Το ισχύον νομικό πλαίσιο αναφορικά με το αίτημα Κουφοντίνα για μεταγωγή

ανθρώπινης

Εν πρώτοις πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι είναι άλλο πράγμα η προστασία της ανθρώπινης ζωής του καταδικασθέντος, η οποία καθίσταται επιβεβλημένη και άλλο πράγμα το αίτημά του για μεταγωγή. Το ένα αφορά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, ως του υπέρτατου αγαθού που δεν τίθεται υπό συζήτηση, ενώ το άλλο αφορά καθαρά ένα νομικό θέμα που επίσης δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση, καθώς το νομικό πλαίσιο είναι πολύ συγκεκριμένο όπως θα διαπιστώσουμε.

Προτού υπεισέλθουμε στην ουσία του παρόντος δοκιμίου, κρίνεται επιτακτική και αδήριτη η ανάγκη καταγραφής κάποιων de facto σημείων που δεν χωρούν ουδεμία αμφισβήτηση ή αμφισημία. Με άλλα λόγια πρέπει να προβούμε στις εξής παραδοχές:

Καταρχάς τα ανθρώπινα δικαιώματα εκλαμβάνονται ως αναπαλλοτρίωτα θεμελιώδη δικαιώματα, τα οποία κάθε άτομο δικαιούται από τη στιγμή της γέννησής του, απλώς και μόνο επειδή είναι ανθρώπινο ον. Ωστόσο τα ανθρώπινα δικαιώματα για να ασκηθούν και να αξιώνονται από τους φορείς τους, δηλαδή τα υποκείμενα των δικαιωμάτων, ήτοι τους ανθρώπους, πρέπει απαραιτήτως να θεσπίζονται και να προβλέπονται σε κάποια νομικά κείμενα. Συνεπώς τα ανθρώπινα δικαιώματα καθίστανται ως νόμιμα δικαιώματα. Αυτό σημαίνει ότι παρατίθενται και προβλέπονται τόσο στον ανώτατο νόμο ενός κράτους, ήτοι στο Σύνταγμα, όσο και σε διεθνή ή ευρωπαϊκά κείμενα, κυρωμένα και νομικώς δεσμευτικά για τα κράτη, όπως η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσω της πλήρους υιοθέτησης των κειμένων αυτών και της αυστηρής εφαρμογής των διατάξεων του Συντάγματος, προστατεύονται και προφυλάσσονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Τα νομικά αυτά κείμενα βέβαια κυρώνονται και υιοθετούνται πλήρως από κράτη δικαίου. Κράτη στα οποία την πρωτοκαθεδρία έχει ο νόμος και όχι τα πρόσωπα. Αυτό επιφέρει και το αίσθημα της ασφάλειας δικαίου στους πολίτες. Όπως όριζε ο Αριστοτέλης «στο κράτος δικαίου κυβερνά ο νόμος και όχι τα πρόσωπα».

Επίσης τα ανθρώπινα δικαιώματα διέπονται από τον κανόνα της τυπικής ισοδυναμίας. Δηλαδή κανένα δικαίωμα δεν υπερέχει κάποιου άλλου. Ωστόσο επικρατεί η άποψη και ορθώς κατά την άποψη του γράφοντος, ότι το δικαίωμα στην ανθρώπινη ζωή υπερέχει των άλλων. Ως εκ τούτου η πολιτεία και το κράτος θα πρέπει να θέτουν ως άμεση και επιβεβλημένη υποχρέωσή τους την προστασία της ανθρώπινης ζωής.

Δεύτερον οι δικαστικές αποφάσεις και οι νόμοι του κράτους έχουν καθολικό και δεσμευτικό χαρακτήρα και εφαρμόζονται erga omnes.

Τρίτον η δικαστική λειτουργία δρα ως ανεξάρτητη αρχή και ουδείς δύναται να επεμβαίνει και να παρεμβαίνει στο έργο της.

Στο παρόν δοκίμιο καταγράφεται αμιγώς το ισχύον νομικό πλαίσιο, το οποίο διέπει την περιώνυμη περίπτωση του καταδικασθέντος σε 11 φορές ισόβια κάθειρξη, Δημήτρη Κουφοντίνα.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Το ισχύον νομικό πλαίσιο:

Το 2015 ψηφίστηκε και κυρώθηκε ο νόμος 4322/2015, ο οποίος καταργούσε τη λειτουργία φυλακών υψίστης ασφαλείας και παρείχε το δικαίωμα σε βαρυποινίτες καταδικασθέντες να μεταχθούν στις αγροτικές φυλακές μετά από αίτημά τους.

Βάσει αυτού του νόμου ο Δημήτρης Κουφοντίνας μετήχθη στις αγροτικές φυλακές του Βόλου. Ο τροποποιητικός νόμος του 2020, ο νόμος 4760/2020 τροποποίησε το νόμο του 2015 με συγκεκριμένη προσθήκη (βλ. άρθρο 3 παρ. 1) που ορίζει ότι τωόντι εξακολουθεί ένας κατάδικος να μετάγεται στις αγροτικές φυλακές, πλην εκείνων που έχουν καταδικαστεί για τρομοκρατία. Στους τελευταίους απαγορεύεται τόσο η μεταγωγή όσο και η παραμονή τους στις αγροτικές φυλακές. Συν τοις άλλοις ο νόμος 4760/2020 επαναφέρει τη λειτουργία των φυλακών υψίστης ασφαλείας. Ως εδώ λοιπόν καθίσταται σαφές ότι ο κ. Κουφοντίνας, καταδικασθείς για τρομοκρατία, δεν δύναται να παραμένει πια στις αγροτικές φυλακές και πρέπει να μεταχθεί. Μάλιστα κατόπιν σχετικής απόφασης, απεφασίσθη όπως ο συγκεκριμένος κατάδικος μεταχθεί σε φυλακές υψίστης ασφαλείας, βάσει του νέου ισχύοντος νόμου.

Η αντίκλητος δικηγόρος του κ. Κουφοντίνα, η οποία λειτουργεί ως επιτετραμμένη αυτού, παραδέχεται ότι βάσει του ισχύοντος νόμου (4760/2020) ο καταδικασθείς πράγματι δεν μπορεί να παραμείνει στις αγροτικές φυλακές, ωστόσο βάσει του ίδιου νόμου και του ίδιου άρθρου σε ακόλουθο εδάφιο πρέπει να μεταχθεί στη φυλακή από όπου μετήχθη πρώτα, ήτοι στις φυλακές Κορυδαλλού.

Ο Ν. 4760/2020 όμως στο άρθρο 3 παρ. 1 προβλέπει εξαντλητικά τις περιπτώσεις όπου αυτό που υποστηρίζει η δικηγόρος του κ. Κουφοντίνα, μπορεί να υλοποιηθεί και ο κ. Κουφοντίνας δεν εμπίπτει σε καμία τέτοια περίπτωση, εξού και η συνήγορός υπεράσπισης δεν επεκαλέσθη κάποια εξ αυτών. Η δυνατότητα αυτή λοιπόν για μεταγωγή στο αρχικώς κέντρο κράτησης αφορά κατάδικο, ο οποίος προέβη σε μία ή περισσότερες ενέργειες – αδικήματα (πειθαρχικά παραπτώματα επί παραδείγματι) κατά τη διάρκεια της κράτησής του και όχι σε κρατούμενο που κατεδικάσθη για αυτές. Αναφέρεται με άλλα λόγια ο νόμος σε ενέργειες στις οποίες προέβη ο κατάδικος κατά τη διάρκεια της κράτησής του στις αγροτικές φυλακές και όχι σε αδικήματα που τέλεσε πριν την καταδίκη του.

Μόνο σε αυτή την περίπτωση αίρεται το ευμενές μέτρο και δύναται ο κατάδικος να επιστρέψει στο αρχικό κέντρο κράτησής του.

Τώρα, όπως προανεφέρθη, εξεδόθη σχετική απόφαση βάσει της οποίας ο κ. Κουφοντίνας πρέπει να μεταχθεί στις φυλακές υψίστης ασφαλείας στο Δομοκό, κρινόμενος ως ιδιαιτέρως επικίνδυνος εγκληματίας και να εκτίσει την ποινή του εκεί. Πρόκειται για απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών.

Η νομική εκπρόσωπος του κ. Κουφοντίνα υποστηρίζει όμως ότι η απόφαση αυτή ουδέποτε επεδόθη στον κ. Κουφοντίνα ή στην ίδια, ώστε να προσφύγουν εναντίον της, όπως δικαιούνται βάσει σχετικού νόμου.

Η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών όμως απέδειξε πως έγινε η επίδοση της εν λόγω απόφασης, στις 18-02-2020.

Ο κατάδικος κ. Κουφοντίνας δεν ήσκησε, ούτε έχει ασκήσει εισέτι καμία προσφυγή ίνα προσβάλει, ακυρώσει και εν τέλει εξαφανίσει την επίμαχη αυτή απόφαση.

Βάσει του άρθρου 9 παρ. 4 του Σωφρονιστικού Κώδικα, για να δικαιούται ένας κατάδικος να προσβάλει μια τέτοια απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών, πρέπει να έχει λάβει 2 αρνητικές απαντήσεις στο αίτημά του. Ο κ. Κουφοντίνας δεν έλαβε καμία τέτοια αρνητική απάντηση, διότι δεν ηκολούθησε την ενδεδειγμένη διαδικασία που ορίζει ο νόμος. Θα έπρεπε με απλά λόγια να οδηγηθεί, όπως απεφάσισε η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών, στις φυλακές Δομοκού και εκτίοντας την ποινή του εκεί να αιτηθεί όπως μεταχθεί. Αφού θα λάμβανε 2 απορριπτικές απαντήσεις, τότε θα είχε τη δυνατότητα να προσβάλει την απόφαση, μέσω των ενδίκων μέσων και βοηθημάτων που του παρέχει ο νόμος. Αυτό δεν συνέβη διότι δεν απεδέχθη την απόφαση της καθ’ ύλην (βάσει νόμου) αρμόδιας επιτροπής.

Εκτός αυτών όμως, πρέπει να αναφερθεί ότι πλέον οι φυλακές Κορυδαλλού, στις οποίες εξαιτείται να επιστρέψει ο κ. Κουφοντίνας, δέχονται μόνο υποδίκους και όχι καταδίκους. Ο κ. Κουφοντίνας είναι κατάδικος και ως εκ τούτου δεν δύναται και για αυτόν το λόγο επιπρόσθετα να μεταχθεί στον αιτούμενο προορισμό.

Αυτή είναι η διαδικασία που ορίζει ο νόμος. Ο νόμος που όπως είπαμε πρέπει να κυριαρχεί σε ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου. Ο νόμος που φέρει και ενέχει το στοιχείο της καθολικότητας και της ισότητας. Όλοι ο κατάδικοι δύνανται να ακολουθήσουν τον ενδεδειγμένο και νόμιμο προαναφερθέντα δρόμο. Ο κ. Κουφοντίνας δεν αποτελεί εξαίρεση.

Το υπέρτατο αγαθό της ανθρώπινης ζωής και η προάσπισή της:

Η προστασία της ανθρώπινης ζωής καθίσταται επιβεβλημένη σε μία δημοκρατία. Στην προκειμένη περίπτωση το μεγαλείο της δημοκρατίας έγκειται στο γεγονός ότι ως πολίτευμα προασπίζει και προστατεύει στο ακέραιο τη ζωή ακόμα και ενός ανθρώπου, ο οποίος με τις πράξεις και ενέργειές του δεν σεβάστηκε αντιστοίχως το ίδιο υπέρτατο αγαθό άλλων ανθρώπων. Τόσο η πολιτεία όμως όσο και η δικαιοσύνη πρέπει να πράξουν ούτως και να λάβουν τα απαραίτητα εκείνα μέτρα, ώστε να διασωθεί και να διαφυλαχθεί η ανθρώπινη ζωή. Όχι του Δημήτρη Κουφοντίνα, αλλά ενός ανθρώπου. Τη δικαιοσύνη ως sine qua non προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας, δεν την αφορά ένα όνομα, αλλά η ανθρώπινη ζωή ως υπέρτατο αγαθό. Θα μπορούσε φέρ’ ειπείν να συνταχθεί μια εισαγγελική παραγγελία  προς τους θεράποντες ιατρούς του καταδίκου, με την οποία θα διατάσσονται, όπως πράξουν τα απολύτως αναγκαία, ούτως ώστε να διασωθεί η ανθρώπινη ζωή.

Μια δημοκρατία προφυλάσσει και προασπίζει την ανθρώπινη ζωή ακόμα και στην περίπτωση που εξετάζουμε, όπου ο ίδιος ο καταδικασθείς υποβάλλει εαυτόν στην κατάσταση που έχει επέλθει με την απεργία πείνας. Ακόμα δηλαδή και όταν συνίσταται σε επιλογή του ίδιου του καταδικασθέντος, ο οποίος πράττει τελώντας εν πλήρει συνηδείσει . Όταν ο ίδιος συναινεί και αποδέχεται τις επιπλοκές της υγείας του. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η δημοκρατία οφείλει να προασπίσει το υπέρτατο αγαθό της ανθρώπινης ζωής.

Η επικράτηση και η υπεροχή του Δημοκρατικού Πολιτεύματος:

Η επικράτηση και υπεροχή του δημοκρατικού πολιτεύματος έγκειται στο σημείο ότι ένας άνθρωπος, ο οποίος ιδεολογικά και πρακτικά δεν πιστεύει στους νόμους του κράτους, δεν αναγνωρίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν αποδέχεται το κράτος δικαίου, μέμφεται τη δικαστική λειτουργία και την απαξιώνει, μολαταύτα τη δεδομένη στιγμή, ο ίδιος άνθρωπος εξαίρει και επικαλείται τους νόμους που δεν ανεγνώριζε, αφ’ ης στιγμής που μέσω της συνηγόρου υπερασπίσεώς του εξαιτείται όπως ακολουθηθούν και για τον ίδιο οι νόμιμες διαδικασίες, οι διαδικασίες που δεν αποδέχεται και δεν αναγνωρίζει. Εδώ λοιπόν έγκειται η επικράτηση και το μεγαλείο του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Τελικά συμπεράσματα:

Καταλήξαμε λοιπόν στο ασφαλές συμπέρασμα πως βάσει νόμου, ο κ. Κουφοντίνας, καταδικασμένος ων για τρομοκρατία και οποιοσδήποτε κατάδικος εμπίπτει στην κατηγορία αυτή του νόμου, δεν δύναται να παραμένει πλέον στις αγροτικές φυλακές.

Προσέτι καταλήξαμε ότι βάσει σχετικής απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών, ο εν λόγω κατάδικος πρέπει να μεταφερθεί στις φυλακές υψίστης ασφαλείας, επειδή κρίθηκε ως ιδιαζόντως επικίνδυνος. Αυτή την απόφαση δε, ο κ. Κουφοντίνας έχει τη δυνατότητα να την προσβάλει με ένδικα μέσα και βοηθήματα που του παρέχει ο νόμος, αρκεί φυσικά να ακολουθήσει τα κελεύσματα της δικαιοσύνης, όπως οφείλουμε να πράττουμε άπαντες.  Ο ίδιος όμως δεν επέλεξε αυτή τη νόμιμη, ενδεδειγμένη και ακολουθητέα οδό, αλλά απεφάσισε να υποβάλει εαυτόν σε απεργία πείνας, προσπαθώντας με την ενέργειά του αυτή να οδηγήσει την πολιτεία  σε τετελεσμένα. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι μια δημοκρατία δεν οδηγείται προ τετελεσμένων γεγονότων. Μια δημοκρατία έχει θεσμούς, έχει νόμους. Ένα κράτος δικαίου λειτουργεί βάσει νόμων. Το Σύνταγμα των Ελλήνων, στο άρθρο 26 καθιερώνει τη διάκριση των λειτουργιών. Η εκάστοτε εκτελεστική λειτουργία δεν μπορεί να επέμβει στο έργο της δικαιοσύνης και το αντίστροφο. Συνεπώς όταν ο νόμος, ο κυρωθείς από την πολιτεία, εφαρμόζεται από την δικαστική εξουσία, καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να ασκήσει κριτική στο έργο της. Απαγορεύεται δια ροπάλου. Διαφορετική αντιμετώπιση άλλωστε θα σήμαινε άμεση και ευθεία διασάλευση του δημοκρατικού πολιτεύματος. Το εάν ένας νόμος είναι σωστός ή όχι είναι άλλη κουβέντα. Όμως ο νόμος πράττει το νόμιμο, όχι το σωστό. Όσο ισχύει λοιπόν ένας νόμος και μέχρι να τροποποιηθεί ή να καταργηθεί, πρέπει να επιβάλλεται από τα δικαστήρια και οι αποφάσεις τους να καθίστανται δεσμευτικές προς άπαντες. Έτσι λειτουργεί η δημοκρατία και το κράτος δικαίου.

Εν κατακλείδι εξάγεται το συμπέρασμα ότι αναφορικά με το αίτημα μεταγωγής του καταδίκου, αυτό νομικά καταπίπτει και δεν μπορεί να υλοποιηθεί.

Όσον αφορά όμως την προάσπιση της ανθρώπινης ζωής του καταδικασθέντος, αυτή καθίσταται επιβεβλημένη και εκτός συζήτησης, αλλά μόνο η δικαιοσύνη με τα θεσμοθετημένα όργανά της, δύναται να ενεργήσει.

Νίκος Γ. Σταύρου, Δικηγόρος & Πολιτικός Επιστήμων

Υποψήφιος Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Δ. Κουφοντίνας δέχτηκε να του χορηγήσουν ορό ενυδάτωσης

Δ. Κουφοντίνας: Η εισαγγελέας πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος διακοπής της ποινής του

Γίνετε συνδρομητές στο «Δικαστικό Ρεπορτάζ», το κορυφαίο μηνιαίο περιοδικό για τη Δικαιοσύνη. Για περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ.

Ακολουθήστε μας στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλες τις ειδήσεις