Ευρωπαϊκή Εισαγγελία: Ανοίγει ο δρόμος για άσκηση ποινικών διώξεων σε βάρος υπουργών

Ευρωπαϊκή Εισαγγελία
Η «νομική φόρμουλα» που βάζει «φωτιά» για Τέμπη και ΟΠΕΚΕΠΕ – Η απόφαση του ΣτΕ για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, η επίκληση του ενωσιακού δικαίου και η σχέση με το Σύνταγμα της χώρας μας

Του Βαγγέλη Τριάντη

 

Ανοίγει ο δρόμος για την άσκηση ποινικών διώξεων σε υπουργούς απευθείας από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για υποθέσεις όπως τα Τέμπη και ο ΟΠΕΚΕΠΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες της «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ», στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία φέρεται να έχει βρεθεί η «νομική φόρμουλα» που θα υπερκεράσει τα εμπόδια τα οποία ορθώνει στο έργο των Ευρωπαίων εισαγγελέων ο νόμος περί ευθύνης υπουργών (άρθρο 86 του Συντάγματος). Η φόρμουλα εδράζεται στην αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου έναντι του εθνικού, για την οποία το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει εκδώσει ουκ ολίγες αποφάσεις, με τις οποίες τα κράτη-μέλη υποχρεώθηκαν να εφαρμόσουν τις διατάξεις που ορίζει το ενωσιακό δίκαιο αντί του εθνικού.

Σχετική πρωτοβουλία έλαβε η Μαρία Καρυστιανού, η οποία, όπως είχε αποκαλύψει η
«Μ», υπέβαλε πριν από λίγους μήνες αναφορά στην Ευρωπαία εισαγγελέα Λάουρα Κοβέσι μέσω της δικηγόρου Μαρίας Γρατσία. Με αυτήν ζητούσε από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να
αναθεωρήσει τη θέση της σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του νόμου περί ευθύνης υπουργών, για ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των πρώην υπουργών Χρήστου Σπίρτζη και Κώστα Καραμανλή στη μη υλοποίηση της σύμβασης 717/2014.

Εκτός από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, σχετική νομολογία για την υπεροχή του ενωσιακού
δικαίου έναντι του εθνικού έχει παραγάγει και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Χαρακτηριστική είναι η υπ’ αριθμ. 1918/2025 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακύρωσης κατά αποφάσεως του υπουργείου Παιδείας που έδινε τη δυνατότητα ίδρυσης στην Ελλάδα παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτων χωρών σε συνεργασία με ιδιωτικά κολέγια, παρέχοντας σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το ΣτΕ έκρινε ότι είναι δυνατή η ίδρυση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων παρά τις απαγορεύσεις που ορίζει το άρθρο 16 του Συντάγματος, καθώς όπως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση το Δικαστήριο υποχρεούται «να προβαίνει σε ερμηνεία του Συντάγματος σε αρμονία με το ενωσιακό δίκαιο».

Όλα αυτά δημιουργούν πλέον νέα δεδομένα τόσο στην υπόθεση του δυστυχήματος των Τεμπών όσο και στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Ειδικά στη δεύτερη περίπτωση, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, αναμένεται να διαβιβαστεί στη Βουλή και δεύτερο τμήμα δικογραφίας από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία που θα περιλαμβάνει νέα
πολιτικά πρόσωπα και συγκεκριμένα υπουργούς που δεν είχαν καμία σχέση με το υπουργείο
Αγροτικής Ανάπτυξης. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Στο στόχαστρο Κοβέσι

 

Η Ευρωπαία εισαγγελέας έχει ουκ ολίγες φορές αναφερθεί δημόσια στα εμπόδια που έχει
ορθώσει στο έργο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ο νόμος περί ευθύνης υπουργών. Ήταν αρχές του περασμένου Οκτωβρίου όταν η Λάουρα Κοβέσι επισκέφτηκε τη χώρα μας. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στο Γ΄ Τελωνείο Πειραιά με αφορμή τεράστια υπόθεση απάτης και λαθρεμπορίου με εμπορευματοκιβώτια, που εξιχνίασαν οι τελωνειακές αρχές σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, η ρουμανικής καταγωγής Ευρωπαία εισαγγελέας αναφέρθηκε στον νόμο περί ευθύνης υπουργών.

Κοβέσι

«Η δικαστική έρευνα για Τέμπη και ΟΠΕΚΕΠΕ μπλοκαρίστηκε λόγω του Συντάγματος», είχε αναφέρει απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου. «Τα κακά νέα είναι ότι, όπως και
στην υπόθεση των Τεμπών, αυτή η ποινική έρευνα δεν μπόρεσε να εξελιχθεί πλήρως λόγω του ελληνικού Συντάγματος», είχε τονίσει και συμπλήρωσε: «Τα καλά νέα είναι ότι το Κοινοβούλιο μπορεί να τροποποιήσει το άρθρο 86 του ελληνικού Συντάγματος. Καταλαβαίνω ότι υπάρχει πλέον αρκετή πολιτική βούληση για να ξεκινήσει αυτή η διαδικασία. Όσο πιο σύντομα, τόσο καλύτερα. Ο μόνος τρόπος για να το αποφύγουμε αυτό είναι να αλλάξει. Κατάλαβα ότι η κυβέρνηση το υποστηρίζει αυτό, αλλά υπάρχει
συγκεκριμένη κοινοβουλευτική διαδικασία. Δεν μπορούμε να σπάσουμε το ελληνικό Σύνταγμα».

Ωστόσο, η Ευρωπαία εισαγγελέας δεν έμεινε μόνο εκεί. Ένα από τα ενδεχόμενα που εξετάστηκε ήταν η εύρεση «νομικής φόρμουλας» προκειμένου να αρθούν τα εμπόδια που θέτει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών. Συγκεκριμένα, το άρθρο 86
του Συντάγματος ορίζει ρητά πως «μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της κυβέρνησης ή υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει». Δηλαδή όταν οι εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές «σκοντάψουν» σε εμπλοκή υπουργού σε κάποια υπόθεση, υποχρεούνται να διαβιβάσουν αμελλητί τη δικογραφία στη Βουλή προκειμένου να αποφανθεί για την περαιτέρω πορεία της απόφασης.

Σύμφωνα λοιπόν με πληροφορίες, ο «πυρήνας» της «νομικής φόρμουλας» φέρεται να είναι η αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου έναντι του εθνικού, για την οποία το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει εκδώσει αρκετές αποφάσεις. Το ερώτημα βέβαια που τίθεται είναι κατά πόσον αυτή η «νομική φόρμουλα» μπορεί να υπερκεράσει τα εμπόδια του νόμου περί ευθύνης υπουργών και να προχωρήσει απευθείας στην άσκηση διώξεων, καθώς σύμφωνα με νομικές πηγές το συγκεκριμένο ζήτημα είναι πολυσύνθετο.

Η αναφορά «φωτιά» της Καρυστιανού

 

Την αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου έναντι του εθνικού είχε επικαλεστεί στην
αναφορά που υπέβαλε η Μαρία Καρυστιανού πριν από λίγους μήνες στην Ευρωπαία
εισαγγελέα. Σε αυτήν, η δικηγόρος Μαρία Γρατσία ξεδίπλωσε το νομικό σκεπτικό της, παραθέτοντας μια σειρά από νομικά επιχειρήματα.

Συγκεκριμένα, με την αναφορά ζητείτο από την Ευρωπαία εισαγγελέα να αναθεωρήσει τη θέση της σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του νόμου περί ευθύνης υπουργών για ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των πρώην υπουργών Χρήστου Σπίρτζη και Κώστα Καραμανλή στη μη υλοποίηση της σύμβασης 717/2014. Στην αναφορά η κυρία Γρατσία παρέθεσε μια σειρά από νομικά επιχειρήματα. Όπως εξήγησε, το Μόνιμο Τμήμα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας δεν ερμήνευσε σωστά τον νόμο περί ευθύνης υπουργών τον Ιούνιο του 2023, όταν και διαβίβασε στην ελληνική Βουλή τη δικογραφία που είχε σχηματιστεί σε βάρος των δύο Ελλήνων υπουργών. Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διαβίβασε τη δικογραφία στις ελληνικές Αρχές κάνοντας «αναφορά σε πιθανή παραγραφή των αδικημάτων λόγω του νόμου περί ευθύνης υπουργών».

Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην αναφορά της κυρίας Γρατσία, η παραδοχή αυτή του Μόνιμου Τμήματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας είναι «αβάσιμη και σφόδρα επικίνδυνη», καθώς η σύντομη αποσβεστική προθεσμία που προέβλεπε ο νόμος περί ευθύνης υπουργών έχει καταργηθεί από το 2019. Για τους λόγους αυτούς η Μαρία Καρυστιανού ζήτησε μέσω της δικηγόρου της από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να προχωρήσει σε ποινική έρευνα σε βάρος αυτών των δύο πολιτικών προσώπων, όπως επίσης και στη διερεύνηση για την ύπαρξη τυχόν παράνομου φορτίου καυσίμων.

Η απόφαση του ΣτΕ για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια

 

Ανεξάρτητα από τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η υπ’ αριθμ. 1918/2025 απόφαση που εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας. Με αυτήν το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση ακύρωσης κατά της υπ’ αριθμ. 7341/26.9.2024 (Β΄ 5460/1.10.2024) απόφασης του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού που κατέθεσε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Ειδικού και Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΠΟΣΕΕΔΙΠΑΕΙ). Η υπουργική απόφαση προέβλεπε  την «εκκίνηση διαδικασίας υποβολής αιτήσεων περί χορήγησης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας παραρτημάτων Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης – Καθορισμός διεθνών αναγνωρισμένων οίκων που κατατάσσουν παγκοσμίως πανεπιστημιακά ιδρύματα».  Δηλαδή τη δυνατότητα ίδρυσης στην Ελλάδα παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτων χωρών σε συνεργασία με ιδιωτικά κολέγια. Ωστόσο, το άρθρο 16 του Συντάγματος προβλέπει ρητά πως «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση», ενώ «η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται».

Το Δικαστήριο λοιπόν απέρριψε την αίτηση ακύρωσης, παραθέτοντας το νομικό σκεπτικό της
απόφασης. Ειδικότερα, όπως υπογραμμίζεται, «από τις διατάξεις αλλά και από την αιτιολογική έκθεση του ν. 5094/2024 θεσπίζονται κανόνες για την εγκατάσταση παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων στην Ελλάδα με επίκληση και των
διατάξεων του ενωσιακού δικαίου». Επομένως, «οι ρυθμίσεις αυτές θέτουν ευθέως το ζήτημα της σχέσης Συντάγματος και ενωσιακού δικαίου». Επίσης σε ό,τι αφορά «τη σχέση μεταξύ του εθνικού και του ενωσιακού δικαίου» τονίζεται πως «είναι πάγια η νομολογία του ΔΕΕ (Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) περί της υποχρέωσης τήρησης του ενωσιακού δικαίου, ακόμη και εν σχέσει προς διατάξεις συνταγματικού επιπέδου». Κατά το Δικαστήριο, η νομολογία του ΔΕΕ αποδίδει τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του ενωσιακού δικαίου και του δικαίου των κρατών-μελών και αφορά την υποχρέωση τήρησης του ενωσιακού δικαίου από τα κράτη-μέλη».

Όπως επισημαίνεται, «η υποχρέωση αυτή απορρέει από την ιδιαίτερη φύση της ευρωπαϊκής
έννομης τάξης, εδράζεται στις αρχές της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και της καλόπιστης
συνεργασίας των κρατών-μελών, και στοχεύει στην αποτελεσματικότητα και την ομοιόμορφη εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου στο πλαίσιο της διαδικασίας για μια διαρκώς στενότερη ένωση των λαών της Ευρώπης».

Επιπλέον, «η υποχρέωση τήρησης του ενωσιακού δικαίου αφορά και διατάξεις συνταγματικού επιπέδου». «Συγκεκριμένα, όπως έχει, κατ’ επανάληψη, κριθεί, λόγω της ως άνω αρχής η επίκληση από κράτος-μέλος των διατάξεων του εθνικού του δικαίου, ακόμη και του συνταγματικού, δεν είναι δυνατόν να υπονομεύσει την ενότητα και την αποτελεσματικότητα του δικαίου της Ένωσης, υπό την έννοια ότι τα αποτελέσματα της αρχής αυτής δεσμεύουν όλα τα όργανα ενός κράτους-μέλους και οι εσωτερικές διατάξεις, περιλαμβανομένων των διατάξεων συνταγματικής ισχύος, δεν μπορούν να αποτελέσουν εμπόδιο», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.

Σε ότι αφορά τις διατάξεις του άρθρου 16 του Συντάγματος τονίζεται πως το Δικαστήριο έχει
«υποχρέωση να προβαίνει σε ερμηνεία του  Συντάγματος σε αρμονία με το ενωσιακό δίκαιο,
ερμηνεία η οποία επιβάλλεται λόγω της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου, που επιδρά
σε όλη την ιεραρχία των κανόνων της εθνικής έννομης τάξης». Το ΣτΕ λοιπόν έκρινε πως «δεν αποκλείεται από το Σύνταγμα η ίδρυση και λειτουργία παραρτημάτων αλλοδαπών
πανεπιστημίων προερχομένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από χώρα συμβεβλημένη
στην GATS».

Το ερώτημα λοιπόν που εύλογα τίθεται είναι κατά πόσον η αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου έναντι του εθνικού μπορεί να βρει εφαρμογή και στον νόμο περί ευθύνης υπουργών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Σεβαστίδης για νόμο περί ευθύνης υπουργών: Δεν θα έπρεπε να απολάμβανουν ειδικής προνομιακής αντιμετώπισης σε σχέση με τους πολίτες

Γίνετε συνδρομητές στο «Δικαστικό Ρεπορτάζ», το κορυφαίο μηνιαίο περιοδικό για τη Δικαιοσύνη. Για περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ.

Ακολουθήστε μας στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλες τις ειδήσεις