από κοινού στους προσφεύγοντες 7.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 4.200 ευρώ στην πρώτη προσφεύγουσα για δικαστικά έξοδα.
ΕΔΔΑ: Απορρίφθηκε προσφυγή πατέρα – Δεν κρίθηκε υπερβολική η δικαστική καθυστέρηση στην επιμέλεια