Το ΣτΕ στο “στόχαστρο” της ΕΔΔΑ για «ηθική βλάβη»

ΕΔΔΑ

«Κόκκινη κάρτα» έβγαλε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στο Συμβούλιο της Επικρατείας, επιδικάζοντας και αποζημίωση 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη, κρίνοντας πως δεν εφάρμοσε τις προβλεπόμενες διαδικασίες προκειμένου ο πολίτης που είχε ασκήσει αίτηση αναίρεσης και έπρεπε να καταβάλλει επιπλέον παράβολο να ενημερωθεί για την παραλαβή του φακέλου από το Ανώτατο Δικαστήριο και τη σχετική έναρξη προθεσμίας.

Το ΕΔΔΑ κάνει λόγο για παραβίαση δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο, κρίνοντας ότι «η εφαρμογή της σχετικής προθεσμίας βασίστηκε σε παράγοντα (παραλαβή φακέλου από το δικαστήριο) που ήταν εκτός γνώσης και ελέγχου της προσφεύγουσας, η οποία εύλογα ανέμενε σχετική ειδοποίηση. Έτσι, κατά το Δικαστήριο, η απόρριψη της Αίτησης Ακύρωσης ως απαράδεκτης λόγω εκπρόθεσμης καταβολής του παράβολου συνιστούσε δυσανάλογο περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο».

Όπως αναφέρει το ΕΔΔΑ, η προσφεύγουσα εταιρεία, το 2012 προσέφυγε κατά απόφασης του Υπουργείου Ανάπτυξης με την οποία διατάχθηκε η μερική ανάκληση κρατικής επιχορήγησης ύψους 145.753,87 ευρώ που της είχε χορηγηθεί για επενδυτικούς σκοπούς, λόγω φορολογικών ελέγχων. Η εταιρεία άσκησε Αίτηση Ακύρωσης ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, καταβάλλοντας το προβλεπόμενο παράβολο. Το Εφετείο, λόγω νομοθετικής αλλαγής, παρέπεμψε την υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου απαιτήθηκε η συμπλήρωση του παράβολου εντός μηνός από τη διαβίβαση του φακέλου στο ανώτατο δικαστήριο.

Η απόρριψη της αίτησης ακύρωσης

Η απόφαση παραπομπής επιδόθηκε στην προσφεύγουσα στις 17 Ιουλίου 2013. Στις 15 Νοεμβρίου 2013, η προσφεύγουσα κατέβαλε συμπληρωματικά ποσό 50 ευρώ, ώστε να συμπληρώσει το συνολικό παράβολο της Αίτησης Ακύρωσης (150 ευρώ).

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την με αριθμ. 3574/2015 απόφασή του της 6ης Οκτωβρίου 2015, διαπίστωσε ότι η συμπλήρωση του παράβολου έγινε εκπρόθεσμα, αφού κατά πάγια νομολογία η προθεσμία του ενός μηνός για την καταβολή του παράβολου άρχιζε από τη παραλαβή του φυσικού φακέλου της υπόθεσης στη γραμματεία του δικαστηρίου (1 Αυγούστου 2013). Επομένως η προθεσμία έληγε την 1η Σεπτεμβρίου 2013, ενώ η συμπλήρωση παραβόλου έγινε μεταγενέστερα στις 15 Νοεμβρίου 2013.

Έτσι το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι η καταβολή του παράβολου ήταν εκπρόθεσμη και απέρριψε την Αίτηση Ακύρωσης ως απαράδεκτη λόγω εκπρόθεσμης καταβολής του.

Η εταιρεία προσέφυγε στο ΕΔΔΑ, επικαλούμενη παραβίαση του άρθρου 6 § 1 καθώς στερήθηκε ουσιαστικής πρόσβασης στο δικαστήριο εξαιτίας μιας προθεσμίας που δεν μπορούσε να υπολογίσει με ασφάλεια, δεδομένου ότι δεν υπήρχε καμία επίσημη ενημέρωση για τη παραλαβή του φακέλου από το Ανώτατο Δικαστήριο (ΣτΕ).

Η απόφαση του ΕΔΔΑ

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η απαίτηση για καταβολή παράβολου και η τήρηση σχετικής προθεσμίας στηρίζονται σε σαφές νομοθετικό πλαίσιο και παγία νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ωστόσο, διαπίστωσε ότι στην προκειμένη υπόθεση, η κρίσιμη προθεσμία για τη συμπλήρωση του παράβολου άρχισε να τρέχει από τη στιγμή που ο φυσικός φάκελος της υπόθεσης παρελήφθη από την γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας, γεγονός για το οποίο η προσφεύγουσα ουδέποτε ενημερώθηκε επισήμως από το δικαστήριο. Έτσι, η προθεσμία έληξε χωρίς να υπάρχει τρόπος για την προσφεύγουσα να γνωρίζει πότε ακριβώς όφειλε να προβεί στη συμπληρωματική καταβολή του παράβολου.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η πρακτική αυτή κατέστησε αδύνατη την έγκαιρη συμμόρφωση της προσφεύγουσας με τη σχετική υποχρέωση, εφόσον η έναρξη και λήξη της προθεσμίας εξαρτιόταν αποκλειστικά από παράγοντες εκτός της γνώσης και ελέγχου της. Εν προκειμένω, δεν υπήρξε καμία κοινοποίηση ή σχετική ειδοποίηση από το ανώτατο δικαστήριο, παρότι σε άλλες περιπτώσεις η σχετική πρακτική του ιδίου δικαστηρίου περιελάβανε ενημέρωση των διαδίκων. Επομένως, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι η προσφεύγουσα επέδειξε αμέλεια ή έλλειψη επιμέλειας ως προς την τήρηση της σχετικής υποχρέωσης.

Το Δικαστήριο τόνισε ότι η επιβληθείσα υποχρέωση ήταν πρακτικά αδύνατο να εκπληρωθεί, ενώ η συνέπεια της εκπρόθεσμης καταβολής (δηλαδή η συνολική απόρριψη της αίτησης ακύρωσης ως απαράδεκτης) ήταν εξαιρετικά δυσανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό της ορθής απονομής της δικαιοσύνης και της ασφάλειας δικαίου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Π. Λάσκος: «Απόλυτη και κυβερνητική προτεραιότητα το Εφετείο Αθηνών και τα Δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων»

Νέες Φυλακές Κέρκυρας: Συστήνεται Επιτροπή Καταλληλότητας για τις νέες εγκαταστάσεις

Γίνετε συνδρομητές στο «Δικαστικό Ρεπορτάζ», το κορυφαίο μηνιαίο περιοδικό για τη Δικαιοσύνη. Για περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ.

Ακολουθήστε μας στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλες τις ειδήσεις